Τρίτη 12 Ιουλίου 2022

Η αρκούδα


"Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου"! Ένα εμβληματικό βιβλίο του Ευρυτάνα συγγραφέα Στέφανου Γρανίτσα (1880 - 1915) που μεγάλωσε γενιές και γενιές! Πάμε λοιπόν να γνωρίσουμε την αρκούδα μέσα από τη γλαφυρή περιγραφή του αείμνηστου συμπατριώτη μας...


==================

Η ΑΡΚΟΥΔΑ

Ιδού και ένα δημιούργημα της πεθεράς.

Η Αρκούδα.

Μία φορά κι έναν καιρό ήταν μια πεθερά που βασάνιζε τη νύφη της. Ο ελληνικός λαός δεν παραδέχεται καθόλου πως υπάρχει πεθερά κακή για τον γαμ­βρό της. «Ίσια ίσια γι’ αυτόν γεννάει κι ο κόκορας της πεθεράς αυγό».

Αν ιδής μάλιστα εις ένα σπίτι πεθερά, λέγει ο λαός, κοίταξε πως είναι σκουπισμένη η σκάλα, για να καταλάβης αν είναι πεθερά του ανδρός ή της γυναικός του. Αν είναι πεθερά του γαμβρού, τουτέστι μητέρα της νύφης, η σκάλα είναι κακοσαρωμένη. Από φόβο μήπως χαλάση τον πρωινόν ύπνο του γαμβρού και της κόρης της, ίσια, που εγγίζει τη σκούπα στα σανίδια. Αν είναι όμως μητέρα του γαμβρού, τότε χτυπάει τόσο δυνατά για να ξυπνήση τη νύφη της, ώστε κάνει τη σκάλα καθρέφτη.

Η λαϊκή κακογλωσσιά δεν δέχεται γεράματα της γυναικείας φιλαρεσκείας. Θα έχετε ακούσει, βέβαια, πως ρώτησαν μια φορά κάποια πεθερά αν θέλη μέλι ή γαμβρό και εκείνη απήντησε:

-Που έχω ’γω, παιδιά μου, δόντια για μέλι...

Η πεθερά λοιπόν, που εβασάνιζε τη νύφη της, έδωκε σ’ αυτήν ένα πρωί μαύρα μαλλιά για να πάη στη βρύση να τα πλύνη όσο το δυνατό να γίνουν άσπρα.

-Μπορεί, μάνα, τα μαύρα μαλλιά να γίνουν άσπρα;…

-Μπορεί και παραμπορεί… Η άξια γυναίκα ό,τι δε θέλει δεν μπορεί.....

Η νύφη πήρε τα μαύρα μαλλιά και πήγε στη βρύση. Έπλυνε, ξέβγανε αλλά τα μαλλιά έβγαιναν πάντα μαύρα. Έφτασε το βράδυ κι η νύφη απόκαμε:

-Τώρα, είπε, τι να κάμω;.... Όπου κι αν είναι θα κουβαληθή ο Ιούδας εδώ και θα με γέψη... Λυπήσου με, Παναγιά μου, κάνε με έν’ αγρίμι να την πνίξω άμα έρθη να με βασανίση....

Η Παναγία την εψυχοπόνεσε και την έκαμε αρκούδα.

-Τώρα, Παναγιά μου, είπε και σου την σιγυρίζω...

Παραμέρισε σε μια κουφάλα και περίμενε την πεθερά της. Εκείνη ήρθε και καθώς δεν είδε τη νύφη της δίπλα στα κανάλια, πήρε ένα ξύλο κι άρχισε να ψάχνη δεξιά και αριστερά στα πλατάνια. Την ώρα όμως που η Αρκούδα ήταν έτοιμη να της ριχθή και να την σχίση, εκείνη επρόλαβε και φώναξε:

-Αχ ετούτο τ’ αγρίμι έφαγε τη νυφούλα μου. ..

