Αφηγείται η Ευρυτάνισσα Κυρά Λένη...
για τους αναγνώστες του blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"
Μέρες που έρχονται ο νους μου γυρίζει στα παλιά τα χρόνια και στους αλλοτινούς καιρούς, τότε που τα χωριά μας είχαν κόσμο και η ζωή ήταν πιο απλή και πιο ανθρώπινη. Το χωριό μας το Καλεσμένο είναι από τα πιο όμορφα της Ευρυτανίας. Και ειδικά εκείνα τα χρόνια που ο τόπος ήταν ζωντανός. Υπήρχαν πολλές φυσικές πηγές με γάργαρα νερά και συνδύαζε τα πάντα, από έλατα, δρυς και καστανιές, μέχρι πολλά οπωροφόρα δέντρα όπως κερασιές, αχλαδιές, μηλιές, ροδιές, δαμασκηνιές, συκιές, μουριές, σταφύλια και χίλια δυο καλά. Από το υπέροχο ποτάμι μας το Μέγδοβα με τα δροσερά πλατάνια, τις λεύκες και την εύφορη Αρωνιάδα, μέχρι και το Επάνω Χωριό η μια ομορφιά συναγωνίζονταν την άλλη.
Η Άνοιξη ήταν πάντα η πιο όμορφη εποχή στο Καλεσμένο. Όλα ανθίζανε, οι κορομηλιές, οι κερασιές, οι κουτσουπιές με τα μωβ ροζ ανθάκια τους, τα πουρνάρια με τα τρυφερά βλασταράκια τους, ενώ τα λιβάδια στρώνονταν με λογιών-λογιών πολύχρωμα αγριολούλουδα. Οι καρυδιές έβγαζαν τα πρώτα τους φυλλαράκια και τότε που τα κλωνάρια τους ήταν ακόμα τρυφερά, οι παππούδες κόβανε μερικά και φτιάχνανε σφυρίχτρες για τα εγγονάκια τους. Εκείνα τα παιδάκια, μεγαλωμένα μέσα στον καθαρό αέρα της Ευρυτανίας, είχαν όλα τους μαγουλάκια κατακόκκινα, γεμάτα υγεία.
Μέσα σε όλο αυτό το πανηγύρι της φύσης ερχότανε και το Πάσχα που το περιμέναμε με πολλή χαρά. Άμα έπεφτε και αργά, κατά τα τέλη Απρίλη με αρχές Μαγιού, ποιος στη χάρη μας. Πενήντα μέρες πιο πριν ξεκινούσε σύμφωνα με το έθιμο και η νηστεία. Δεν μας πείραζε, ίσα-ίσα, γιατί εδώ που τα λέμε εκείνα τα χρόνια ο κόσμος δεν πολυέτρωγε κρέατα. Μόνο τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, άντε και λίγες φορές ακόμη, όχι αυτό το χάλι το σημερινό. Και τότε ήταν όλα αγνά από τη φύση, δεν τρεφόταν ο κόσμος με δηλητήρια όπως τώρα. Τον καιρό της νηστείας τα παιδιά κάναμε και τα δικά μας, όπως για παράδειγμα τρώγαμε…. φασόλια στη φέτα (θυμάσαι βρε Γιάννη;)! Όσο όμως πλησίαζε το Πάσχα, τόσο προχωρούσαν και οι προετοιμασίες. Οι νοικοκυρές ασβεστώνανε τα σπίτια και τις αυλές. Πήγαιναν στο μύλο, στη νεροτριβιά - αυτό ήταν το πλυντήριο του χωριού - και εκεί πλένανε τις κουβέρτες, τις φλοκάτες και τα κιλίμια που είχαν χρησιμοποιηθεί το χειμώνα που πέρασε και τα ετοιμάζανε πεντακάθαρα για τον επόμενο. Καθώς έφτανε η μεγάλη γιορτή όλα έπρεπε να λαμποκοπάνε.
