Παρασκευή 24 Μαρτίου 2023

Μα το 1821...!


Ψηλά, στα αδούλωτα βουνά της Ρωμιοσύνης, οι χτύποι από την παλλόμενη καρδιά της Λευτεριάς ακούγονται πάντα δυνατά. Οι αντίλαλοι της Ιστορίας στα Ευρυτανικά βουνά της Ανυποταξίας και των Ξεσηκωμών, έρχονται από πολύ μακριά... από τους Κλέφτες της Απειθαρχίας ως τους Αντάρτες της Αντίστασης, στέλνοντας διαχρονικό μήνυμα Περήφανης Στάσης Ζωής κόντρα στη θλιβερή ραγιάδικη νοοτροπία της υποταγής. Για πάλεμα και μάχη, για Γη και Λευτεριά, για Ανεξαρτησία και Κοινωνική Δικαιοσύνη, ενάντια στον παλιό και σύγχρονο "κοτζαμπασιδισμό"! Γιατί μπορούμε να ζήσουμε αναπνέοντας ελεύθερα χωρίς αφεντάδες και ξένους προστάτες, δίχως να ξεπέσουμε και να καταδεχτούμε να γίνουμε γρανάζι στη μηχανή τους.  

Ο ευρυτανικός λαός κράτησε έπαλξη και χαράκωμα αντίστασης σε τούτα τα προμηθεϊκά  βουνά καθ' όλη τη διάρκεια της μακράς ιστορικής διαδρομής του. Οι Κατσαντωναίοι των Αγράφων έδωσαν το χέρι στους Αριανούς του Βελουχιού κι αυτοί με τη σειρά τους καρτερούν να παραδώσουν τη σκυτάλη στους επόμενους. Θα 'ρθει η μεγάλη ώρα που η νέα γενιά θ' αδράξει με τη σειρά της το νήμα της Ιστορίας, μεταφέροντας και στο σήμερα την Τιμή, την Αξιοπρέπεια και το Πάθος για μια Καλύτερη-Δικαιότερη Ζωή! Γιατί αν κάτι διδάσκει το ένδοξο παρελθόν είναι πως η Ιστορία των Λαών γράφεται με Ανυπακοή!

Εκείνος ο σπουδαίος επαναστάτης που έδωσε τα νιάτα του, θέτοντας το εμείς προ του εγώ, είχε πει πως : "ο άνθρωπος πρέπει να περπατάει με το κεφάλι απέναντι στον ήλιο. Και ο ήλιος πρέπει να κάψει το μέτωπο και καίγοντάς το να το σφραγίσει με τη σφραγίδα της τιμής. Όποιος περπατάει σκυφτός, χάνει αυτήν την τιμή". 

Γι' αυτό λοιπόν... ούτε τον ήλιο μας, ούτε τη γη μας, ούτε τον αέρα μας ούτε τα νερά μας, μα μήτε τη ζωή μας μήτε τα όνειρά μας δεν σας παραχωρούμε ντόπιοι κι ευρωπαίοι δυνάστες.

Ακούς Κατσαντώνη, ακούς Καραϊσκάκη, ακούς Άρη ; θα τα προστατεύσουμε όπως κι εσείς, κρατώντας τα απροσκύνητα κι απάτητα, κληροδοτώντας τα από το λαό για το λαό!

Μα το... 1821

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Σάββατο 18 Μαρτίου 2023

Η μάνα μας, η γιαγιά μας...

Φωτογραφία: Κώστας Μπαλάφας 

Ένα αφιέρωμα-φόρος τιμής 

στις αλησμόνητες γιαγιάδες μας από τον αναγνώστη μας Κωνσταντίνο Ηλιούδη

(για το blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" )


H μάνα μας, η γιαγιά μας

λιτή και πλούσια συνάμα...


Δεν ξέρω πως είναι εκεί ψηλά γιαγιά αλλά είμαι σίγουρος ότι έχει καλή θέα !

Εσύ που είχες προβλήματα να μοιάζουν ίσα με βουνό ποτέ όμως δεν το έβαλες κάτω, εσύ που με την άξιας θαυμασμού απλή ζωή που έκαμες δεν σου έλειπε τίποτα ποτέ και τώρα τα έχουμε όλα και θέλουμε ακόμη περισσότερα…

Η ομορφιά κρύβεται μέσα στην απλότητα, μια φράση που έγινε τρόπος ζωής για τους κατοίκους της Αγραφιώτικης γης όπως και του δικού μου χωριού, έτσι φέρνοντας στις θύμησες τη γιαγιά μου, μια αληθινή ηρωίδα σκέφτομαι αυτή τη δύσκολη αλλά αληθινή ζωή που έζησε !