Κι έβαλε τέτοια κλάματα, ώστε η Αρκούδα είδε ή θάρρεψε πως την επονούσε στ’ αλήθεια. Και έτσι δεν την επήραξε, αλλά έφυγε στα βουνά».

Η παράδοσις είναι Ηπειρωτική. Θαύμα αβρότητος προς την πεθεράν εις τους μύθους του, εις τας παροιμίας του, εις τα τραγούδια του ο λαός αυτός. Ηπειρω­τικοί είναι και αυτοί οι στίχοι:

Κι η σκύλα πεθερά σου

θέλει μαχαίρωμα

μες το ξημέρωμα!...

Έως τώρα την Αρκούδα την εγνωρίζαμε από τους πρώην συμμάχους μας και από τα δημοτικά τραγούδια:

Κι όπ’ εύρης λάφια σκότωσ’ τα

κι αρκούδια ημέρωσέ τα

κι όπ’ εύρης και τον άνδρα μου

ρίξε και σκότωσέ τον,

μη τον βαρέσης σε πλευρό

κι αργήση να πεθάνη.

Ποιος είδε τον Αμάραντο

σε τι γκρεμνό φυτρώνει,

Τον τρων τα ’λάφια και ψοφούν

τ’ αρκούδια κι ημερεύουν.

Συντρόφοι μη μ’ αφήσετε

σε τούτον έρμο τόπο,

εδώ ’ν’ αγρίμια να με φαν

κι αρκούδια να με σχίσουν,

εδώ ’ναι φίδια με φτερά

με δεκοχτώ κεφάλια.

Με τας νέας όμως επαρχίας εγίναμε πλούσιοι αρκουδοπαραγωγοί. Τα Ηπειρωτικά όπως και τα Μακεδονικά ορεινά δάση κρύβουν αρκετόν πλήθος. Εν­νοείται, ότι καμμίαν αξίαν δεν προσθέτουν εις την γουνοπαραγωγήν μας, διότι η άσπρη αρκούδα, της οποίας έχει αξίαν το δέρμα, είναι σπάνιον φαινόμενον εις την Βαλκανικήν. Πού και πότε να ξεκόψη καμμία από την Ρωσσίαν.

Έχομεν λοιπόν μόνον το βάσανόν των, βάσανον της βλαστήσεως, εν μέρει της στάνης, αλλά μέγα βάσανον για τα μελισσομάντρια, διότι το μέλι είναι η μεγάλη αδυναμία της και το μελισσοτρύγισμα το κύριον ταλάν της. Ως και η Αλεπού ακόμη της ανεγνώρισε αυτήν την ειδικότητά της.

Μια φορά είχαν κάμει συντροφιά για να χαλούν μελίσσια. Η Αλεπού είχε τη βάρδια κι η Αρκούδα το χάλασμα της κυψέλης. Έτρωγεν όσο ήθελε και όταν έφευγε, έπαιρνε μαζί της ένα κομμάτι για κείνην αλλά μετ’ ολίγον η Αλεπού επίστεψεν, ότι μπορεί να χαλάση και μόνη της μελίσσια.

Επήρε λοιπόν τα Αλεπόπουλα, τα έβαλε στα καραούλια (σκοπούς) και διηυθύνθη μόνη της στο μελισσομάντρι. Αλλά συνηθισμένη από τα κοτέτσια, ήρχισε ν’ αναποδογυρίζη ένα ένα τα μελίσσια· πετάχτηκαν σύννεφα οι μέλισσες, της έζωσαν το κορμί της ως την ουρά και δεν είδε από ποια πόρτα έφυγε. Άμα έφθασε στα παιδιά της είπε:

-Πάμε, παιδιά μου, δεν είμαστε για μεγάλες δουλειές εμείς σαν την Αρκούδα. Είμαστε μόνον για καραούλια καλοί.... 