Το Σάββατο του Λαζάρου, τα παιδιά φτιάχνανε τα καλαθάκια τους στολισμένα με άνθη και λουλούδια και πηγαίνανε από πόρτα σε πόρτα για τα κάλαντα. Το χωριό μας γέμιζε από χαρούμενες παιδικές φωνούλες:
Το Σάββατο του Λαζάρου, τα παιδιά φτιάχνανε τα καλαθάκια τους στολισμένα με άνθη και λουλούδια και πηγαίνανε από πόρτα σε πόρτα για τα κάλαντα. Το χωριό μας γέμιζε από χαρούμενες παιδικές φωνούλες:
«Ήλθε ο Λάζαρος βαβά
το καλάθι θέλει αυγά,
οι τσεπούλες κοκοσούλες
τα χεράκια πενταρούλες»
Και οι χωριανοί και οι νοικοκυρές φίλευαν τα παιδάκια με καλούδια: αυγά, καρύδια, κουλουράκια, τίποτε δεκαρούλες, ότι είχε ο καθένας.
Την Κυριακή των Βαϊων ο κόσμος πήγαινε στην εκκλησία για να πάρει βάγιες. Έβαζαν μερικές στο εικονοστάσι, άλλες τις έβαζαν στις τσέπες της οικογένειας για φυλαχτό και άλλες τις αποξηραίνανε και τις χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο στο μαγείρεμα, στις φακές, στο στιφάδο και σε άλλα φαγητά.
Όταν ξεκινούσε η Μεγάλη Βδομάδα όλα έμπαιναν σε άλλους ρυθμούς. Κάθε βράδυ ο κόσμος πορεύονταν για την εκκλησία του χωριού. Η εκκλησία ήταν πάντα και μια ευκαιρία για να ανταμώνει ο κόσμος από όλα τα σημεία του χωριού. Το Καλεσμένο ήταν σκορπισμένο σε πολλούς μαχαλάδες: Απάνω Χωριό, Τριφύλλια, Μοναστηράκι, Επάνω Μαχαλάς, Ροϊδούλα, Παλιοχώρι ή Βρόστιανη, Αρωνιάδα, Σερπανάμπελα και άλλα. Από παντού ανεβαίναμε για την εκκλησία του Αι-Γιάννη του Προδρόμου, με το γαλάζιο τρούλο, που ήτανε χτισμένη σε ένα ύψωμα στο κέντρο του χωριού. Τότε δεν υπήρχανε ηλεκτρικά και γι’ αυτό για να βλέπουμε μέσα στη νύχτα φτιάχναμε δάδες, τις «ρετσιναριές». Παίρναμε ένα ξύλινο κονταράκι το τυλίγαμε με πανιά ποτισμένα με ρετσίνι και το ανάβαμε. Αυτός ήταν ο φανός μας. Τι να σας λέω, να αγναντεύεις τη νύχτα να ανηφορίζει ο κόσμος παρέες-παρέες για την εκκλησία, με τις ρετσιναριές να φεγγοβολάνε! Τέτοιο ωραίο θέαμα που να το δεις πια! Έτσι, λοιπόν, πήγαινε το χωριό τη Μεγάλη Βδομάδα στις Αγρυπνίες. Τη Μεγάλη Δευτέρα, τη Μεγάλη Τρίτη στο τροπάριο της Κασσιανής, τη Μεγάλη Τετάρτη στο Ευχέλαιο και τη Μεγάλη Πέμπτη στη Σταύρωση μέχρι αργά το βράδυ στα Δώδεκα Ευαγγέλια. Θυμάμαι ότι όταν τέλειωνε η λειτουργία οι χωριανοί είχαν τη συνήθεια να κάνουν 12 μετάνοιες. Μετά ξανάναβαν τις δάδες τους και κατηφόριζαν ποδαράτοι για τα σπίτια. Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής τα μικρά παιδιά έβγαιναν στο χωριό για να πουν, σύμφωνα με το έθιμο, τα πένθιμα κάλαντα:
«Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα,
σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται….».
Κι όλο και κάτι λάβαιναν και πάλι! Τα κορίτσια μάζευαν από τα λιβάδια αγριολούλουδα, κρίνα και άνθη κερασιάς και στόλιζαν τον Επιτάφιο. Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, τα παιδιά έψελναν τα «Εγκώμια» και μετά με επικεφαλής τον παπά του χωριού γινόταν η περιφορά του Επιταφίου γύρω-γύρω στην πλατεία της εκκλησίας με όλο τον κόσμο να ακολουθεί.