Δεν γνώρισε μανάβη αφού όλα τα έβρισκε στο κήπο της σκαμμένο και φυτεμένο από εκείνη, φούρναρης δεν υπήρχε γιατί το ψωμί το ζύμωνε με τα πονεμένα της χέρια κάθε δεύτερη μέρα με αλεύρι ατόφιο απευθείας από τον γεμάτο ιστορίες νερόμυλο στην άκρη του χωριού αφού πρωτύτερα το σιτάρι το είχαν πατήσει τ΄άλογα στο μαρμαρένιο αλώνι, εκεί που τα βράδια οι νεράιδες πιάνονταν σε κυκλικό χορό τις νύχτες με πανσέληνο ! Το ρεύμα άργησε να ‘ρθει στο χωριό, αρχές του 80’, το φως του Ήλιου τούς ξυπνούσε την αυγή και η ώρα του ύπνου ερχόταν με τη δύση του. Τη νύχτα δεν γινόντουσαν δουλειές ούτε βόλτες στο χωριό, οι καλότυχες ήταν εκεί έξω και περίμεναν όποιον ξεγελιόταν και αρνούνταν τη παρουσία τους… 

Λάμπες στο σπίτι δεν υπήρχαν, μονάχα αυτές του πετρελαίου και η φωτιά ήταν τα μάτια της το βράδυ, αντί για πλυντήριο τα ροζιασμένα χέρια της με το πράσινο σαπούνι έκαναν τα πάντα να μοσχοβολούν και αντί για τηλέφωνο περίμενε καρτερικά το ταχυδρόμο με το ματρακά του να φέρει τα νέα σαν αγγελιοφόρος. Ηλεκτρικός φούρνος ήταν άγνωστη λέξη για τη γιαγιά, ποιος να το ’ξερε ότι μετά από κάποια χρόνια θα πατάς ένα κουμπάκι και αυτός θα ζεσταινόταν μόνος του. Μέχρι τότε όμως όλα γινόντουσαν στο μπουχαρί, δύο και τρεις φορές τη μέρα το άναβε για να μαγειρέψει και να θρέψει όλα τα στόματα του σπιτιού ώστε να μη πεινάσει κανείς. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη νοστιμιά των φαγητών που ψήνονταν στη γάστρα πάνω από τα κάρβουνα ή ο ζεστός καφές στο φλυτζάνι… Τα ξύλα για το μπουχαρί και τη σόμπα ήταν μια επίπονη δουλειά που γινόταν όλο το καλοκαίρι με τη γιαγιά να τα κουβαλάει ζαλίγκα χιλιόμετρα ολόκληρα από το δάσος μέχρι το σπίτι χωρίς να βγάλει ούτε έναν αναστεναγμό. Μόνο η μεσούλα της το ήξερε, αυτό το σκυφτό καμπουριασμένο κορμάκι που αν είχε φωνή να μιλήσει και να πει τα πόσα άντεξε στο χρόνο ακόμη θα διαβάζαμε τις ιστορίες του…

