Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

Πάει κάπου ο νους σας;


"Πολλοὶ πανταχοῦ οἱ χειμῶνες, ἀσύγκριτα τὰ ναυάγια, ἐν χρῷ μᾶλλον αἱ συμφοραί, ἐκύκλωσαν ἡμᾶς τὰ κακὰ ὡς αἱ μέλισσαι κηρίον· (...) Ἡ καταδρομὴ τῶν φορολόγων ἀδυσώπητος, τὸ ὑπήκοον ἐπικαλεῖται τὸν θάνατον μᾶλλον ἢ τὸ ζῆν. Οἱ δὲ τῆς ἡμετέρας δοκοῦντες εἶναι αὐλῆς χείρονες τῆς ἀλλοτρίας·(...)"


Και σε... κάπως  πιο "ελεύθερη απόδοση" κατανοητή στους πάντες:

Πολλά από παντού τα δεινά, ασύγκριτες οι καταστροφές, μέχρι το πετσί μας έφτασαν οι συμφορές, μάς περικύκλωσαν οι δυστυχίες όπως οι μέλισσες το κερί· (...) Η επιδρομή των φοροεισπρακτόρων αμείλικτη, οι υπήκοοι επιζητούν περισσότερο να πεθάνουν παρά να ζουν. Εκείνοι δε που νομίζουμε ότι ανήκουν σε εμάς είναι χειρότεροι των ξένων·(...)

(Από μία παλιά επιστολή του Ευγένιου Γιαννούλη -ιδρυτή του Ελληνομουσείου Αγράφων- Ιούλιος 1677) 



Δευτέρα 22 Μαΐου 2017

Το λούλουδο της Άνοιξης!



Το λούλουδο της άνοιξης που το χαϊδεύει ο ήλιος
και που το λούζει της δροσιάς το ζωογόνο μύρο,
ανοίγει τα ματάκια του, κυττάει γύρω τη φύση,
τα βλέπει όλα γύρω του ολόχαρ' ανθισμένα,
κι αναγαλιάζει, και σκιρτά ψηλότερο να γίνει,
να βλέπει, να ξεπροβοδά στις μαγικές του δύσεις
τον ήλιο, όταν το βραδύ πίσ' απ' τις ράχες γέρνει.
Και όταν πέφτ' ανάλαφρα της νύχτας το υφάδι,
θέλει ελεύθερο ψηλά απ΄τ' άλλα τα χορτάρια
να το χαϊδεύει το γλυκό της νύχτας τ' αγεράκι
την ώρα που απ' τη φυλλωσιά το θεϊκό τραγούδι
του αηδονιού που έρχεται για να το νανουρίσει.
Αποκοιμιέται ήσυχα στην αγκαλιά της αύρας,
και το γλυκό του όνειρο μονάχ' αναταράζει
το θλιβερό κι απόκοσμο, το κλάμα κάποιου γκιώνη,
π' αφίνει μέσα στη νυχτιά ξέσπασμα του καϋμού του.
Οι γρύλλοι ξεφαντώνουνε, τ' αηδόνι τραγουδάει,
τ' άχαρου γκιώνη που θρηνάει, του πνίγεται το κλάμα.
Το θυμαράκι του βουνού, σκορπά την ευωδιά του,
και το λουλούδι χαίρεται και για να συντροφέψει
θέλει, το μύρο του τ' αγνό που φεύγει στα ουράνια
της φύσης ύμνος στο Θεό, τον πάνσοφο τον Πλάστη.

(Στίχοι του Δώρη Άνθη - του Eυρυτάνα ποιητή και πρωταντάρτη του Άρη Βελουχιώτη- βλ. και εδώ!)

Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

Το... πρωτόγονο καρέλι του Μέγδοβα!



Από το θρυλικό φωτογράφο της Αντίστασης Σπύρο Μελετζή και το μνημειώδες έργο του "Με τους αντάρτες στα βουνά", σάς παρουσιάζουμε μία σπάνια εικόνα μα και πληροφόρηση για το περίφημο "καρέλι του Μέγδοβα", αυτού του ιδιόμορφου όσο και πρωτόγονου ορεσίβιου "μέσου διέλευσης", που επί γενιές και γενιές χρησίμευε ως "ακάματος περατάρης" των ανθρώπων του τόπου μας διευκολύνοντας την επικοινωνία και τη μεταφορά εφοδίων από τη μία στην άλλη όχθη του Μέγδοβα - του ξακουστού ποταμού των ευρυτανικών βουνών! 

