Κινώντας κατά τα αγαπημένα μου Άγραφα συνήθιζα πάντα να σταματώ στη Βαρβαριάδα, σε αυτό το λιλιπούτειο συνοικισμό του Μάραθου με τα 3-4 φτωχικά σπιτάκια δίπλα στον Αγραφιώτη ποταμό. Άφηνα το αυτοκίνητο αρκετά πριν και τραβούσα κατά κει ποδαράτος και σιγά, πάντα σιγά, λες και διάβαινα μια αόρατη πύλη προς το μαγικό κόσμο των Αγράφων. Ζερβά μου το ποτάμι το προαιώνιο, στα δεξιά οι δασόφυτες πλαγιές και ίσα μπροστά μου διάπλατα ανοιχτή… η αγκαλιά του μπάρμπα Λάμπρου! Έτσι ακριβώς τον θυμάμαι το γέροντα να ‘ρχεται προς το μέρος μου μόλις με έβλεπε. Με ανοιχτή την αγκαλιά, μέχρι που έσμιγαν οι αγκαλιές.
"Που ‘σαι ωρέ παλικάρι, μαύρη πέτρα μωρέ;", σου ‘βγαζε αμέσως το παράπονο για την μακρά απουσία. Σπάνια του εξηγούσα για την Αθήνα και τις έγνοιες της δικής μου καθημερινότητας. Δεν ήθελα να τον μολέψω. Καλά ήταν εκεί. Προτιμούσα να τον ακούω. Είναι προτιμότερο να τους ακούς τους παλιούς. Τα καλοκαίρια πάντα καθόμασταν απέξω, σε ένα παράξενο "τραπέζι", τρόπος του λέγειν δηλαδή, ήταν ένα από κείνα τα τεράστια καρούλια της ΔΕΗ που τουμπαρισμένο στα πλάγια χρησίμευε σα μεγάλη στρογγυλή τάβλα. Μέχρι να καταλάβεις, σου ‘φερνε παγωμένο το νερό από τη διπλανή βρύση. Τον τράταρα τσιγάρο. Έφερνε τη μπουκάλα. Όταν τύχαινε να τον τρακάρω χειμώνα, πάντα μπαίναμε μέσα στο μαγαζάκι του, εκείνη τη γηραλέα παράγκα με τα παλιά σανιδένια ράφια, τις πλεχτές καρέκλες και τα τραπεζάκια με την πράσινη φορμάικα. Στον τοίχο κρεμασμένο το τρανζίστορ, πιο εκεί ο «πήχης» και παραδίπλα το κατρουτσάκι. Κι όπως έπεφτε η βροχή στον τσίγκο, έτσι στάλαζε και το τσίπουρο στα ρακοπότηρά μας. Κι η σόμπα. Ε ρε αυτή η ξυλόσομπα, πόσο κοσμάκη ζέστανε και πόσους μουσκεμένους διαβάτες στέγνωσε δεκαετίες ολάκερες.
Ο μπάρμπα-Λάμπρος των Αγράφων, κατά κόσμο Λάμπρος Κοντογούνης, ήταν για πολλά, για πάρα πολλά, χρόνια ο Ακρίτας της Αγραφιώτικης Γης. Αυτό το ταπεινό μαγαζάκι αποτελούσε χωρίς υπερβολή "κέντρο διερχομένων". Δεν ξέρω ούτε έχω ακούσει άνθρωπο που να αγαπάει πραγματικά τα Άγραφα και να μη στάθηκε κάποια στιγμή εδώ. Το μαγαζί είχε μεγάλη ιστορία, αποτελούσε ένα ζωντανό "μουσείο" όλης της περιοχής. Πρωτολειτούργησε από τους γονείς του Λάμπρου, τον Γιώργη και τη Σαββούλα, το 1937 σαν χάνι. Ένα ζεστό φιλόξενο ορεσίβιο καταφύγιο για τους περαστικούς που ανηφόριζαν κατά τα απομονωμένα Αγραφιώτικα χωριά: Μάραθο, Μοναστηράκι, Επινιανά, Άγραφα, Βραγγιανά, Τρίδεντρο, Τροβάτο. Διέκοψε τη λειτουργία του το 1947 στον εμφύλιο, όταν ο κυβερνητικός στρατός ξερίζωσε τους κατοίκους της περιοχής για να μην βρίσκουν οι αντάρτες στήριξη κι έτσι, λοιπόν, και οι Κοντογούνηδες αναγκάστηκαν να καταφύγουν στο Αγρίνιο. Με το λεγόμενο "επαναπατρισμό" το 1950, η καμινάδα στο χάνι κάπνισε ξανά. Στρωματσάδα, ένα κατσαρολάκι ζεστό φαγητό και πάνω απ’ όλα καλή καρδιά! Λίγο μετά, ανέλαβε ο ίδιος ο νεαρός, τότε, Λάμπρος κι από εκεί κι ύστερα το μαγαζάκι δεν διέκοψε ποτέ ξανά τη λειτουργία του. Κι όταν κάποτε, κοντά στο ’80, με την κατασκευή του δρόμου, έπαψε πλέον να υφίσταται ως χάνι, εντούτοις παρέμεινε το θρυλικό μαγαζάκι-σύμβολο της Βαρβαριάδας, με πέντε έξι μικροείδη πρώτης ανάγκης στα ραφάκια του, με τους μεζέδες, το κρασάκι και τα αξέχαστα νυχτέρια με τα βιολιά και τα κλαρίνα. Σημείο αναφοράς όλων των Αγράφων!