Η γιαγιά δεν ήξερε από δάνεια, πιστωτικές και τράπεζες, δεν χρωστούσε πουθενά. Τη πενιχρή της σύνταξη την έφερνε ο ταχυδρόμος χέρι με χέρι κάθε πρώτη του μήνα. Δεν είχε πάει σε εμπορικό κέντρο, ακριβά μαγαζιά και εστιατόρια. Τα ρούχα της δεν είχαν μάρκες, αρκούσαν όσα έραβε κι έπλεκε μόνη της, πάντα όμως εγώ ξεχώριζα τα πανέμορφα στρωσίδια που έφτιαχνε με τον ξύλινο αργαλειό της, πραγματικά έργα τέχνης. Δεν υπήρχε μουσαφίρης που θα έφευγε νηστικός από το σπίτι και το καλύτερο κρεβάτι το έδινε πάντα για τους φιλοξενούμενους και ας κοιμόταν αυτή χάμου. Δεν ήξερε από καλλυντικά ούτε κρέμες ομορφιάς μα παρόλα τα χρόνια της το πρόσωπο της ήταν καθάριο κι ας είχε περάσει τόσες πίκρες και βάσανα. Δεν είχε κάνει ποτέ διακοπές ούτε πήγε σε νησιά, δεν ταξίδεψε με αεροπλάνο ή πλοίο, δεν οδήγησε ποτέ αμάξι, δεν χρησιμοποίησε ποτέ κομπιούτερ ούτε  ηλεκτρική σκούπα αλλά το σπιτικό της πάντα έλαμπε και δεν του έλειπε τίποτα. Το νοσοκομείο ήταν πολύ μακριά από το χωριό για αυτό το φαρμακείο της το έβρισκε έξω στη φύση εκεί που εμείς τα παιδιά των πόλεων δεν βλέπουμε τους κρυμμένους θησαυρούς, στο δάσος, στα λιβάδια, ανάμεσα στα λιθάρια, εκεί έβρισκε κάθε λογής μαντζούνια και βότανα που ήταν το βάλσαμο της για κάθε πόνο. Μόνο για το πόνο της ψυχής μού είχε πει πως δεν μπόρεσε ποτέ να βρει το γιατροσόφι, για όλα τα άλλα κάτι είχε φυλαγμένο στα βαζάκια της. 

Το χωριό όμως ερήμωσε, στη γειτονιά δεν παίζουν πια παιδιά ούτε καπνίζουν καμινάδες, οι γιοί και τα εγγόνια μετακόμισαν μακριά στις πόλεις. Έμεινες μόνη και έρημη παρέα με μια γατούλα συντροφιά, καρτερώντας πότε θα χτυπήσει η πόρτα να δεις τα αγαπημένα σου πρόσωπα να πάρει ξανά ζωή το σπίτι, όταν μας έβλεπες ξεχνούσες όλους τους πόνους και όταν φεύγαμε πάντα δάκρυα κυλούσαν από τα γλυκά σου μάτια, μα τότε μικρός που ήμουν δεν το καταλάβαινα… 

τη νύχτα όμως που έφυγες χωρίς να χαιρετήσεις για το μακρύ ταξίδι, η ψυχή μου από τότε δεν σταμάτησε ποτέ να σιγοκλαίει…


Άρθρο του αναγνώστη μας Κωνσταντίνου Ηλιούδη

στο blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"



Τρίτη 14 Μαρτίου 2023

Στης Ζωής την «κύλα»



Ένα υπέροχο νοσταλγικό αφιέρωμα στα παιχνίδια των παιδιών - από την Κρικελλιώτισσα "Ακευσώ"

για τους αναγνώστες του "Ευρυτάνα ιχνηλάτη"


******


«Ο ήλιος αυτός ήταν δικός μου και δικός σου.

Τον μοιραστήκαμε» (Γ. Σεφέρη) 

1968! 

Απομεσήμερο, κάτω απ’ το ξενοδοχείο «Ξενία» στο Καρπενήσι. 

Αγυιόπαιδες αλλοπαρμένοι κυνήγαγαν σε μια μπάλα, φτιαγμένη από ξηλωμένα τσουράπια, της Νιότης τα ψιθυρίσματα. Ένα ανθρώπινο κουβάρι σβάρνιζε τον τόπο, που ξεχορτάριαζε την αγκάλη του για να κρύψει τα μυστικά του τα πρωτόφαντα. Άρχιζαν το παιγνίδι με «κορώνα-γράμματα»,  λες και στρατεύανε την ορμή τους να πιάσουν τη Ζωή σ’ αλαφιασμένο μέλλον. Ποιος νοιαζόταν για γρατσουνισμένα γόνατα, για μελανιασμένα χέρια; Ποιος άκουγε της μάνας το κάλεσμα, βερνικωμένο με της αγωνίας την έγνοια;

-Αχρόνιαγα! Νύχτωσε! Πότε θα ξεστραβωθείτε, διαβάζοντας; 

Όλα μια πρόβα, σε μια παράσταση που θα την σκηνοθετούσαν ενήλικες πια, σε μια ορχήστρα μαντρωμένη από οιηματίες, μικρόνοες ηγετίσκους. 

- Να κλείσει ο απογευματινός καφενές του Φλώρου! ωρυόταν ο γυμνασιάρχης, αμύντορας του επαρχιώτικου καθωσπρεπισμού και θεματοφύλακας του «απαγορεύομεν και αποβάλλομεν!» 