Ιδού: 

===================== 

"Πριν από τη Βίνιανη κυλά ο ποταμός Μέγδοβας. Γεφύρι δεν υπήρχε και τον περάσαμε πάνω στο καρέλι. 

Το καρέλι είναι πρωτόγονο μέσο. Από την μιά και την άλλη άκρη του ποταμού ήταν δεμένο ένα χοντρό συρματόσχοινο τεντωμένο. Το καρέλι είναι ένα κασόνι ή καλύτερα ένα είδος κάρου με δύο τροχαλίες που προσαρμόζονται μέσα στο συρματόσχοινο και είναι στερεωμένες στο κασόνι. Έτσι αυτό το κασόνι κρέμεται στον αέρα. 

Μιά γριά πού ήταν μόνιμη γι' αυτή τη δουλειά ανέβαζε δυό ανθρώπους επάνω και μετά άρχιζε και τραβούσε το συρματόσχοινο. 'Ετσι το περίφημο καρέλι κυλούσε με τις τροχαλίες του και σε 5-6 λεπτά βρισκόσουν στην απέναντι μεριά του Μέγδοβα. 

Αυτό το καρέλι πρόσφερε τόσες υπηρεσίες εκείνη την εποχή όσες δεν πρόσφεραν εκατό άλλα γεφύρια. Και τι κόσμος πέρασε απ' αυτό το καρέλι..."




Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

«Καλή πρόοδο στο Κράτος σας»!!!

Σκίτσο του Δ. Μεγαλίδη από το Λεύκωμα του Αγώνα

Εκατοντάδες λαϊκοί αγωνιστές έβαψαν με το αίμα τους τη «μάντρα της Ξηριώτισσας» στη Λαμία μετά από καταδικαστικές αποφάσεις θανάτου των στρατοδικείων του μοναρχοφασιστικού κράτους της εποχής του εμφυλίου. Ανάμεσα τους πάρα πολλοί Ευρυτάνες και Ευρυτάνισσες που αγωνίστηκαν για ανεξαρτησία-λευτεριά-λαοκρατία! Μεγάλη η εκατόμβη και των δικών μας συμπατριωτών… (βλ. σχετικά και εδώ!)

Στα βουνά, τα παιδιά του λαού μάχονταν με το τουφέκι στο χέρι μέσα από τις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας κόντρα στο ελεεινό αμερικανόδουλο καθεστώς.

Αλλά δεν ήταν μόνο εκείνοι... Ξοπίσω, σε πόλεις και χωριά, πολλοί ακόμη έδιναν τη δική τους συμβολή στον αγώνα. Απλοί καθημερινοί άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, γονείς και συγγενείς ανταρτών, διώχθηκαν, βασανίστηκαν, δολοφονήθηκαν σ' εκείνα τα πέτρινα χρόνια! Άνθρωποι σπουδαίοι-ξεχωριστοί που δεν λύγισαν αλλά αντιθέτως στάθηκαν με απαράμιλλο ηρωισμό σε φυλακές, εξορίες και εκτελεστικά αποσπάσματα. Πόσοι απ’ αυτούς δεν αντίκριζαν κατάματα το θάνατο στους τόπους του μαρτυρίου τραγουδώντας και ζητωκραυγάζοντας για το δίκιο του αγώνα μπροστά στις κάννες των όπλων (βλ. εδώ!) !!!


Έργο του Δημήτρη Κατσικογιάννη

Μικρές και μεγάλες ιστορίες αξιοπρέπειας και ανθρώπινου μεγαλείου γράφτηκαν όχι μόνο στις μάντρες των εκτελέσεων, αλλά και στις ίδιες τις αίθουσες των στρατοδικείων. Εκεί όπου το «ηθικό πλεονέκτημα» των αγωνιστών είχε τη συντριπτική υπεροχή! Εκεί όπου τόσοι λεβέντες και λεβέντισσες συνεπαρμένοι από τα ιδανικά τους «ξεπερνούσαν το μπόι τους», γιγαντώνονταν και υπερέβαιναν όχι μόνο τον ανθρώπινο φόβο, αλλά επιπλέον κατατρόπωναν κι αυτούς ακόμα τους δικαστές τους, όταν με τη θαρραλέα και ανυποχώρητη στάση τους περιφρονούσαν και εξευτέλιζαν ποικιλοτρόπως την αιματοβαμμένη εξουσία των διωκτών τους (βλ και εδώ ) !