Το Μεγάλο Σάββατο ξεκίναγε από νωρίς η προετοιμασία για το αναστάσιμο βράδυ της χαράς. Στο μαχαλά μας ο αξέχαστος μπάρμπα-Μήτρος ετοίμαζε τα κατσικάκια και τα αρνάκια όλης της γειτονιάς. Οι νοικοκυρές έβαφαν και τα τελευταία κόκκινα αυγά, έφτιαχναν γλυκά και προετοίμαζαν και τη μαγειρίτσα για το βραδινό τραπέζι. Εμείς τα παιδιά είχαμε μεγάλη χαρά και περιμέναμε πως και πως το ξενύχτι και τα δώρα των νονών.
Το βράδυ της Ανάστασης ανηφορίζαμε όλοι μαζί για την εκκλησιά. Μου έχει μείνει αξέχαστη μια χρονιά που είχε πέσει το Πάσχα πιο αργά, στις αρχές Μαϊου, και γινόταν η Ανάσταση έξω στον περίβολο της εκκλησίας του Αι-Γιάννη. Τα αηδόνια στη ρεματιά είχανε στήσει ολόκληρη συναυλία με τις γλυκύτατες φωνούλες τους συνοδεύοντας και αυτά με τον τρόπο τους τον καλλίφωνο παπά. Ήταν μια μαγική στιγμή που έχει μείνει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη μου. Με το «Χριστός Ανέστη» ανάβανε οι λαμπάδες, οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα, ο κόσμος αγκαλιάζονταν δίνοντας ευχές και φιλιά, ενώ από απέναντι ακούγονταν και τα αυτοσχέδια πασχαλιάτικα βαρελότα, με το μπαρούτι και το φυτίλι που φτιάχνανε τότε οι νεαροί και που έκαναν πιο πανηγυρική την ατμόσφαιρα. Γενικά η χαρά και το κέφι έδινε και έπαιρνε. Τότε καταλάβαινες γιορτές, ένιωθες διαφορετικά και όχι όπως γίνεται σήμερα όπου στριμωγμένοι, ως συνήθως μέσα στο άγνωστο πλήθος σε έναν άχαρο δρόμο της πόλης, δεν επικοινωνούμε με κανέναν. Στο χωριό ήταν αλλιώς, η λειτουργία συνεχίζονταν ως αργά τη νύχτα και μετά μαζευόμασταν όλοι μαζί παρέες στα σπίτια για να τσουγγρίσουμε τα πασχαλινά αυγά, να φάμε τη μαγειρίτσα της μάνας και να διασκεδάσουμε. Δεν ήτανε τότε η τηλεόραση, υπήρχε αληθινή επικοινωνία και έτσι περνούσε χαρούμενα η υπόλοιπη βραδιά.
Α, να μη ξεχάσω να σας πω για το δώρο της νονάς που περιμέναμε όσο τίποτα άλλο εμείς τα παιδιά. Περιμέναμε, λοιπόν, να μας δώσει την «λαμπριάτικη κουλούρα» που ήταν μια κουλούρα ζυμωμένη στο χέρι, με ένα αυγό ή με ένα καρύδι για στολίδι. Θυμάμαι μια φορά που περίμενα τη νονά μου με τόση ανυπομονησία ώστε όταν αυτή η κακομοίρα ξεχάστηκε και άργησε λιγάκι, την κοίταγα και την ξανακοίταγα με τόση λαχτάρα, προσμένοντας να βγάλει την κουλούρα, ώσπου η μητέρα δεν άντεξε και είπε: «άϊντε ντε, βγάλτηνα την κλούρα και κοντεύ’ να λιγοθμίσει το κρούνικο»! Αυτά ήτανε τότε τα δώρα της νονάς στα βαφτιστήρια και όχι φίρμες παπουτσάκια και λαμπάδες με λαγουδάκια από τα πολυκαταστήματα όπως τώρα.