Μα οι θαμώνες του παιχνιδιάρικου και γελαζούμενου καφενέ δεν σκόπευαν να τον κλείσουν. 

Ήταν δικός τους!

Δεν θα παίζανε «τα σκλαβάκια»!

Δεν θα γίνονταν «στρατιωτάκια ακούνητα» στη θέληση στείρων απομνημονευματολόγων ενός ακραιφνούς συντηρητισμού!

Συνέχιζαν να ερωτοτροπούν με την μπάλα, την τσιλίκα, τα μπιιιιιζ, τις αμάδες, τη μακριά γαϊδούρα…

Συνέχιζαν να χάνονται στους ελατιάδες, παίζοντας κρυφτούλι με τα ζαρκάδια, κυνηγητό με τους λαγούς και τις βερβέρες.

Συνέχιζαν ν’ αναμετρούν την σβελτοσύνη τους σε μακροβούτια απόκοσμα, στους βούραγκες, στ’ Κουτσουφράγκ’ .

Κι όταν απόσωναν, έπαιζαν «τα σκαμνάκια», εξασκούμενοι στο άλμα και στα ακροβατικά τσαλίμια, αδιαφορώντας αν κάποτε, κάποιοι τσαρλατάνοι θα καπηλεύονταν τούτες τις δεξιότητες για να τσαρμακολληθούν στης εξουσίας τους θώκους. 

Τα παλληκαράκια της αλάνας και των ρουμανιών δεν τα ‘σκιαζε η φοβέρα, γιατί νανουρίστηκαν με δροσοπαιχνιδίσματα του παιδαγωγού Γιάννη Βράχα:

«Τα παιδάκια στο λιβάδι

παίζουν πρόσχαρα κρυφτό.

Δεν μπορούν να το χορτάσουν

το τρελό παιγνίδι αυτό.

Κούκου-κούκου τα παιδάκια,

κούκου-κούκου τα πουλιά, 

γιόμισε ο τόπος όλος

με χαρούμενη λαλιά»

Δίπλα στη μανιά μαθήτευσαν «το τυφλοπάνι» πώς να περπατάνε τ’ ακροδάχτυλά τους στα χαρακτηριστικά του διπλανού τους, ν’ αποκαλύπτουν το όνομά του και να φορούν το πανί στα δικά του μάτια. Και σε κείνα τα συναπαντήματα ανασταίνονταν κρυφοαγγίγματα και βαθιές ανασεμιές.

Πώς να μαντρώσει ο ευθυνόφοβος και αγέλαστος άρχων των μορμολυκείων λεύτερες ζωές, ανθισμένες στη σκληράδα του πετροπόλεμου, με τρόπαια τ’ ανοιγμένα κεφάλια, τα γιατρεμένα με του τσιγάρου τον καπνό;

Πώς να υποτάξει ένα ποτάμι πεθυμιών, που γαλήνευε, καθώς Ευρυτάνες παππούδες περιέγραφαν πως, όντας παιδιά του δημοτικού, πήγαιναν στων δασών τα ξέφωτα, έκοβαν έναν κέδρο χοντρόκορμο και δίμετρο, τον έχωναν στη γη κατακόρυφα, αφού πρώτα είχαν πελεκήσει την κορυφή του κατάλληλα. Σ’ αυτήν προσάρμοζαν οριζόντιο ξύλο και στη συνέχεια  στις δυό άκρες του ανέβαιναν και περιστρέφονταν με ταχύτητα, αδιαφορώντας αν από κάτω έχασκε ο γκρεμός, φωνάζοντας «το μυαλό μας και μια λίρα». 

Άλλοτε έφτιαχναν «τα καροτσίνια». Έκλεβαν από τους βαρελάδες σιδερένια στεφάνια που τα κύλαγαν μ’ ένα ξύλο ή ένα σύρμα κατάλληλα γυρισμένο, για να τα οδηγούν στον δρόμο τρέχοντας.  Ήταν η γνωστή «κύλα» για τους νεότερους, που θα τους καθοδηγούσε στο διάβα τους και θα τους προφύλαγε από ανεπιθύμητες κατρακύλες.