Για ποια μεγάλη δουλειά δεν είναι άξια η Αρκούδα; Δαμάζει θηρία, σκαρφαλώνει στα πλέον υψηλά δένδρα για να φάη καρπούς, πετροβολά με θαυμασίαν δεξιότητα και μόνον μίαν αδυναμίαν της ευρήκαν οι βοσκοί του Ζαγορίου, όπως μου έλεγαν: Τη φωτιά. 

Άμα ιδή δαυλί, φεύγει σαν η Αλεπού τα μελίσσια. Αν οι βοσκοί δεν έχουν αναμμένη φωτιά τσακμακίζουν τα στουρνάρια τους και την προγγούν με τις σπίθες! Πώς αυτό το παντοδύναμο και άτρομο ζώο επήρε με τόσο φόβο τη φωτιά; Να της θυμίζη το σπίτι της, τουτέστι την πεθερά της;

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

16 σχόλια:

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...

Η συνοδευτική εικόνα είναι από το διαδίκτυο και ανήκει στο δημιουργό της.

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραία ανάρτηση !
Σ.Μ.

PHOTO ΤΙΤΛΟΙ είπε...

Θεωρώ αδιανόητο αυτό το βιβλίο να μην υπάρχει στη βιβλιοθήκη κάθε σπιτιού!

άγριο κυκλάμινο είπε...

Καλημέρα Ευρυτάνα.
Όταν διαβάζω Στέφανο Γρανίτσα είναι σαν να γυρίζω πίσω το χρόνο και να ακούω τα πιο όμορφα παραμύθια από τα χείλη του παππού μου!!!!
Nα είσαι καλά.

Άιναφετς είπε...

Υπέροχη ιστορία και ακόμα στις μέρες που κυκλοφορούν αρκούδες με τα μωρά τους νομίζω πως ταιριάζει!

doctor είπε...

ΦΙΛΤΑΤΕ ΙΧΝΗΛΑΤΗ ΕΥΓΕ ΠΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΕΜΒΛΗΜΑΤΙΚΟΥ ΕΥΡΥΤΑΝΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΓΡΑΝΙΤΣΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗ ΧΑΡΗ ΤΗΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΣΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΒΟΥΝΩΝ ΜΑΣ.

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραία ανάρτηση, οι πεθερές έχουν πράγματι ένα θέμα με τις νύφες, ανάλογα βέβαια με την πεθερά.
Ωραία ιστορία με την αρκούδα, νύφη και πεθερά. Ειρήνη υμίν!!!

Giannis Katseas είπε...

ΕΥΓΕ εξαιρετικη η αφηγση με ξεχειλη την λαικη σοφια των παλιων μας.
Τελικα οσο περνανε τα χρονια ολο και λιγοτερο σοφοι γινομαστε γιατι πολυ απλα ξεκοψαμε απο την φυση και γιναμε "πολιτισμενοι"...τρομαρα μας.

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...

Μια μικρή παρέμβαση...

* Θα παρακαλούσαμε όσοι σχολιάζετε ως "ανώνυμοι" να προσθέτετε στο τέλος ένα όνομα, ψευδώνυμο ή αρχικά ώστε να μπορούμε να σας ξεχωρίζουμε.

Ευχαριστούμε...
Καλή συνέχεια στα σχόλιά σας.

kapetandiamantis είπε...

MΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΓΟΣ Ο ΓΡΑΝΙΤΣΑΣ.
ΦΟΒΕΡΟΣ!!!!!!!!

Giannis Pit. είπε...

Αυτά τα διηγήματα, Ευρυτάνα μου, έρχονται πίσω από το ιστορικό βάθος της παράδοσης της λογοτεχνίας του λαού μας. Μάς μιλά για πράγματα και καταστάσεις, άγνωστες για το σήμερα, ικανές όμως να γεμίσουν τη γνώση των νεωτέρων και να διδάξουν.
Την καλησπέρα μου φίλε μου.

Ο Γιάννος από τα βουνά της Πινδου είπε...

Ο Στέφανος Γρανίτσας μαγικός
Και η Αρκούδα της πατρίδας μας δεμένη με την άγρια φύση .

Φυσιολάτρης! είπε...