Θα αναφερθούμε σε μία τέτοια άγνωστη ιστορία:

Ο Κώστας Τσιουγκρής κατάγονταν από το Καλεσμένο Ευρυτανίας. Γέροντας, ογδοντάχρονος και βάλε, αλλά παλικάρι ζηλευτό! Το γιο του το Χρήστο τον είχαν εκτελέσει οι Ιταλοί φασίστες κατακτητές τον Οχτώβρη του 1942. Σε λιγότερο από 6 χρόνια, από τη θυσία του παιδιού του, ο γέρο-Τσιουγκρής θα οδηγηθεί στο στρατοδικείο με τη συνήθη κατηγορία: «συμμετοχή εις αναρχικάς ομάδας»! Αυτό ήταν προφανώς… «το ευχαριστώ» από την «Ελλάδα των δωσίλογων εθνικοφρόνων» για όσα είχε προσφέρει ο ίδιος και η οικογένειά του στην πατρίδα. 

Ο Κώστας Τσιουγκρής είχε κι άλλο ένα «κακό»: ήταν συγγενής του ξακουστού «καπετάν Ζούκωφ» (Δημήτρη Τσιουγκρή) στελέχους του λαϊκού επαναστατικού κινήματος της Ευρυτανίας, τον οποίο δολοφόνησαν ύπουλα παρακρατικοί φασίστες κεφαλοκυνηγοί τον Ιούνη του 1948 και κατόπιν σκύλευσαν τη σωρό του εκθέτοντας το κομμένο κεφάλι του με ένα τσιγάρο στο στόμα στην πλατεία του Καρπενησίου (σ.σ. υποσχόμαστε, μελλοντικά, ένα ξεχωριστό αφιέρωμα στον αλησμόνητο «Ζούκωφ»).

Στις 26 Ιουλίου 1948 το στρατοδικείο καταδίκασε σε θάνατο (και δύο μέρες μετά οδήγησε στο εκτελεστικό απόσπασμα στην Ξηριώτισσα) και τους γέρους γονείς του «Ζούκωφ», το Χρήστο και τη Μαρία Τσιουγκρή. Δύο αγνούς, ήσυχους και αξιαγάπητους ανθρώπους που δεν δέχονταν να φύγουν από το χωριό τους αφού σύμφωνα με το άθλιο κατηγορητήριο-σκευωρία της εξουσίας…. «εγκλημάτησαν κατά του κράτους διότι ως αυτοαμυνίται του χωρίου προσέφεραν την αρωγήν των εις τους αντάρτας»!

Την ημέρα εκείνη δικάζονταν ταυτόχρονα και ο άλλος Τσιουγκρής που προαναφέραμε, ο υπέργηρος Κώστας… ως «αναρχοκομμουνιστής» βεβαίως κι αυτός! Τo αποτέλεσμα της «δίκης» ήταν φυσικά καταδικαστικό για το γεροντάκι: ΙΣΟΒΙΑ!

Την ώρα που ο πρόεδρος του στρατοδικείου εκφωνούσε με την εκδικητική επισημότητα του ρόλου του την βαριά ποινή, παρατήρησε ότι ο Τσιουγκρής δεν καταδέχτηκε καν να σηκωθεί απ’ τη θέση του!

Εκνευρισμένος ο στρατοδίκης απευθύνθηκε στον γέρο-Τσιουγκρή:

-Άκουσες γέροντα, την απόφαση;;; Ισόβια καταδικάστηκες. Σήκω αμέσως επάνω.»

Ατάραχος ο  λεβεντόγερος, και χωρίς βέβαια να κουνηθεί, απάντησε:

-«Άκουσα…»

-«Και τι έχεις να πεις;;;»

-«Καλή πρόοδο στο Κράτος σας»!!!



Ξυλογραφία της Βάσως Κατράκη

Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

Χαιρετισμός στη Μάνα Φύση...