Οι πιτσιρικάδες, στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού μάχονταν με τις «τσουτσουμπέκες». Έπαιρναν ένα κομμάτι ξύλο 30 πόντων από φοξυλιά, έβγαζαν τη μαλακή ψίχα του, και προσάρμοζαν στη μια τρύπα του ένα λεπτό ξύλο κρανιάς χτυπημένο στην άκρη να γίνει θυσσανωτό. Το άλλο άκρο του τρύπιου ξύλου το έκλειναν με ένα μικρό κέδρινο μπαλάκι. Σπρώχνοντας το ξύλο της κρανιάς, το παιγνίδι λειτουργούσε ως τρόμπα και εκτίνασσε το κεδρομπούπουλο με δύναμη στον στόχο. 

Συντρόφισσες στις τρέλες τους και τα κορίτσια που δεν ήθελαν να υστερήσουν απ’ των αγοριών το πέταγμα. Κάποια ύφαιναν τα μικράτα τους φτιάχνοντας αυτοσχέδιες κούκλες, παραγεμισμένες με άχυρο και φτιασιδωμένες με αποφόρια χρωματιστά. Στα πάνινα χεράκια τους σκούπιζαν τα δάκρυά τους, σ’ αυτές εξομολογούνταν τα μικρά τους μυστικά. Κι όταν μικροπαντρεύονταν, τις κλείδωναν στο νυφιάτικο μπαούλο, θυμητάρια παιδικά και δυσεύρετα. 

Στα χωριά της Ευρυτανίας, δεν είχαν την πολυτέλεια να παίξουν τις «κουμπάρες», ανταλλάσσοντας επισκέψεις με τις κούκλες τους, καθώς τις είχαν δεμένες στο άρμα της νοικοκυροσύνης, μικροκαμωμένες κυράδες στα χωράφια, στα σωκήπια, στα κοτερά, στις γίδες, στο φύλαγμα των μικρότερων... 

Εκείνα τ’ αλλιώτικα χρόνια χαίρονταν τα παιδιά ν’ αυτοσχεδιάζουν, να δημιουργούν, να παίζουν ώρες πολλές το ένα δίπλα στ’ άλλο, μέχρι που η μαγεία των παιχνιδιών να χαθεί στ’ ανεμοσούρια και τις νεροσυρμές του Χρόνου.

Παιδιά νιόφερτα, τα καλοκαίρια, απ’ της πολιτείας τα καντούνια, κουβαλούσαν μαζί τους παιχνίδια πρωτόγνωρα, πλαστικοποιημένα απ’ του χρήματος την ξεμυαλίστρα δύναμη. Δικά τους παιχνίδια! Ολοδικά τους!!

 Που δεν ήθελαν να τα μοιραστούν!

 Που τα ‘κρυβαν στο δωμάτιό τους και ύψωναν γύρω τους μια μοναξιά αξιοθρήνητη… 

Και το «θέλω κι αυτό!», «θέλω κι εκείνο!», γέμιζε την ψυχή τους με μια παγωμένη αδιαφορία κι ένα σακατεμένο τρίξιμο «της κύλας» στους αραχνιασμένους δρόμους της απληστίας, στα σκοτιδιασμένα τρίστρατα του αδηφάγου καταναλωτισμού…. 


Ήταν ένα ξεχωριστό άρθρο  της "Ακευσούς" από το Κρίκελλο για τα χρόνια της αθωότητας 

(στο blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" )



Πέμπτη 9 Μαρτίου 2023

Τίποτε πλέον δεν θα είναι όπως παλιά...!

8 Μαρτίου 2023 : Πλημμύρισε το Καρπενήσι από μαχητικά νιάτα, από ανθρώπους της βιοπάλης και του μόχθου, από σεβάσμιους γέροντες. Ήταν μια ξεχωριστή "φωτεινή μέρα" για την πόλη μας που μέσα σε "σκοτεινούς καιρούς" έδωσε τη δική της ιδιαίτερη συμβολή στο γενικότερο παλλαϊκό ξεσηκωμό, ξεκινώντας με την επιτυχή Απεργία των εργατικών σωματείων το πρωί και καταλήγοντας στη μαζική Διαδήλωση το βράδυ.