Ο γέροντας ήτανε σωστό παλικάρι. Τα χρόνια που κουβαλούσε στην πλάτη του δεν τον έβαζαν κάτω. Τη χαίρονταν "τη ρουφιάνα" τη ζωή o μπάρμπα Λάμπρος. Η άγρια μα όμορφη Αγραφιώτικη φύση ήτανε το σπίτι του, οι "βλαβερές" μικροαπολαύσεις η χαρά του. Με τα κυνήγια του, τα ψαρέματά του, τα τσίπουρά του, τα τσιγάρα του, τα κλαρίνα του, τις γυροβολιές του στα πανηγύρια, τα αθώα πειράγματα στη γνωστή Γιώτα, την τραγουδίστρια δημοτικών τραγουδιών, που ο κοτσονάτος γέροντας θαύμαζε και ήταν η αδυναμία του. Ωραίος "ως Έλλην"! Ο μπάρμπα-Λάμπρος με την τρανή γενειάδα, ήταν η ζωντανή απόδειξη της αέναης μάχης ανάμεσα στο αυθεντικό παρελθόν που αντιστέκεται αρνούμενο πεισματικά να παραδοθεί στο φτιασιδωμένο παρόν. Τα γλέντια και οι χοροί που κρατούσαν ως το πρωί μέσα στο φτωχικό μαγαζάκι του, έγραψαν ιστορία και συζητιούνται ακόμα. Στη γιορτή της Αγιά Βαρβάρας ο μπάρμπα-Λάμπρος διοργάνωνε πάντα το δικό του πανηγυράκι εκεί, μέσα στην παραγκούλα του! Τούτο το γεγονός ήταν η μεγάλη του χαρά, το δικό του "τάμα". Και του ‘δινε και καταλάβαινε! Κι ο ίδιος ήταν πάντα η ψυχή της παρέας. Γελαστός, αν και πολλές φορές, τελευταία, τον θυμάμαι εκεί που γέλαγε, ξάφνου να βγάνει ένα βαθύ αναστεναγμό. Να ήταν η ανάμνηση της κυράς του "που ‘φυγε" νωρίτερα ή τάχα η θύμηση του χαμένου του γιού; Κάτι έλεγε που και που. Απόφευγα να ρωτάω παραπάνω. Κάποια φορά σκέφτηκα ότι μπορεί κιόλας να διαμαρτυρόταν στη ζωή. Με το δικό του τρόπο…
Ο γέροντας ήτανε σωστό παλικάρι. Τα χρόνια που κουβαλούσε στην πλάτη του δεν τον έβαζαν κάτω. Τη χαίρονταν "τη ρουφιάνα" τη ζωή o μπάρμπα Λάμπρος. Η άγρια μα όμορφη Αγραφιώτικη φύση ήτανε το σπίτι του, οι "βλαβερές" μικροαπολαύσεις η χαρά του. Με τα κυνήγια του, τα ψαρέματά του, τα τσίπουρά του, τα τσιγάρα του, τα κλαρίνα του, τις γυροβολιές του στα πανηγύρια, τα αθώα πειράγματα στη γνωστή Γιώτα, την τραγουδίστρια δημοτικών τραγουδιών, που ο κοτσονάτος γέροντας θαύμαζε και ήταν η αδυναμία του. Ωραίος "ως Έλλην"! Ο μπάρμπα-Λάμπρος με την τρανή γενειάδα, ήταν η ζωντανή απόδειξη της αέναης μάχης ανάμεσα στο αυθεντικό παρελθόν που