Δέξου το χρώμα όπως σου δίνεται,
μάθε πώς σου δίνεται το καθένα,
μερικά φυτά βάφουν,
άλλα παίρνουν δύναμη από αλλού,
από τη στάχτη του δέντρου,
τα πετρώματα της γης,
δώσε δύναμη σε αδύναμα, παιδί μου,
και τα χρώματα θα γίνουν καλά.
Θα έρθει το κόκκινο της δύσης,
το κίτρινο της ζεστής άμμου,
θα έρθει το πράσινο, η ζωή του φυτού,
θα έρθει το μαύρο από τα σύννεφα που φέρνουν
τη βροχή, θα έρθει.
‘Όλα τα χρώματα θα έρθουν, παιδί μου…
Μα μη θελήσεις να επαναλάβεις ένα χρώμα σαν το παλιό.
Η σημερινή μέρα είναι άλλη μέρα.
Τα χρώματα που θα έρθουν είναι πολλά,
κανένα δεν είναι το ίδιο με το άλλο
κι όσα καινούρια έρθουν, θα είναι καλά.

(Ινδιάνικο)


ΥΓ: Η συνοδευτική φωτογραφία είναι του «Ευρυτάνα ιχνηλάτη» (κάπου στ’ Άγραφα…)


Σάββατο 6 Μαΐου 2017

Άνοιξη


Με φόντο τη Χελιδόνα




Κι όταν θε να 'ρθει η άνοιξη

μην την αποδιώξεις,

στάσου να την προϋπαντήσεις

ωσάν ποθητή ερωμένη.

Χαιρέτισε με τα μάτια τα χρώματά της

γιόμισε την ψυχή με την ελπίδα της,

δέξου τη δύναμη της αναγέννησης

ακριβή συντροφιά σου.

Ζήσε,

χαίρου,

πολέμα,

για τη νέα σοδειά

για την καινούργια γέννα! 





Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Το μοναχικό λαγουδάκι και το... μπούλινγκ!


Για τους μικρούς-και όχι μόνο- φίλους μας!
(Παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης")


Στα όμορφα και πανύψηλα ευρυτανικά βουνά, μέσα στα πυκνά τα έλατα, τις βελανιδιές και τις δροσερές πηγές, βρίσκεται η πολιτεία των ζώων: των λύκων, των ελαφιών, των ζαρκαδιών, των αλεπούδων, των λαγών και πολλών άλλων!

Σ’ αυτή την πολιτεία έμενε και ένα λαγουδάκι! Μόνο που αυτό δεν ήταν σαν τους άλλους λαγούς. Από τότε που πιάστηκε το ποδαράκι του σε ένα κυνηγετικό δόκανο κι άρχισε να κουτσαίνει και να γίνεται παχουλό, επειδή δεν μπορούσε πια να τρέχει όπως πρωτύτερα, έπαθε μελαγχολία και κλείστηκε στον εαυτό του!

Η αλεπού που τη φωνάζανε κυρά Μαριώ εκτός από πονηρή κλεφτοκοτού ήτανε και πολύ κουτσομπόλα. Τα έβαλε λοιπόν με το μοναχικό το λαγουδάκι. Πήρε με το μέρος της και κάμποσα άλλα ζωάκια κι ολημερίς κι ολονυχτίς δεν κάνανε άλλη δουλειά από το να το πειράζουν και να το κοροϊδεύουν. Κανείς τους πια δεν το έπαιζε. Κλαίει και στενοχωριέται το λαγουδάκι…



Ώσπου μια μέρα το πήρε απόφαση:

«Δεν είναι ζωή αυτή, θα φύγω απ’ αυτό το χωριό»!

Βάζει στην πλάτη του το σάκο του και δρόμο παίρνει δρόμο αφήνει. Κάποτε φτάνει σε ένα μικρό ρυάκι κι εκεί κάθισε να ξεκουραστεί. Όπως καθότανε το πιάσανε τα κλάματα. «Μα που πάω μόνο κι έρημο σε ξένο τόπο» μονολογούσε...

