Χαμογελούσαν κάποιοι καλοί φίλοι συμπατριώτες, ένα καλοκαιράκι πριν από αρκετά χρόνια, όταν τους πρωτορωτήσαμε για το Πανταβρέχει! Ελάχιστοι, ακόμη και στον τόπο μας, γνώριζαν τότε γι’ αυτό! Κάποιοι λίγοι… “μυημένοι”, όμως, ήξεραν πολύ καλά:
-«Είναι καλός ο καιρός και δεν θα ‘χει φουσκονεριά το φαράγγι τούτη την εποχή. Να το φτάσετε ως το τέρμα και δεν θα το ξεχάσετε ποτέ! Έχετε… αγροτικό»;
-«Μωρέ θα τη βρούμε την άκρη»!
Διαβαίνουμε την απίθανη ελατόφυτη διαδρομή του πανέμορφου Κρίκελλου, περνάμε και την ιστορική ανταρτογέννα Δομνίστα και μπαίνουμε στη χωμάτινη παρακαμπτήριο με κατεύθυνση τη Σκοπιά (παλιά Τσεκλίστα) που βρίσκεται σκαρφαλωμένη στα 1150 μέτρα. Η διαδρομή ξετυλίγεται σε ένα ταλαιπωρημένο κακοτράχαλο δρόμο μέσα σε μια πανδαισία εικόνων σπάνιας ομορφιάς. Όλο το μεγαλείο της ευρυτανικής φύσης ξεδιπλώνεται μπροστά μας.
Υπάρχουν σημεία που ο ελατιάς είναι τόσο πυκνός που θαρρείς πως ο ήλιος δυσκολεύεται να τον διαπεράσει. Ανάμεσα από τα αιωνόβια δέντρα ξεπροβάλλουν πανύψηλες βουνοκορφές που λογχίζουν με θράσος τον καταγάλανο ουρανό. Πηγές με κρουσταλλένια νερά αναβλύζουν μέσα από τα σπλάχνα της μάνας γης. Ένας αετός με ανοιγμένα διάπλατα τα φτερά του πραγματοποιεί τη μεγαλειώδη πτήση της δικής του ελευθερίας κατευθυνόμενος απέναντι προς τα Ψιανά, το χωριό του Γιάννη Βράχα που τόσο όμορφα είχε περιγράψει ετούτο τον τόπο στα διηγήματά του. Οι στροφές γίνονται όλο και πιο δύσκολες και οι χαώδεις χαράδρες κόβουν την ανάσα. Κάθε τόσο μας φανερώνεται από ψηλά και το ποτάμι που φιδογυρνάει χρυσωμένο από τις ακτίνες του ηλίου. Και εκεί που το βουνό «ανοίγει», να σου και ένα χαμένο χωριουδάκι στη μέση του πουθενά. Και μετά κι άλλο, κι άλλο! Αη Χαραλάμπης, Καστανούλα, Αγία Παρασκευή. Απομονωμένοι μικροί οικισμοί μέσα στην απεραντοσύνη των κατάφυτων δυσπρόσιτων βουνών.
Αναρωτιόμαστε πώς να ξεφύτρωσαν εδώ σε τούτη την ερημιά. Μας ήρθε στο νου ένα γεροντάκι απ’ τ’ Άγραφα που κάποτε μας είχε πει: «Παιδιά μου στα πολύ παλιά τα χρόνια, στην Ευρυτανία ερχόντουσαν παλικάρια και ολόκληρες οικογένειες, από την Ήπειρο, απ' το Μοριά κι αλλού, κυνηγημένοι από τους πασάδες. Σκάρωναν με δυο-τρεις πέτρες ένα καλυβάκι και άντε μετά να τους βρουν. Να φάνε δυσκολεύονταν, αλλά ανέπνεαν λεύτερο αέρα». Σάματις να ‘χε δίκιο εκείνος ο παππούς.
Φτάνουμε στη Ροσκά το τελευταίο απομονωμένο χωριουδάκι με 4-5 μόνιμους κατοίκους. Μετά το χωριό κατηφορίζουμε τον… κατσικόδρομο. Και ξάφνου να! Ο Κρικελλοπόταμος κόβει στη μέση το βουνό. Φτάσαμε, λοιπόν, στο κομβικό σημείο. Απέναντι, το βουνό της Καλιακούδας καμαρώνει περήφανο σκίζοντας τα ουράνια. Από κάτω τα Δολιανά ξεχασμένα στη μοναξιά τους... Στις κατωφέρειες, υπήρχαν παλιά και έμπεδα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Πλησιάζει το μεσημέρι και ο ήλιος είναι λαμπερός. Ξεκινάμε, ακολουθώντας την αριστερή όχθη του ποταμού. Ψηλά, πολύ ψηλά, αιωρείται μια ξυλογέφυρα με σχοινιά! Είναι το λεγόμενο «κακογέφυρο» που συνέδεε παλιά τη Ροσκά με τα αντικριστά Δολιανά.