αντιστέκεται αρνούμενο πεισματικά να παραδοθεί στο φτιασιδωμένο παρόν. Τα γλέντια και οι χοροί που κρατούσαν ως το πρωί μέσα στο φτωχικό μαγαζάκι του, έγραψαν ιστορία και συζητιούνται ακόμα. Στη γιορτή της Αγιά Βαρβάρας ο μπάρμπα-Λάμπρος διοργάνωνε πάντα το δικό του πανηγυράκι εκεί, μέσα στην παραγκούλα του! Τούτο το γεγονός ήταν η μεγάλη του χαρά, το δικό του "τάμα". Και του ‘δινε και καταλάβαινε! Κι ο ίδιος ήταν πάντα η ψυχή της παρέας. Γελαστός, αν και πολλές φορές, τελευταία, τον θυμάμαι εκεί που γέλαγε, ξάφνου να βγάνει ένα βαθύ αναστεναγμό. Να ήταν η ανάμνηση της κυράς του "που ‘φυγε" νωρίτερα ή τάχα η θύμηση του χαμένου του γιού; Κάτι έλεγε που και που. Απόφευγα να ρωτάω παραπάνω. Κάποια φορά σκέφτηκα ότι μπορεί κιόλας να διαμαρτυρόταν στη ζωή. Με το δικό του τρόπο…
Το ‘χε καμάρι ο μπάρμπα Λάμπρος εκείνο το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ/ταινία του αείμνηστου Γιώργου Κολόζη στο οποίο συμμετείχε και ο ίδιος (βλ. εδώ)! Ακόμη πιο πολύ, όμως, κι από αυτή την προσωπική του παρουσία "στο γυαλί", καμάρωνε για το γεγονός ότι εκείνος είχε οδηγήσει "τα παιδιά της τηλεόρασης", στη Σπηλιά του Κατσαντώνη, ψηλά στο Μοναστηράκι, για να γίνει το αφιέρωμα στον Ευρυτάνα επαναστάτη. Είχε να το λέει: "να μάθει ο κόσμος για τον ξεχασμένο Κατσαντώνη" έλεγε και ξανάλεγε. Λυπόταν που δεν είχε καταφέρει ακόμη να πάει κάτω στον Αχελώο στο "πήδημα του Κατσαντώνη", στο απόκρημνο σημείο όπου ο Αγραφιώτης μαχητής προσπαθώντας να ξεφύγει από τους διώκτες του έδωσε ένα τεράστιο σάλτο πέρα από το ποτάμι, πράγμα που σήμερα ίσως και να αποτελούσε παγκόσμια διάκριση! "Αυτοί είμαστε οι Αγραφιώτες, για τη λευτεριά πετάμε σαν πουλιά, άμα χρειαστεί" μου ‘λεγε. Ούτε ήθελε να ακούει για πόλεις. Την Άνοιξη του 2009 πέρασα με μια παρέα από εκεί. Μια κοπέλα τον ρώτησε ανυποψίαστη: "Μπάρμπα Λάμπρο θα έφευγες ποτέ από τα Άγραφα;". Αυτός με το γλυκό ύφος που πάντα είχε απέναντι στις γυναίκες, της αποκρίθηκε: "Σε λίγο καιρό, μ’ αυτά που γένονται, θα παρακαλάτε εσείς παιδιά μου να ανεβείτε, εγώ από εδώ θα φύγω μόνο με συνοδειά τους αγγέλους"!