Το άκουσε ένα βατραχάκι και “κουάξ-κουάξ” το ρώτησε γιατί είναι τόσο στενοχωρημένο. Τότε το λαγουδάκι τού διηγήθηκε την ιστορία του. Ο βάτραχος “κουάξ-κουάξ” γυρίζει και του λέει: «Μην επηρεάζεσαι φίλε μου, στον κόσμο αυτό γίνονται τέτοιες αδικίες»! 
«Όμως η ευθύνη είναι των γονιών» συμπλήρωσε με νόημα!



Κι εκεί που τα λέγανε νάσου περνάνε πέντε ελαφάκια, ο μπαμπάς, η μαμά, τα δυο τους παιδιά και η γιαγιά! Ακούσανε όλη την περιπέτεια του λαγουδάκη.

«Να μη φύγεις, να έλθεις ξανά στο χωριό μας» του είπανε. «Και μη φοβάσαι, θα είμαστε κι εμείς εκεί μαζί σου»! Και τράβηξαν το δρόμο τους…



Το λαγουδάκι διστακτικά πήρε κι αυτό το δρόμο της επιστροφής...

Στο χωριό γίνονταν πανηγύρι! Όλα τα ζωάκια παραδομένα στο χορό και το γλέντι δεν αντιλήφθηκαν τη φωτιά που άρχισε να ξεσπά στο διπλανό δάσος. Ο κίνδυνος πλησίαζε και κανείς ακόμη δεν είχε καταλάβει τίποτε. Το λαγουδάκι όμως καθώς ερχόταν είδε τι συμβαίνει! Αμέσως άρχισε να φωνάζει δυνατά όμως κανείς δεν το άκουγε μέσα στη μεγάλη φασαρία. Τι να έκανε; Έβαλε λοιπόν τα δυνατά του και κούτσα-κούτσα, με πολύ κόπο και προσπάθεια, κατόρθωσε να φτάσει ψηλά στο λόφο ως την καμπάνα του χωριού και άρχισε να τη χτυπά δυνατά. Τότε όλοι τρέξανε και βοηθήσανε να σβηστεί γρήγορα η φωτιά προτού απλωθεί και κάνει ζημιά στην πολιτεία τους.

Το μοναχικό κουτσό λαγουδάκι είχε καταφέρει να σώσει όλο το χωριό!!!



Όλα τα ζωάκια, γονείς και παιδιά, προσπαθούσαν να συνέλθουν από την ταραχή...

Τότε ο κύριος Ελαφίνος καμαρωτός-καμαρωτός, αφού πρώτα έσιαξε το παπιγιόν του, πήρε το λόγο:

«Αγαπητοί μου συγχωριανοί, τώρα που όλα πέρασαν, θα σας μιλήσω για ένα σπουδαίο θέμα. Όπως ερχόμουνα προς τα εδώ για το πανηγύρι μας μαζί με την οικογένειά μου, συνάντησα το λαγούδι μας με το σάκο του στην πλάτη να φεύγει κλαίγοντας για την ξενιτειά. Και η αιτία είναι κάποια ομάδα εδώ στο χωριό μας που το περιγελούσε. Ξέρω ποιος είναι ο αρχηγός της ομάδας αυτής! Η κυρά Μαριώ και η παρέα της. Όμως, όπως όλοι είδατε σήμερα, τη σωτηρία μας τη χρωστάμε στο φίλο μας το λαγουδάκι! Ελπίζω λοιπόν να καταλάβατε ότι καθένας μας σ’ αυτή την πλάση έχει την αξία του και την προσφορά του! Και να μην ξεχάσετε ποτέ, από δω και πέρα, ότι κανείς δεν πρέπει να νιώθει μόνος και πως δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να δείχνουμε τη δύναμή μας στον πιο αδύναμο. Αυτό δεν είναι πολιτισμός»!


Κανείς δεν μίλησε από κάτω… Η κυρά Μαριώ και η παρέα της έσκυψαν το κεφάλι…

Ο Ελαφίνος συνέχισε αποφασιστικά:

«Σηκωθείτε επάνω, να ζητήσετε συγνώμη από το φίλο μας, να δώσετε τα χέρια σας, να φιληθείτε και να γίνετε όλοι πάλι μια παρέα».

«Δεν θα γίνουμε εμείς χειρότεροι από τους ανθρώπους!!!» κατέληξε.

Και πράγματι έτσι έγινε κι έζησαν αυτά αγαπημένα κι εμείς πιο… ανθρωπινά!