Πάνω από 600 Ευρυτάνες συσπειρωμένοι γύρω από τα σωματεία, τους συλλόγους, τις συλλογικότητες, μαζί και πολλοί μεμονωμένοι συμπατριώτες μας, συγκεντρώθηκαν αρχικά στην  Πλατεία του Μάρκου Μπότσαρη και ακολούθως έδωσαν ζωντάνια και πνοή αντίστασης στους δρόμους της πόλης, καταγγέλοντας εμπράκτως αυτό το στυγερό έγκλημα, την ταξική κρατική δολοφονία.


Ήδη από το πρωί τα παιδιά μας, η φλογερή νεολαία του Καρπενησίου, με αιχμή εκατοντάδες μαθητές, έδειξαν με τον πρωτοφανή παλμό και το αγωνιστικό πάθος τους ότι η νέα γενιά δεν βολεύεται ούτε είναι ανενεργή όπως πονηρά θέλουν να την παρουσιάζουν οι συστημικοί παπαγάλοι, αλλά πως οι νέοι άνθρωποι διαθέτουν κοινωνική ευαισθησία, περηφάνια, ιδανικά και όνειρα και δεν θα επιτρέψουν στο σύστημα της αδικίας και της εκμετάλλευσης να τους χειριστεί ως αναλώσιμη ύλη.

"Η νέα η γενιά δεν σας συγχωρεί...". "Εσείς μετράτε κέρδη και ζημιές, εμείς μιλάμε για ανθρώπινες ζωές". "Δεν ήτανε ατύχημα, δεν ήταν τραγωδία, κράτος και κεφάλαιο κάναν δολοφονία".


Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει και για το χωριό Ραπτόπουλο του δήμου Αγράφων όπου η ευρυτανική νεολαία έστειλε (και) από εκεί το δικό της ηχηρό μήνυμα!



Και κάπου από ψηλά, από τα περιβόλια τ' ουρανού, οι άυλες μορφές της αλησμόνητης γενιάς της αντίστασης, οι  παππούδες και οι γιαγιάδες της "Ελεύθερης Ελλάδας" (που την επέτειό της, 10/3/1944, γιορτάζουμε αύριο στον ιστορικό τόπο μας - βλ. εδώ!) θα καμαρώνουν για τα ευρυτανόπουλα "δισέγγονα" που με ψηλά το κεφάλι μάχονται και διεκδικούν στους σύγχρονους καιρούς το δικαίωμα στη ζωή και την πρόοδο!

Δίπλα και μαζί με τα παιδιά, σα μια φωνή και μια γροθιά, και όλος ο υπόλοιπος κόσμος, εργάτες, εργαζόμενοι, αγρότες και συνταξιούχοι, να δηλώνουν με πυγμή πως... "αυτό το έγκλημα δεν θα συγκαλυφθεί όλων των νεκρών θα γίνουμε η φωνή". Γιατί μόνο ο λαός μπορεί να σώσει το λαό!

Ήταν η μεγαλύτερη λαϊκή κινητοποίηση των τελευταίων χρόνων στον τόπο μας. Οι Ευρυτάνες διέρρηξαν το κέλυφος της απάθειας και βγήκαν στο προσκήνιο, συμμετέχοντας και όχι "αναθέτοντας"! Αυτή η στάση ζωής είναι άλλωστε που μας μετατρέπει από παθητικούς θεατές σε ενεργούς πολίτες και "πλαστουργούς της νιάς ζωής", ενώ ταυτόχρονα στριμώχνει στη γωνία τους δυνάστες μας.


Η Ευρυτανία δεν είναι ένας "εύπεπτος" τουριστικός προορισμός, ξεκομμένος από "το γίγνεσθαι" της υπόλοιπης χώρας, όπως φαντάζονται ή επιθυμούν οι εξουσιαστές. Η Ευρυτανία ζει, μοχθεί, αντιστέκεται, αγωνίζεται, ονειρεύεται και ελπίζει σαν "ώριμο τέκνο της ανάγκης και της οργής"!

Ένα είναι σίγουρο : ότι τίποτε πλέον δεν θα είναι όπως παλιά...

Αντέχουμε - Συνεχίζουμε - Ψυχή βαθιά!


Υποσημείωση : συνοδευτικά βίντεο και εικόνες αντλήθηκαν από τον "902.gr", τα "evrytanika.gr", τον "Ευρυτανικό παλμό" και από συμπατριώτες Ευρυτάνες.

* Το κείμενο είναι του "Ευρυτάνα ιχνηλάτη".




Τρίτη 7 Μαρτίου 2023

Φάροι Αλληλεγγύης!