Έμαθα το χαμό του γέροντα δυο-τρεις μέρες αφότου είχε συμβεί (18-2-2011). Εκείνο το βράδυ που πήρα το πικρό μαντάτο, ένιωσα σαν κάτι από τον αυθεντικό κόσμο των Αγράφων να πέρασε στην αιωνιότητα. Ξαναπέρασα από τη Βαρβαριάδα μετά καιρό. Δεν μπόρεσα να σταματήσω. Την επόμενη φορά, το περσινό φθινόπωρο, το έκανα. Αλλά δεν ήτανε όπως τότε. Ένα χαρτάκι με ένα αφιερωμένο ποίημα έστεκε καρφιτσωμένο στην κλειδωμένη ξυλόπορτα του ορφανού μαγαζιού. Κοίταξα από το θολό τζάμι. Κάποιοι καλοί άνθρωποι, δεν ξέρω ποιοι, είχαν φροντίσει να μην πειραχτεί τίποτε από το μαγαζάκι. Όλα έμειναν στη θέση τους όπως την τελευταία μέρα. Ήταν μάλλον ο καλύτερος φόρος τιμής. Έκανα ένα γύρο από την πίσω πλευρά της παράγκας και πρόσεξα, παραχωμένα μέσα στη λάσπη, δυο παλιά κεραμικά άσπρα ντουί από αυτά που φόραγαν παλιά στις ξύλινες κολόνες της Δεη. Τα ξέχωσα και τα ‘πλυνα στη βρύση του μπάρμπα Λάμπρου. Τα πήρα μαζί μου. Μια καλή φίλη ζωγράφισε επάνω κάτι, να το ‘χω "θυμητικό" από κεί.
Δεν τον είδα να ‘ρχεται με το μπουκαλάκι το τσίπουρο παραμάσχαλα. Ερημιά…
Θυμηθηκα μια παλιοτερη κουβεντα μας σε μια αλλη αναρτηση σου. Τελικα δεν το ξεχασες το αφιερωμα και αυτο σε τιμα. Να πω για αυτό το σπανιο τροπο γραφης σου που κανει το συναισθημα καρφι στην καρδια;
ΑπάντησηΔιαγραφήΟσοι γνωρισαμε το γερο λαμπρο καταλαβαινουμε.
Ελαφρυ το χωμα...
ΕΥΡΥΤΑΝΑ ΙΧΝΗΛΑΤΗ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΩΡΑΙΟΤΕΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙΣ ΓΡΑΨΕΙ ΕΔΩ ΜΕΣΑ. ΕΥΧΟΜΑΙ ΝΑ ΤΟ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΟΥΝ ΚΑΙ ΑΛΛΑ BLOGS ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΤΕΙ ΑΠΟ ΟΣΟ ΤΟ ΔΥΝΑΤΟΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ. ΓΙΑΤΙ Ο ΜΠΑΡΜΠΑ-ΛΑΜΠΡΟΣ ΗΤΑΝ ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ Η ΛΕΒΕΝΤΙΑ ΤΗΣ ΞΕΧΑΣΜΕΝΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΜΠΡΑΒΟ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυρυτανα ιχνηλατη καλημερα, το ειχες γραψει οτι θα το κανεις το αφιερωμα, μπραβο σου, δεν εχω πατησει τα χωματα ''σου'', δεν εχω δει τα χρωμματα ''σου'', δεν εχω μυρισει τα αρωματα της φυσης ''σου'', δεν ημουν απο τους τυχερους να γνωρισω τον μπαρμπα-ΛΑΜΠΡΟ, ομως με την γραφη σου, με συντροφευσες σε ενα περιπατο στα ΑΓΡΑΦΑ και τους ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΤΟΥΣ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήEμεις που μεγαλώσαμε στην απομονωμενη εκεινα τα χρόνια επαρχια,ειχαμε την τυχη να γνωρισουμε και να ζησουμε απο κοντά πολλούς μπαρμπα Λάμπρους...
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχο το αφιέρωμά σου στον καταπληκτικό τόπο σου μέσα από τη μορφή ενός ανθρώπου, που φαντάζομαι, μιας και δεν τον γνώριζα, πως θα ήταν κι ο ίδιος "Άγραφα"!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜικρή ζωή,μία και λίγη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι αυτούς που πριν από εμάς διαβήκαν το κατώφλι της, τους χάνουμε σιγά-σιγά...
Πολύ ωραίο, και νοσταλγικό το σεργιάνισμα που μας έκανες στον μπάρμπα-Λάμπρο και τα μέρη του.
Καλησπέρες!
Σ΄ ευχαριστούμε καλέ φίλε, ήταν μία θαυμάσια αφήγηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπέδωσες φόρο τιμής στην αιώνια νεότητα της ψυχής.