Προχωρώντας λίγο παρακάτω, ξεχνάμε την έννοια «όχθη» και μπαίνουμε στο δροσερό νερό του Κρικελλοπόταμου. Κάποια στιγμή η ματιά χάνει το σημείο που πρωτοξεκινήσαμε. Το φαράγγι πλέον ξεπροβάλλει πανύψηλο, θεόρατο και όσο φτάνει το μάτι στο βάθος. Στη διαδρομή την προσοχή μας αποσπούν τα πλευρικά τοιχώματά του με τις ατέλειωτες πτυχώσεις από τη διάβρωση, σε σταχτιές, κόκκινες, ροζ και μωβ εντυπωσιακές αποχρώσεις!
Με μια γκλίτσα στο χέρι ανιχνεύουμε κάθε τόσο το βάθος του νερού πριν κάνουμε το επόμενο βήμα. Ακροβατούμε πότε στα βράχια και τις πέτρες και πότε κολυμπάμε για λίγο και μέσα στο ήπιο -ετούτη την εποχή- ποτάμι. Πάνω από μισή ώρα διασχίζουμε το φαράγγι παραδομένοι στη μαγεία του. Στην πορεία μας μια μεγάλη βραχώδη κοιλότητα όμοια με τη νεραϊδοσπηλιά των παραμυθιών μας αφήνει άναυδους.
Νάσου ακριβώς μπροστά μας και ο πρώτος μικρός καταρράκτης. Λίγο παραπέρα εμφανίζεται κι άλλος, μεγαλύτερος. Λες και το φαράγγι μας προετοιμάζει για κάποιου είδους… υποδοχή!
Προχωράμε λίγο ακόμη, ώσπου σε ένα σημείο το φαράγγι στενεύει τόσο που το φως σχεδόν χάνεται. Ένα κρύο αεράκι μας δροσίζει.
Και ξαφνικά μένουμε… στήλες άλατος! Το βλέμμα μας καθηλώνεται στο παραδεισένιο υπερθέαμα που ξανοίγεται μπροστά μας. Από πολύ ψηλά, από εκεί που ο ουρανός φαντάζει μακρινός, ξεπηδούν μεγάλοι καταρράκτες γκρεμίζοντας ορμητικά τα νερά τους στο ποτάμι! Ένας πελώριος βράχος στη μέση δέχεται τον καταιγισμό. Έτσι όπως το νερό χυμάει ατίθασο, «φιλτράρεται» σε κάποια σημεία μέσα από τα κρεμαστά φυτά των βράχων και έτσι δημιουργείται μια ευρεία διασπορά του υγρού στοιχείου, δίνοντας την εντύπωση μιας συνεχούς βροχής!!!
Οι εικόνες είναι ονειρικές! Δε λέμε κουβέντα. Τα λόγια περιττεύουν. Για πολλή ώρα ταΐζουμε τα μάτια της ψυχής, όσο η απόκοσμη βουή των καταρρακτών μας συνεπαίρνει. Αληθινά εδώ ΠΑΝΤΑ ΒΡΕΧΕΙ !!!
Μπαίνουμε κάτω από την πελώρια... φυσική ντουζιέρα και παραδινόμαστε στον καταιγισμό των νερών. Το σώμα δέχεται με ευχαρίστηση τη δροσιά, η αναζωογονητική επίδρασή του διαπερνά κάθε κύτταρό μας! Μακαρίζουμε την τύχη μας που μας έφερε σε τούτο το θεϊκό μέρος. Η Φύση εδώ ξεπερνά και την ίδια τη φαντασία!
Στο τέλος των καταρραχτών το φαράγγι ξανοίγει και διάπλατο το εμπλουτισμένο ποτάμι αργοκυλάει στον αιώνιο δρόμο του. Εμείς όμως παγώνουμε το χρόνο! Ξεχνιόμαστε για ώρες ολόκληρες, μέσα στο μοναδικό κάλλος της ανυπέρβλητης ευρυτανικής φύσης.
Σιμά στη μαγεία. Μέσα στην απόλυτη άγρια ομορφιά, μέσα σε τούτο το μεγαλείο όπου η ψυχή φτερουγίζει ελεύθερη, λυτρωμένη και απαλλαγμένη από τα άγχη και τις έννοιες της καθημερινότητας που σε τέτοιους ευλογημένους τόπους φαντάζει τόσο μακρινή και ανώδυνη!
ΥΓ. Επιπλέον φωτογραφίες μπορείτε να δείτε εδώ