Άρθρο-παρέμβαση 
του συμπατριώτη Κων/νου Πάζιου, νομικού,

στο blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

***

ΒΑΛΑΩΡΑ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ   -  ΣΤΑΒΛΟΙ   ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ...

Η μια κοινότητα, η Βαλαώρα, αποτελεί το μεγαλύτερο κτηνοτροφικό χωριό της Ευρυτανίας, η άλλη κοινότητα, οι Στάβλοι, αποτελεί ένα από τα υψηλότερα χωριά της Ευρυτανίας με υψόμετρο 1230 μ.

Δύο χωριά, ξεχωριστά για την ομορφιά τους, ξεχωριστά όμως και για την αλληλεγγύη τους.

Διαβάστε το γιατί : 

ΟΙ ΔΥΟ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΚΡΑΤΟΥΝ ΤΕΝΤΩΜΕΝΟ ΤΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟ ΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΛΛΕΓΓΥΗΣ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ  ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ, ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΚΑΙ ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΠΩΣ ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑΡΙΟ ΠΡΑΞΗΣ ΙΣΟΔΥΝΑΜΕΙ ΜΕ ΕΝΑ ΤΟΝΟ ΘΕΩΡΙΑΣ!

 ***

1) AΠΟ ΤΟΝ ΣΥΛΛΟΓΟ ΣΤΑΒΛΩΝ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΙΔΩΝ ΠΡΩΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ ΣΕ ΚΟΠΗ ΠΙΤΑΣ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ (19/2/2023) :

«Η Πρόεδρος και το ΔΣ του Συλλόγου μας, ευχαριστεί όσους ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα για συγκέντρωση ειδών πρώτης ανάγκης για τους πληγέντες στην Συρία και την Τουρκία.

Γιατί όταν θέλουμε μπορούμε, όταν μπορούμε οφείλουμε!»


2) ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ, Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΒΑΛΑΩΡΑΣ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ ΠΡΟΕΒΗ ΣΕ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΙΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΗΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΡΙΑΚΟ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΛΑΟ!

***

Τα δύο Ευρυτανικά Χωριά απέδειξαν με τις πρωτοπόρες δράσεις τους πως δεν υπάρχει "ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ" ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, ιδίως τώρα που και ο δικός μας λαός δοκιμάζεται από το στυγερό όσο και προδιαγεγραμμένο Έγκλημα των Τεμπών και δέχεται με διαφορά, μόλις λίγων ημερών από τους σεισμούς, μηνύματα ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ! 

 blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"


Παρασκευή 3 Μαρτίου 2023

Ήρθ΄ ένας καβαλλάρης μέσα στη νυχτιά...



Τούτο το καλοκαίρι, τούτη η άνοιξη

ποτές να μην ερχόταν, να μην έφτανε.

Γιατ΄ ήρθ΄ ένας αγέρας, ένας σίφουνας

σ΄ άτι γοργό καβάλλα, μαύρο κι΄άπιαστο

πούχε καπνό για χνώτο, λαύρα και φωτιά.

Ήρθ΄ ένας καβαλλάρης μέσα στη νυχτιά

κι΄ έγινε στάχτη ο τόπος, κάμποι και βουνά

κι΄ έχει σταυρούς γεμίσει, μαύρα μνήματα.

…Τούτο το καλοκαίρι τάγριο, το πικρό

κι΄ αν έρθει κι αν ξανάρθη, δε με νοιάζει πια.

Μου πήρε ότι αγαπούσα, μούριξε φωτιά

κι είμαι δεντρί καμμένο μες στην ερημιά

κι είμαι πουλί αφημένο μες στην παγωνιά

κι΄ ήλιο, δροσιά και μέρα δεν προσμένω πια…


{στίχοι του Χάρη Σακελλαρίου, (1923-2007) ο οποίος υπήρξε σπουδαστής μα και συνεργάτης των Παιδαγωγών της Αντίστασης στο θρυλικό Παιδαγωγικό Φροντιστήριο του ΕΑΜ στο Καρπενήσι. Η ιχνηλασία του ποιήματος με τίτλο "Τούτο το καλοκαίρι" έγινε από ένα παλιό «Ρουμελιώτικο Ημερολόγιο» (τ. 1962-1963-1964) με διευθυντή τον αείμνηστο Ευρυτάνα λόγιο Δημήτρη Σταμέλο}


blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"