Αυτή την νεότητα που κάνει τον γέροντα ή την γερόντισσα με τις βαθειές ρυτίδες τους, να φαίνονται πανέμορφοι και να αποζητάς τον λόγο τους για να γεμίσεις την ψυχή σου.
Είναι μια αφήγηση που κάνει να φαντάζει τόσο γελοία και ανόητη, όλη αυτή η αγωνία των ανθρώπων να διατηρήσουν την εξωτερική τους νεότητα, προβάλλοντας μονάχα, τα χαλασμένα και κακά γερασμένα μυαλά τους.
Ωραία φίλε μου, πήραμε μια καλή δόση ανθρώπινης ομορφιάς..
Ευρυτάνα Ιχνηλάτη το άρθρο σου ξεχειλίζει από γλυκύτητα, σεβασμό, τιμή και εκτίμηση στην αυθεντική Ελλάδα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜακάρι να βλέπαμε συχνότερα τέτοια άρθρα διαμάντια στο διαδίκτυο.....Ευρυτάνα, ο παππούς ο Λάμπρος "ξέφυγε".... τα πίνει τώρα με τον Κατσαντώνη σε ελεύθερους αιθέρες....Σίγουρα κάποια ευχή του θα σε συντροφεύει!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνα παράθυρο μου άνοιξε η γραφἠ σου ετούτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια ν'αγναντέψω και να θυμηθώ.
Αγαπητέ Ιχνηλάτη, πόσο μικρός είναι ο κόσμος! Τον εγγονό του αείμνηστου μπάρμπα Λάμπρου Κοντογούνη, Λάμπρο κι αυτόν, τον είχε μαθητή στο Νηπιαγωγείο Αγίου Γεωργίου η γυναίκα μου, όπου υπηρετούσε ο γιος του Κώστας ως αστυνομικός. Τον μπάρμπα Λάμπρο δεν τον γνώριζα, ούτε ήξερα την ιστορία του. Μόλις τον αντίκρισα όμως στη φωτογραφία σου, αμέσως μου ήρθαν στο νου η παραπάνω συνειρμοί, αφού του μοιάζει καταπληκτικά ο γιος του και ασφαλώς και ο εγγονός του τον οποίο όμως έχω χρόνια να δω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ταινία που πρωταγωνίστηκε «Το πήδημα του Κατσαντώνη», φαντάζομαι θα είναι καταπληκτική. Μήπως κάποιος μπορεί να με πληροφορήσει που είναι διαθέσιμη; Πάντως στο διαδίκτυο όσο κι αν έψαξα δεν την ανακάλυψα.
Αυτά, και σ’ ευχαριστώ για τη γεύση της λεβεντιάς που μας χάρισες με το άρθρο σου και τις αναμνήσεις που μου σκάλισες!
Μια μικρή παρέμβαση...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ αριστουργηματική ταινία του Γιώργου Κολόζη "Το πήδημα του Κατσαντώνη και ο μπάρμπα Λάμπρος", όπου συμμετείχε και ο ίδιος ο Λάμπρος Κοντογούνης, έχει προβληθεί παλιότερα και στους κινηματογράφους βέβαια, αλλά και σε διάφορες εκδηλώσεις, σε κινηματογραφικές λέσχες συλλόγων κλπ. Έχει μάλιστα τιμηθεί με το βραβείο του Αργυρού Ιππότη σε ένα από τα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου στη Μόσχα το 2006. Ήταν παραγωγή της ΕΡΤ, του Γιώργου Κολόζη και του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Δεν γνωρίζουμε εάν υπάρχει άμεσα διαθέσιμη στο κοινό μέσω του αρχείου της ΕΡΤ ή από κάπου αλλού. Πάντως εάν ανατρέξετε στην πλαϊνή μπάρα του blog μας- στα "Βουνίσια ίχνη" και στο θέμα "Καλό ταξίδι"- μπορείτε να δείτε ένα μίνι βιντεάκι από την ταινία.
Να είστε όλοι καλά, συνεχίζουμε...