Την Κυριακή του Πάσχα ξεκινούσε η μεγάλη χαρά του ψησίματος και της καλής παρέας. Μεγάλοι και μικροί, νέοι, γερόντοι και παιδιά, όλοι το γλεντούσαμε αντάμα. Τώρα που είπα για παιδιά να σας πω ότι όπως παντού έτσι και στη δική μας τη γειτονίτσα ήμασταν αρκετά παιδιά, πάνω από τριάντα, που σήμερα σχεδόν όλα είναι ξενιτεμένα και θέλω με την ευκαιρία να στείλω σε όλους ευχές με αγάπη στα πέρατα του κόσμου. Τότε που τα χωριά ήταν ακόμη γεμάτα από κόσμο, εμείς τα παιδιά δίναμε χαρά και ζωή, με τα παιχνίδια μας, με τα γέλια μας, αλλά και με τις ιστορίες που ακούγαμε από τους μεγαλύτερους, τις παροιμίες και διάφορα γεγονότα, που τα συζητάγαμε για καιρό και βάζαμε και το δικό μας νεανικό αλατοπίπερο. Τώρα ακούω ότι θέλουν να καταργήσουν κάποια σχολεία σε μερικά χωριουδάκια μας. Δηλαδή να μην απομείνει τίποτα σ’ αυτό τον τόπο που τον ρήμαξε η ξενιτειά και η φυγή; Τέλος πάντων… Η Πασχαλιά, που λέγαμε, ήταν τότε η καλύτερη γιορτή. Το ψητό, το κοκορετσάκι, τα γέλια και τα πειράγματα, το κέφι και το τραγούδι, έδιναν κι έπαιρναν. «Ευγενή» ποτά, ουίσκι και μπύρα, δεν είχαμε τότε, αλλά είχαμε ντόπιο κρασάκι κόκκινο. Το αρνάκι άλλοι το έκαναν σουβλιστό, άλλοι στη γάστρα αλλά όπως και να ΄χε, τα πιάτα με τους μεζέδες, τις πίτες και τα γλυκά πηγαινοέρχονταν στη γειτονιά, όλη τη μέρα από σπίτι σε σπίτι. Πως θυμάμαι και εκείνα τα χαλκοματένια κατσαρολικά: τσουκάλια, μαστραπάδες, ταψιά, κανάτες, πολλά κιόλας απ΄ αυτά τα είχαν φέρει οι παππούδες μας από την Κωνσταντινούπολη, γιατί το χωριό μας είχε πολλούς εκεί και για αυτό το Καλεσμένο λεγότανε πολύ παλιά και «Πολιτοχώρι». Μα πιο πολύ τώρα που λέω όλα αυτά, θυμάμαι τον γανωματή τον κύριο Μάρκο, ένα ψηλό, λεπτό και καλόκαρδο άνθρωπο που τον αγαπούσανε όλοι. Τη μέρα του Πάσχα κάναμε και τις επισκέψεις μας και δίναμε τις ευχές μας για τους Λάμπρους και τις Λαμπρινές, τους Αναστάσηδες, τις Αναστασίες και τις Πασχαλιές.
Στο χωριό μας η γιορτή δεν τέλειωνε την Κυριακή του Πάσχα. Και τη βδομάδα που ερχόταν είχαμε πολλά γλέντια και χαρές. Τη Δευτέρα του Πάσχα στην πλατεία του Αϊ – Γιάννη έρχονταν ορχήστρα και γίνονταν μεγάλος χορός. Το κλαρίνο αντιλαλούσε στις ρεματιές και το τραγούδι μας ξεσήκωνε για τα καλά. Επίσης, την Παρασκευή του Πάσχα, στο Επάνω Χωριό, στην εκκλησία της Παναγίας, μαζευόμασταν όλοι οι χωριανοί με τα φαγητά μας, στρώναμε τις κουβέρτες κάτω από τα δέντρα, απλώναμε ότι είχαμε ο καθένας, τρώγαμε όλοι μαζί παρέα και μετά έρχονταν τα όργανα και δώστου πάλι χορό ως το σούρουπο. Το βράδυ κατεβαίναμε ως τα σπίτια μας με τα πόδια ρεμβάζοντας την ξελογιάστρα Άνοιξη. Τέλος, την Κυριακή του Θωμά, είχαμε τα καλύτερα, γιατί στον απέναντι συνοικισμό του Καλεσμένου, το Μοναστηράκι, γιόρταζε η εκκλησία του Αγίου Θωμά. Μετά τη λειτουργία, μας καλούσανε οι Μοναστηριώτες στα σπίτια τους όπου τρώγαμε και πίναμε παρέα και μετά ακολουθούσε κι εδώ τρικούβερτο πανηγύρι ως αργά τη νύχτα.