Η αρκούδα
Απόσπασμα από τη Σονάτα του Σεληνόφωτος του Γ.Ρίτσου


Φορές-φορές, τήν ὥρα πού βραδιάζει, ἔχω τήν αἴσθηση
πώς ἔξω ἀπ’ τά παράθυρα περνάει ὁ ἀρκουδιάρης μέ τή γριά βαρειά
του ἀρκούδα
μέ τό μαλλί της ὅλο ἀγκάθια καί τριβόλια
σηκώνοντας σκόνη στό συνοικιακό δρόμο
ἕνα ἐρημικό σύννεφο σκόνη πού θυμιάζει τό σούρουπο
καί τά παιδιά ἔχουν γυρίσει σπίτια τους γιά τό δεῖπνο καί δέν τ’ ἀφήνουν
πιά νά βγοῦν ἔξω
μ’ ὅλο πού πίσω ἀπ’ τούς τοίχους μαντεύουν τό περπάτημα τῆς γριᾶς
ἀρκούδας —
κ’ ἡ ἀρκούδα κουρασμένη πορεύεται μές στή σοφία τῆς μοναξιᾶς της,

μήν ξέροντας γιά ποῦ καί γιατί —
ἔχει βαρύνει, δέν μπορεῖ πιά νά χορεύει στά πισινά της πόδια
δέν μπορεῖ νά φοράει τή δαντελένια σκουφίτσα της νά διασκεδάζει τά
παιδιά, τούς ἀργόσχολους, τούς ἀπαιτητικούς,
καί τό μόνο πού θέλει εἶναι νά πλαγιάσει στό χῶμα
ἀφήνοντας νά τήν πατᾶνε στήν κοιλιά, παίζοντας ἔτσι τό τελευταῖο
παιχνίδι της,
δείχνοντας τήν τρομερή της δύναμη γιά παραίτηση,
τήν ἀνυπακοή της στά συμφέροντα τῶν ἄλλων, στούς κρίκους τῶν
χειλιῶν της, στήν ἀνάγκη τῶν δοντιῶν της,
τήν ἀνυπακοή της στόν πόνο καί στή ζωή
μέ τή σίγουρη συμμαχία τοῦ θανάτου — ἔστω κ’ ἑνός ἀργοῦ θανάτου —
τήν τελική της ἀνυπακοή στό θάνατο μέ τή συνέχεια καί τή γνώση
τῆς ζωῆς
πού ἀνηφοράει μέ γνώση καί μέ πράξη πάνω ἀπ’ τή σκλαβιά της.

Μά ποιός μπορεῖ νά παίξει ὥς τό τέλος αὐτό τό παιχνίδι;
Κ’ ἡ ἀρκούδα σηκώνεται πάλι καί πορεύεται
ὑπακούοντας στό λουρί της, στούς κρίκους της, στά δόντια της,
χαμογελώντας μέ τά σκισμένα χείλη της στίς πενταροδεκάρες πού τῆς
ρίχνουνε τά ὡραῖα κι ἀνυποψίαστα παιδιά
(ὡραῖα ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἀνυποψίαστα)
καί λέγοντας εὐχαριστῶ. Γιατί οἱ ἀρκοῦδες πού γεράσανε
τό μόνο πού ἔμαθαν νά λένε εἶναι: εὐχαριστῶ, εὐχαριστῶ.

Μαρία Κανελλάκη είπε...

Απολαυστική ιστορία με γλαφυρές περιγραφές, λαϊκούς ιδιωματισμούς και ντοπιολαλιά της περιοχής, άλλο ένα λαογραφικό διαμάντι δια χειρός Γρανίτσα.
Ευχαριστούμε Ευρυτάνα!

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...


Ευχαριστούμε για τις επισκέψεις και τα σχόλια.

akrat είπε...

Που τα βρίσκεις. Με εκπλήσσει. Έβαλα τα κοράκια στην ομάδα του Fb και άρεσε στον κόσμο πολύ