Ευρυτάνα ιχνηλάτη συγχαρητήρια για το συγκινητικό αφιέρωμα που έκανες στο μπαρμπα Λάμπρο μας. Προσωπικά οι μνήμες μου είναι ακόμα νωπές και δεν σου κρύβω ότι δάκρυσα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη λεβέντικη και καλοσυνάτη φιγούρα του, "σήμα κατατεθέν" της Βαρβαριάδας και της διαδρομής προς τα 'Άγραφα. Κάθε φορά που περνούσα ήταν πάντα εκεί και μας καλωσόριζε με το χαμόγελο που φώτιζε το πρόσωπο του. Καλωσήρθατε τι χαμπάρια. Καθόμασταν στο μαγαζάκι του, μας φίλευε τα τσίπουρα ή τον καφέ στο μπρίκι, ξαποσταίναμε, τα λέγαμε και συνεχίζαμε το δρόμο μας με άλλη διάθεση. Ο μπαρμπα Λάμπρος θα μείνει αξέχαστος στις μνήμες μας και στις καρδιές μας και θέλω να πω ότι ήταν η πιο τρυφερή αλλά και η πιο λεβέντικη μορφή των Αγράφων, ήταν ο παππούς όλων μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚΑΛΗΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΟΜΟΡΦΗ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΥΤΥΧΗΣ Ο ΜΠΑΡΜΠΑ-ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΟΥ ΕΖΗΣΕ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΦΥΣΗ!
ΣΕ ΔΙΑΒΑΖΩ ΠΑΝΤΑ ΚΑΙ ΞΕΦΕΥΓΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΟΥΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. ΞΑΠΟΣΤΑΙΝΩ ΛΙΓΑΚΙ ΣΤΑ ΟΜΟΡΦΑ ΜΕΡΗ ΣΟΥ!!!!!!
Εξαιρετικό αφιέρωμα σ΄έναν υπέροχο άνθρωπο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα΄στε καλά!
Σας διαβάζουμε...
"ήταν η ζωντανή απόδειξη της αέναης μάχης ανάμεσα στο αυθεντικό παρελθόν που αντιστέκεται αρνούμενο πεισματικά να παραδοθεί στο φτιασιδωμένο παρόν."
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΥΤΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕ Ο ΜΠΑΡΜΠΑ ΛΑΜΠΡΟΣ!!
Από το κείμενό σου φίλε Ευρυτάνα φαίνεται ότι ο μπάρμπα-Λάμπρος την άξιζε αυτή την τιμή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνα από τα ωραιότερα κείμενα που έχω διαβάσει.
Νάσαι καλά φίλε
Πιο ποιητικό και πιο συγκλονιστικό αφιέρωμα, δεν μπορούσε να γίνει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το μνημόσυνο, ακριβώς στον χρόνο επάνω!
Αναπαύεται εν ειρήνη ο αγαπητός συνάνθρωπος μας.
Και εγώ που δεν τον γνώριζα, τον αγάπησα, μέσα από σένα και την εξαιρετική γραφή σου!
Να είσαι καλά!
Αγαπητέ Ερυτάνα Ιχνηλάτη,
ΑπάντησηΔιαγραφήΈζησε λεύτερος, κάτω από τη σκέπη των Αγραφιώτικων βουνών. Άξιζε φίλε μου η αξιόλογη αφιέρωση σου στο Μπάρμπα Λάμπρο. Μάθαμε κι’ εμείς οι μπαρουτοκαπνισμένοι πρωτευουσιάνοι (από τα καυσαέρια) πόσο διαφορετική είναι η ζωή εκτός πόλης, πως υπάρχουν αγνοί άνθρωποι σαν τον Μπάρμπα Λάμπρο, απλοϊκοί, αφτιασίδωτοι, που περιφρονούν τις σειρήνες των πόλεων.
Μπάρμπα Λάμπρο, αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή, ξέρεις εσύ…… δε χρειάζεσαι συμβουλάτορες.
Εύχομαι καλό βράδυ!
Aγαπητοί φίλοι και φίλες,
ΑπάντησηΔιαγραφήένα βαθύ ευχαριστώ σε όλους και όλες για τα ολόγιομα με ψυχή και συναίσθημα σχόλιά σας προς τιμή του τελευταίου ακρίτα της αγραφιώτικης γης.
Θα το χαίρονταν...
Με συγκίνησε το κείμενό σας,όπως με συγκινούν αυτοί οι περήφανοι γέροντες οι ακρίτες μας,που μας κρατάνε στα δύσκολα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ!!