Κάτι ακόμη που ήθελα να σας πω παιδιά μου, είναι για τη χαρά που κάναμε όταν τις μέρες του Πάσχα τύχαινε να επιστρέψει στο χωριό κάποιος ξενιτεμένος συγχωριανός μας. Τότε είχαμε διπλή γιορτή. Να μην ξεχνάτε ότι οι ξενιτεμένοι μας αυτές τις μέρες νοσταλγούν ακόμη πιο πολύ τον τόπο και τους δικούς τους ανθρώπους. Κάποιοι από αυτούς τους αγωνιστές της ζωής -που αποχωρίστηκαν γονείς και αδέρφια για να προσφέρουν σε όλη την οικογένεια, γιατί τότε έτσι γινόταν- γυρνούσαν για να ξανασφίξουν στην αγκαλιά τους γονείς και αδέρφια και ίσως για να συναντήσουν κάποιο αίσθημα, ένα φλερτάκι ή για να διαλέξουν την αγαπημένη συντροφιά της ζωής τους. «Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι και μπαλωμένο» που λέει κι η παροιμία!
Αχ, τι να πρωτοθυμηθώ για σένα αγαπημένο μου χωριό. Δεν μπορώ να σε ξεχάσω όμορφο Καλεσμένο. Το υπέροχο φεγγάρι, τον κεντημένο έναστρο ουρανό, τα τριζόνια, το κελάρυσμα του νερού μέσα στη σιγαλιά της νύχτας και όλη αυτή τη γαλήνη που τη στερείται σήμερα ο κόσμος στις μεγαλουπόλεις. Πόσο κοντά ήμασταν τότε ο ένας στον άλλο, πόσο ανεμελιά υπήρχε παρόλο τη φτώχεια μας. Ίσως γι’ αυτό και οι «σοφοί» πολιτικοί μας να φροντίζουν να μας ξανακάνουν πάμπτωχους. Για καλό το κάνουνε, μη σας πάει αλλού ο νους. Για να μας ξαναφέρουν κοντά και να είμαστε πάλι δεμένοι.
Χρόνια πολλά σε όλους μας και ιδιαίτερα στους ξενιτεμένους μας….
Ήταν μια νοσταλγική αφήγηση από την Ευρυτάνισσα Κυρά Λένη
για το blog "Ευρυτάνας Ιχνηλάτης"
ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ! ΚΑΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΗ ΤΡΥΦΕΡΗ Η ΔΙΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ! ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΠΑΙΔΙΑ.
ΑπάντησηΔιαγραφήοι ξενιτεμένοι καταλαβαινουν διπλά την αξία. Καλές γιορτές και καλη ανταμωση
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό Πάσχα φίλε !
ΑπάντησηΔιαγραφήΤίποτα δεν έχει αλλάξει (μέσα μας) και τίποτα δεν είναι όπως παλιά (γύρω μας).
Ας μας προστατεύσουν οι μνήμες μας και ας μας κάνουν αόρατους στα βάσκανα μάτια της πολύχρωμης και παντοδύναμης "κρίσης" .
Όμως εξακολουθώ να μην ξέρω τι να παίξω στα παιδιά , και κάθε μέρα φοβάμαι όλο και περισσότερο το αύριο ...
Ρε, ρε. Τι ατακα εριξε στο τελος της αφηγησης η κυρα Ελενη για τους πολιτικους. Σφαξιμο με το βαμβακι. Ακομη γελαω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλη αναπαυλα το Πασχα και οσο μπορειτε φροντιστε να περασετε οσο πιο παρεϊστικα γινεται. Τις δυσκολες μερες που ζουμε κανεις δεν πρεπει να ειναι μονος η αποκομμενος. Κουβεντιαστε-επικοινωνειστε, στην οικογενεια, στη δουλεια, στις παρεες παντου. Καλα να περασετε παιδια.
