Ένα διαλεχτό κείμενο από την Κρικελλιώτισσα "Ακευσώ"
για τους αναγνώστες
του blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"
Ο Μάης, ο πεντεδείλινος, μαζεύει στα κήπια τα μαραμένα τριαντάφυλλα κι ετοιμάζεται να παραδώσει την εξουσία στο καλοκαίρι, το φορτωμένο υποσχέσεις και ξελογιάσματα.
Το Βελούχι, το Βουνό της Ανταρτοσύνης, υψώνεται «περήφανο και χιλιοζηλεμένο».
Η πρωτεύουσα, ξαπλωμένη οδαλίσκη στα πόδια του, χουχουλιέται σε παπλώματα ναρκισσευόμενης ευημερίας, εύκολου νεοπλουτισμού, υβριστικής εγωπάθειας.
Στον κεντρικό δρόμο, που ενώνει τη Μεσοχώρα με το Καρπενήσι, κοντά στο εξοχικό «αιωνίου» βουλευτή, εντεταλμένου να προστατεύει από μακελάρηδες τα πάτρια εδάφη, να γνοιάζεται για το μέλλον των παιδιών μας(!!!;;;), η εικόνα συγκλονίζει:
Αριστερά μας, η Ζωή και η Ανάσταση!
Η Μάνα-Γη ερωτοτροπεί με ελπιδοφόρα χρώματα. Ψάλλει ύμνους αρχέγονους:
«Ω! Θεά Φύση, μητέρα των πάντων,
πολυμήχανη μητέρα επουράνια,
σεβαστή θεά που κτίζεις τα πάντα»
Σταίνει αυτί σε τραγούδια λιγύφθογγα, σε ήχους εξόριστους απ’ της πόλης τα στενά. Αγαλλιάζει στα χνώτα του ιερού ζώου, που κάποτε ζέστανε στη φάτνη της ταπεινότητας τον νεογέννητο Σωτήρα, τον κατατρεγμένο από τον αιμοσταγή Ηρώδη και τους μικρόψυχους Γραμματείς και Φαρισαίους. Το καταπράσινο χαλί της, χαϊδολογιέται με του ήλιου τα χαμόγελα κι ευλογάει τα μοσχομύριστα γεννησαρούδια της.
Δεξιά μας, η Σταύρωση κι ο Θάνατος!!!
Σειρές φωτοβολταϊκών, εκεί που φύτρωνε «φλισκούνι κι άγρια μέντα», σπέρνουν την ξεραΐλα και τη νέκρωση. Κακές μάγισσες, στοιχειωμένες σ’ εβένινα γραφεία χρυσοκάνθαρων επενδυτών, μοιράζουν καθρέφτες ποτισμένους με δηλητήριο φαρμακερό, καλογυαλισμένους με «λαγούς και πετραχήλια», τυλιγμένους στα «Θα» της αρπαχτής, βαφτισμένους στ’ όνομα της «ΠΡΑΣΙΝΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ!!!;;;».
Η Θεά Περσεφόνη, μοιρασμένη στον πάνω και στον κάτω κόσμο, με τ’ αριστερό της μάτι χαίρεται «όσα εν σοφία εποιήθησαν». Με το δεξί μοιρολογάει, τυφλωμένο από το «γλίσχρον φως» της οδυνηρής σκοτοδίνης του εκμαυλισμού της κεφαλαιοκρατίας. Με τ’ αριστερό της αυτί, ηδονίζεται στ’ αηδονιού το ερωτικό κάλεσμα. Με το δεξί, θλιμμένη απ’ την «άκρα του τάφου σιωπή», αναζητάει τη μάνα της, τη Δήμητρα, να την παρακαλέσει να γίνει αρωγός της Κάθαρσης, για να γκρεμίσουν, επιτέλους, σε ανήλιαγους Καιάδες αυτούς που εν μια νυκτί υπέγραψαν νόμους «περί χαρακτηρισμού παραγωγικών ή μη γαιών».
Το Βουνό της Ανυπακοής αρνιέται να δεχτεί το φιλί της προδοσίας. Σιχτιρίζει τους Μαμμωνάδες που παίζουν αιμάσσουσες ζαριές στις πλάτες του πλανήτη. Οικτίρει τους ιδιοκτήτες των χωραφιών, που έναντι πινακίου φακής και εύκολου κέρδους, εκχωρούν στους ολετήρες της παράδοσης τα χωράφια των προγόνων, κόβοντας τον ομφάλιο λώρο με τις ιστορίες του ιδρώτα γενεών αργασμένων στου ησιόδειου άροτρου τη σπορά. Βρονταστράφτει ακούγοντας τις γεροντίστικες δικαιολογίες: «Τι να ‘κανα; Απόκαμα… Ορφάνεψε ο τόπος… Το Γενιτσαριό μάντρωσε τα παιδιά μας σε ξένες στράτες, τους πούλησε «φύκια για μεταξωτές κορδέλες», τους έσπρωξε να χορεύουν «τσάμικα» σε σκοτεινές δουλειές, σε δύστροπα αφεντικά…. Σκούριασαν οι κλειδαριές στα σπίτια μας... Η σύνταξη δεν μου φτάνει… Είναι σωτήριο το ενοίκιο από τούτο το χωράφι…»
Είναι ολοφάνερο ότι οι σύγχρονοι κονκισταδόρες βρήκαν Κερκόπορτα και μπήκαν ν’ αλώσουν τον τόπο μας!
Ψηλά, στη σπηλιά του Κατσαντώνη, δώδεκα νέοι κάνουν σύναξη. Δώδεκα ανταριασμένες ψυχές κοιτάνε κατά τον ήλιο και δίνουν όρκο βαρύ:
«Εγώ, παιδί του ελληνικού λαού, ορκίζομαι ν’ αγωνιστώ για το διώξιμο του εχθρού απ’ τον τόπο μας, για τις ελευθερίες του λαού μας. Ορκίζομαι να είμαι άγρυπνος φρουρός και προστάτης της γης μας.»
Ήταν ένα εξαιρετικό άρθρο
από την "Ακευσώ" του Κρίκελλου