Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Χιλιοζηλεμένο



"Γεια σου Βελούχι μου ψηλό
με τα ψηλά σου ελάτια
που μπόρες δεν σε σκιάζουνε
μήτε βοριά γινάτια.

Ορθώνεσαι περήφανο
και χιλιοζηλεμένο
σαν καρτερείς την άνοιξη
Βελούχι μου γραμμένο.

Και καρτερείς να λιώσουνε
τα χιόνια από τα πλάγια
ν' ακούς τα κυπροκούδουνα
σα νάχουν κάνει μάγια.

Έχω κι εγώ κρυφό καημό
χαράματα ν΄ ανέβω
και τις ψηλές κορφούλες σου
΄πο πέρα ν’ αγναντεύω"

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

«Αητέ μου δώσ’ μου τα φτερά…»


Ένα σπάνιο ιστορικό κειμήλιο ήρθε στα χέρια μας και σας το παρουσιάζουμε με ιδιαίτερη συγκίνηση και υπερηφάνεια. Πρόκειται για μία παλιά κάρτα που μας έστειλε ο φίλος συμπατριώτης Νίκος Σερετάκης τον οποίο και ευχαριστούμε θερμά. Η εν λόγω κάρτα ανήκε στον αείμνηστο πατέρα του, τον Ευρυτάνα αγωνιστή Γιώργο Σερετάκη, στον οποίο δόθηκε τιμητικά -ως βραβείο- από τους συντρόφους του μέσα στις φυλακές της Κέρκυρας εν έτει 1951!

Στη μπροστινή πλευρά της πολύτιμης κάρτας απεικονίζεται το κόκκινο γαρύφαλλο του Αγώνα και της Ελπίδας με την ευχή «χρόνια πολλά», ενώ στην πίσω πλευρά αναγράφεται χαρακτηριστικά: «1951  Άμιλα για το Μπελογιάννη, φυλ. Κέρκυρας»!


Εμείς από την πλευρά μας θα συνοδεύσουμε αυτό το ξεχωριστό ντοκουμέντο με το ποίημα «Προσευχή του Αντάρτη» (το οποίο γράφτηκε, πιθανότατα, από τον ΕΠΟΝίτη Νίκο Μαραγκουδάκη και πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Νέος Μαχητής” του ΔΣΕ στις 6-12-1947). 
Θα το αφιερώσουμε στη μνήμη του Ευρυτάνα αντάρτη Γ. Σερετάκη και σ’ όλους όσους χάραξαν, με αίμα, αγώνες και θυσίες, αετίσιους δρόμους που θα εμπνέουν για πάντα το λαό μας…
  

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ

Σ' ευχαριστώ ψηλό βουνό, που μες στην αγκαλιά σου
με δέχτηκες φιλόξενα σα στοργικός πατέρας.
Τι να την κάνω τη ζωή κάτω στο σκλάβο κάμπο;
Πικρό στο στόμα το ψωμί και το νερό φαρμάκι,
μαυροντυμένα τα δεντρά και το τραγούδι κλάμα.

Σ' ευχαριστώ ψηλό βουνό, που μούδωσες ελπίδα.
Οι στάνες σου με θρέψανε, τα δέντρα σου, τα χόρτα.
Με δρόσισαν τα ρυάκια σου, με σκέπασε η σπηλιά σου.
Περήφανα τα ελάτια σου, χαρίζουν τη δροσιά τους
στ' αγρίμια, στα πετούμενα και τους καταδιωγμένους.
Χίλιες φορές χιλιόχρονο δεν ένιωσες ποτές σου
την καταφρόνια του ραγιά, δε λύγισες το γόνα.
Θέλω να ζήσω λεύτερος, αδέρφι με τ' αγρίμια.

Δώσε βουνό στο σώμα μου τη λεβεντιά του ελάτου,
κι άκακη σαν τα πρόβατα που βόσκουν στις πλαγιές σου
κάν' την ψυχή μου, να μπορεί να κυβερνάει το μίσος
που η αδικιά το θέριεψε, και δώσε στην καρδιά μου
του καταρράχτη την ορμή, της πυρκαγιάς τη φλόγα,
του ντουφεκιού μου τη βροντή κάν' την αστροπελέκι,
για να λουφάξει ο τύραννος και να ξυπνήσει ο σκλάβος.

Λεύτερα σεις αγρίμια μου τα δόντια σας τροχίστε
και σεις πυκνά χιονόδεντρα σφίξετε τα κλαδιά σας
να μην πατήσει ο τύραννος το λεύτερό σας χώμα.
Κι όταν θε νάρθει η Ανοιξη και λυώσουνε τα χιόνια
και θα φυσήξει δροσερό της λευτεριάς τ' αγέρι
αητέ μου δος μου τα φτερά κι ελάφι μου τα πόδια
και ρεματιά μου την ορμή για να χυθώ στον κάμπο
να δώσω βόλι στο φονιά και λευτεριά στο σκλάβο.