Πολύ ζωντανή διήγηση με ωραίες εικόνες και ζεστασιά. Με ταξίδεψε στο χωριό της αλλά και στο παρελθόν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα ναι καλά η κυρά Ελένη και Καλή Ανάσταση σε όλο το κόσμο.....με υγεία και αγάπη.
Πραγματικά οι άνθρωποι που έχουν τέτοια βιώματα νοσταλγούν την ομορφιά τους,και συγκινούνται..Τώρα πλέον ο περισσότερος κόσμος δεν βιώνει αληθινά τις ημέρες της μεγάλης εβδομάδας και το πάσχα.Είναι όλα τυποποιημένα και είναι απλά οι μέρες που θα κάνουν τα ψώνια τους και θα τσουγκρίσουν και κανένα αβγό.Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΓειά σου κυρά Λένη με τα ωραία σου και τα αυθεντικά σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗθελα να πω κάτι γενικό για αυτό που ονομάζεται παραδόσεις. Προσωπικά αν και σέβομαι την παλιά παράδοση και θεωρώ τα περισσότερα στοιχεία της χρήσιμα και για το σήμερα, παράλληλα πιστεύω ότι δεν πρέπει να θεωρείται και θέσφατο, δηλαδή ότι σώνει και καλά θα πρέπει να γίνεται αποδεκτή σε όλες ανεξαρτήτως τις εκδοχές της. Αλλά τελικά αυτό που έχει την πιο μεγάλη σημασία είναι ότι η ζωή των ανθρώπων δίπλα στη φύση και παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν, τους πρόσφερε έναν καθαρό, υγιεινό και πηγαίο τρόπο ζωής που είναι δυσέρευτος για εμάς τους ταλαίπωρους και μόνιμα αγχωμένους κατοίκους των μεγάλων πόλεων. Γίναμε γρανάζια μιας μηχανής που δουλεύει αδιάκοπα και στο τέλος αλέθει και τους πάντες. Για αυτό μόλις βρούμε την παραμικρή ευκαιρία κοιτάμε να ξεφύγουμε από τη ζούγκλα και να πιάσουμε κανά βουνό.
Η διήγηση πραγματικά μας γέμισε με ζωντανές εικόνες και βαθιά μηνύματα που μάλιστα βγήκαν και με ένα χαριτωμένο τρόπο.
Καλές γιορτές, με καλή παρέα.
Από την πλευρά του blog, θέλουμε να ευχαριστήσουμε ολόψυχα την κυρά Λένη που με την ολοζώντανη αφήγησή της μας προσέφερε αυτό το συγκινητικό ταξίδι της θύμησης αλλά και της γνώσης για μία οπωσδήποτε πιο αγνή εποχή η οποία μάλλον έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Αυτές οι γνωστές-άγνωστες παραστάσεις αποτελούν πολύτιμο υλικό για εκείνο το μαγικό μπαουλάκι της λαϊκής κληρονομιάς του Ευρυτάνα και όχι μόνο. Ο φίλος "tselos photos" θέτει πραγματικά πολύ εύστοχα τη σημασία των αντισωμάτων της συλλογικής μνήμης σε μια δύσκολη συγκυρία και μπροστά σε ένα αβέβαιο μέλλον. Κατά τη γνώμη μας, μέσα από την αφήγηση της κυρα Λένης αξίζει να προβληματιστούμε, να θυμηθούμε και να επαναξιολογήσουμε κάποιες ίσως ξεχασμένες έννοιες και αξίες όπως: αγάπη και σεβασμός στη μάνα φύση, γειτονιά, κοινωνικοί δεσμοί και αλληλεγγύη, επικοινωνία. Ευχές σε όλους τους γνωστούς και άγνωστους φίλους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια πολυ σοφή κουβέντα που λεει η κυρια ελένη ειναι στο σημείο που μιλάει για τον καιρό που δεν είχε μπει ακόμη η τηλεοραση στα σπιτια και αρα υπηρχε αληθινή επικοινωνια ανάμεσα στις οικογενειες και στις παρέες.Μεγάλη αληθεια
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ φύση είναι το αληθινό σπίτι του ανθρώπου..... Αν το αρνήθηκε , το λεηλάτησε και το μόλυνε θα υποστεί και τις συνέπειες..... Η νοσταλγική διήγηση αυτής της γυναίκας με καθήλωσε , με τη βαθιά τρυφερότητα που βγάζει για το φυσικό περιβάλλον και τους απλούς ανθρώπους , και συνάμα για το έξυπνο χιούμορ της γύρω από διάφορες καταστάσεις!!!!!!!!! "Καλή Ανάσταση" (γενικώς)!!!!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή10/4/1950
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια δες κορμί χωρίς ψυχή και σώμα δίχως αίμα και τη φωτογραφία μου για να θυμάσται εμένα.Στη μηχανή το βγάλανε το δόλιο το κορμί μου και το στείλα εις τους γονιούς να γιάνουν την πληγή μου.
