Έκλεισα τα μάτια και
αφέθηκα στη βαθιά σιωπή του βουνού. Κέντρισα απαλά με τα σπιρούνια της
φαντασίας το ολόλευκο άτι της ελευθερίας και ξέφυγα πέρα από τις
σκιές, πάνω από τις φεγγαρολουσμένες μακρινές κορφές. Λυτρωμένος από κάθε
σκέψη, διαζευγμένος από κάθε πεζή έγνοια, ερωτευμένος με την απόλυτη ελευθερία,
μοναχικός και άναρχος, άγγιζα όσα μου δώριζε η νυχτιά και το βουνό. Με
μια αδιόρατη αφή ήρθα σε επαφή με την ομορφιά, την αγνότητα, αλλά και με τις
πληγές και τις μνήμες. Δρασκέλισα ξεχασμένα μονοπάτια, βράχηκα σε αφρισμένα
ποτάμια, ακούμπησα αποσταμένος σε ελατίσιους κορμούς, πέρασα από παλιά
πετρογέφυρα, ζύγωσα σε μισογκρεμισμένα χωριατόσπιτα της ξενιτιάς, κοντοστάθηκα
σε έρημα σχολειά δίχως παιδιά, άναψα ένα κερί στις άυλες μορφές των προγόνων,
άγγιξα κρυφά τα χρυσαφένια μαλλιά της νεράιδας της λίμνης, πήρα μια χαψιά
μπομπότα από τη στόφα της λησμονημένης γιαγιάς, ακολούθησα αόρατος την πομπή
των ανταρτών στον αυχένα του βουνού, στέγνωσα σε μια φωτιά στο ριζοσπήλι του Κατσαντώνη,
περπάτησα πλάι σε γκρεμούς με το φως της πυγολαμπίδας - κι έτσι ξαναβρήκα τους
δρόμους εκείνους που είχα χάσει, που είχα απαρνηθεί, που είχα λησμονήσει - κι
έτσι ξανασυνάντησα τις χαμένες μου μνήμες, τον τόπο μου…
Ένα blog με διάθεση εξερεύνησης σε γνωστές και άγνωστες πτυχές της Γης και της ανυπότακτης Ιστορίας των Ευρυτάνων
Σάββατο 25 Ιουλίου 2015
Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015
Σχολείο της φύσης...
«Δεν
μου αρκούν τα βιβλία του λευκού ανθρώπου. Το μεγάλο Πνεύμα μου έδωσε την
δυνατότητα να σπουδάσω στο Σχολείο της Φύσης, στα δάση, στα ποτάμια, στα βουνά.»
(Ινδιάνικη
ρήση)
ΥΓ.
Η φωτογραφία είναι του "Ευρυτάνα ιχνηλάτη"
Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015
Τρίτη 7 Ιουλίου 2015
Η βρύση του πουλιού
Κάνε
με ἀηδόνι Θεέ μου,
πᾶρε
μου ὅλες τὶς λέξεις
κι ἄφησέ μου τὴ φωτιά,
τὴ
λαχτάρα, τὸ πάθος, τὴν ἀγάπη,
νὰ
τραγουδῶ ἔτσι ἁπλά,
ὅπως
τραγουδοῦσαν οἱ γρῦλοι μία φορὰ
κι
ἀντιλαλοῦσε ἡ Πλούμιτσα τὴ νύχτα.
Ὅπως
ἡ βρύση τοῦ Πουλιοῦ μὲς στὴ φτέρη.
Νὰ
γιομίζω μὲ τὸ μουμούρισμά μου
τὴ
μεγάλη κυψέλη τ᾿ οὐρανοῦ.
Νὰ
θησαυρίζω τὰ νερὰ τῶν βροχῶν
καὶ
τὶς ἀνταύγειες ἀπ᾿ τὸ θαῦμα τοῦ κόσμου.
Νὰ
μ᾿ ἁπλώνουν τὶς φοῦχτες τους οἱ ἄνθρωποι
κι
ἕνας ἕνας νὰ προσπερνοῦν.
Κι
ἀδιάκοπα νὰ ρέω τὴ ζωή,
τὴν
ἐλπίδα, τὴ λάμψη τοῦ ἥλιου,
τοῦ
ἡλιογέρματος τὸ γαρουφαλένιο ψιχάλισμα στὰ ὄρη,
τὴ
χαρά, τὰ χρώματα νὰ ρέω τοῦ οὐράνιου τόξου
καὶ τὴ βροχούλα τῆς ἀστροφεγγιάς.
Ὢ τί καλὰ πού
῾ναι σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο!"
(Νικηφόρος Βρεττάκος)