Και με συγχωρείτε για την αδιακρισία μου να το κοινοποιήσω στον λογαριασμό μου του facebook,θέλω να το μοιραστώ με όλους τους φίλους μου.
εξαιρετικό κείμενο πολύ συγκινητικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήφιλε εχεις ενα απ τα καλυτερα ιστολογια .... μας ταξιδευεις στην πατριδα μας ..... να εισαι καλα ! ΣΥΝΕΧΙΣΕ !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε πολύ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαιρόμαστε ιδιαίτερα όταν επισκέπτεστε και τις παλαιότερες αναρτήσεις μας...
Αν υπάρχει κάτι ...μετά....τότε ο μπάρμπα Λάμπρος θάναι το φυλαχτό σου, για τη μεγάλη λαμπάδα που άναψες Ευρυτάνα Ιχνηλάτη, αυτή που δε σβήνει και φανερώνει ανθρώπινα κι απλά τον σεβασμό σου και την αγάπη σου σε εκείνον που ως ακρογωνιαίος λίθος βοήθησε να μη σβήσουν τ' Άγραφα,μήπως όπως σου είπε και "τα χρειαστούμε εμείς ή οι επόμενες γενιές να ξανανέβουμε!!!" Νάσαι πάντα καλά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜάκης Φλώρος
Κρίκελλο Ευρυτανίας
Πώς μπορούμε να ξεχάσουμε τον μπάρμπα Λάμπρο και όλους τους μπάρμπα της πατρίδας μας, όταν υπάρχει ένας Ευρυτάνας Ιχνηλάτης να μας τους συστήνει;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε!
ΤΟ ΕΙΧΕ ΑΝΕΒΑΣΕΙ ΚΑΙ Η "ΚΑΤΙΟΥΣΑ" ΤΟ AΦΙΕΡΩΜΑ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘΥΜΗΘΗΚΑΜΕ ΞΑΝΑ ΤΟΝ ΜΠΑΡΜΠΑ ΛΑΜΠΡΟ ΜΑΣ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστούμε και πάλι.
Μετά τόσα χρόνια...
η λήθη ηττάται!
Υπέροχο αφιέρωμα !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤρομερή/αυθεντική φιγούρα. από τους ανθρώπους που δεν έμαθαν ποτέ τι σημαίνει «καλούπι» γιατί ποτέ δεν μπήκαν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛυπάμαι πραγματικά που δεν γνώρισα τον μπάρμπα Λάμπρο, να γευτώ τους μεζέδες του και να γλεντήσω στην παράγκα του στα Άγραφα ατενίζοντας τα δάση και τις ομορφιές του τόπου του. Χαίρομαι όμως που γνωρίζω τουλάχιστον έναν , που όχι απλά πέρασε από αυτά τα μέρη, αλλά αισθανθηκε με τις αισθήσεις του μπάρμπα Λάμπρου την πρωινη δροσιά του δάσους, ένοιωσε τις αγωνίες του και τους φόβους του, είδε την ιστορία του να περνά μέσα από τα μάτια του κι εν τέλει έκανε κτήμα του κι ετσι έγινε κι ο ίδιος κτήμα αυτού του τόπου. Συγχαρητήρια Ευρυτάνα ιχνηλάτη για την άριστη αφήγηση ! Μας ταξίδεψες και μοιράστηκες μαζί μας μια ρακί ακόμη, από το κατρούτσο του μπάρμπα Λάμπρου. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια για την ανάρτηση έχω περάσει και εγώ από την παράγκα και ήπιαμε τσίπουρο
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ Ευρυτάνα,
ΑπάντησηΔιαγραφήΣπουδαίο το αφιέρωμα σου στον εμβληματικό μπάρμπα Λάμπρο μέσα από την επίσης σπουδαία γραφή σου.
Μόνο τιμή και σεβασμό αξίζει σε ανθρώπους όπως ο Μπάρμπα Λάμπρος. Εκείνος σου χρωστάει για την τιμή που του κάνεις να τον μνημονεύεις με τόσο όμορφο τρόπο!!!
Ό θάνατος δεν σβήνει τον άνθρωπο, τον κάνει απλά αόρατο όσο τον ζωντανεύει η θυμιση μας
ΑπάντησηΔιαγραφή