Σώμα ψυχή και κόκκαλα όλα θα γίνουν χώμα μα η φωτογραφία μου θα μείνει στον αιώνα.
-Το κείμενο αυτό ειναι γραμμένο πίσω απο φωτογραφία του πατέρα μου Κων/νο Μιχαήλ Ράγκο οταν ήταν κρατούμενος στη Γυάρο.Το αφιερώνω στον Ευρυτάνα Ιχνηλάτη που γνώρισα την Κυριακή του Πάσχα στο Καλεσμένο.
Η ανάμνηση κάποιων ανθρώπων σκορπάει το πιο διαχρονικό άρωμα. Υποκλίνομαι ευλαβικά στη μνήμη του και σε ευχαριστώ ολόψυχα για αυτή την τόσο ξεχωριστή αφιέρωση καρδιάς. Εις το επανιδείν Βούλα και γρήγορα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ωραία αφήγηση της κυρά Ελένης μας γέμισε νοσταλγία και όμορφες εικόνες από την ανοιξιάτικη φύση της Ευρυτανίας. Πραγματικά το Πάσχα στο χωριό τέτοια εποχή έχει πάντα κάτι το πολύ ξεχωριστό. Ιδίως εκείνα τα χρόνια ο κόσμος ζούσε τις γιορτινές μέρες πολύ έντονα, οι άνθρωποι επικοινωνούσαν ουσιαστικά και υπήρχε αλληλεγγύη. Πόσο εκλείπουν στις μέρες μας αυτές οι εικόνες που περιγράφει η κυρά Ελένη. Τυχεροί αυτοί που τις έζησαν και που τις κουβαλάνε στη θύμηση τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπο δω και πέρα η άνοιξη στην Ευρυτανια είναι μια μαγεια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν μπορώ να σε ξεχάσω όμορφο Καλεσμένο. Το υπέροχο φεγγάρι, τον κεντημένο έναστρο ουρανό, τα τριζόνια, το κελάρυσμα του νερού μέσα στη σιγαλιά της νύχτας και όλη αυτή τη γαλήνη που τη στερείται σήμερα ο κόσμος στις μεγαλουπόλεις.
ΑπάντησηΔιαγραφή-----------------------------------------
Εδώ τα είπες ΟΛΑ κυρα Λένη!
Τα χωριά και γενικότερα οι μικρές εναλλακτικές κοινότητες θα είναι το μέλλον....Τις επόμενες δεκαετίες θα υπάρξουν νέοι πρωτοποριακοί τρόποι διαβίωσης δίπλα στη φύση.... Συμβαίνει ήδη σε πολλές ευρωπαικές χώρες και αργά ή γρήγορα θα γίνει και εδώ....Βέβαια κάτω από διαφορετικές συνθήκες που θα επιβάλλουν οι σύγχρονοι καιροί....Οποιος το συνειδητοποιήσει έγκαιρα , έχει καλώς......
ΑπάντησηΔιαγραφήτης αξίζουν πολλά μπράβο της γυναίκας για την παραστατική αφήγηση της.θα ήθελα να την ενημερώσω ότι αν κ έχουν αλλάξει πολλά κ στη ζωή στο χωριό είναι ακόμη ανθρώπινη,υπάρχει η φυσική επικοινωνία που περιγράφει εν αντίθεση με την πόλη που έχει ξεφύγει από καθετί το ανθρώπινο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦίλε καλώς όρισες και σε ευχαριστούμε για το εύστοχο σχόλιο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαιρόμαστε ιδιαίτερα όταν επισκέπτεστε τις παλαιότερες αναρτήσεις μας.