Σάββατο 6 Απριλίου 2019

Το μονοπάτι του ταχυδρόμου


Ένα νοσταλγικό αφιέρωμα από τον συμπατριώτη μας Σεραφείμ Τσιουγκρή 
για το blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"


Η γριά Κωνστάντω καθισμένη στην άκρη της πλακόστρωτης αυλής, τυλιγμένη με τα σκουτιά της, απολαμβάνει τις ακτίνες του ανοιξιάτικου ήλιου, στο μικρό ευρυτανικό χωριό. Από την θέση που βρίσκεται βλέπει αρκετά μακριά κι έτσι διακρίνει τους γείτονές της να τραβούν το μονοπάτι για την εβδομαδιαία συνάντηση με τον ταχυδρόμο του χωριού. 

Ημέρα Πέμπτη, ημέρα που ομορφαίνει ο κόσμος της μόνο και μόνο με την σκέψη και την ελπίδα ότι θα λάβει γράμμα από τα βλαστάρια της που βρίσκονται χρόνια στην ξενιτιά. Αυτή την χαρά, την ελπίδα, την προσμονή, μόνο ο Κυρ-Κώστας, ο ταχυδρόμος του χωριού, μπορεί να της την δώσει. Για την ίδια μα και για τους συγχωριανούς της, ο ταχυδρόμος, μετά τον παπά, τον πρόεδρο και το δάσκαλο, ήταν το πρόσωπο που όλοι σέβονταν και που περίμεναν για να ακούσουν κάθε Πέμπτη εκείνη τη χαρακτηριστική ιδιόμορφη ταχυδρομική ''σάλπιγγα'' με τον βραχνό ήχο να τους καλεί στο καθιερωμένο σημείο συνάντησης.

Στο τέρμα του δρόμου λοιπόν, στο ''μονοπάτι του ταχυδρόμου'' όπως καθιερώθηκε να λέγεται, εκεί στον ίσκιο ενός χιλιοχρονίτικου δένδρου κάθεται ο Κυρ-Κώστας, περιμένοντας τους συγχωριανούς του. Καπνίζοντας αργά το βαρύ σέρτικο τσιγάρο του, το ''Έθνος κόκκινο'', ξέρει ακριβώς το χρόνο που θα εμφανιστεί ο πρώτος συγχωριανός του αναψοκοκκινισμένος από το περπάτημα και την προσμονή να λάβει το πολυπόθητο γράμμα.

Το μικρό αυτό χωριό της Ευρυτανίας όπως και όλα τα υπόλοιπα έχουν ρημάξει χρόνια τώρα με το φευγιό όλων σχεδόν των νέων σε χώρες μακρινές όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία η Αμερική και λίγο πιο κοντά η Γερμανία. Η μετανάστευση να ήταν άραγε ''ευλογία'' όπως έλεγε τότε ένας... ''μεγάλος'' πολιτικός της εποχής; Εμ όχι, κατάρα και πόνος ήταν για τις μανάδες και τους πατεράδες που αποχαιρετούσαν τα παιδιά τους χωρίς να ξέρουν αν θα τα ξαναδούν. 

Την ιερή εκείνη ώρα που ο Κυρ-Κώστας άνοιγε την βαριά δερμάτινη τσάντα, δεν άκουγες τον παραμικρό ήχο από τους συγκεντρωμένους. Μόνο τα ονόματα που έγραφαν πάνω τα γράμματα άκουγες και τα ροζιασμένα χέρια που απλώνονταν για το πιάσουν έβλεπες εκείνη την στιγμή. Ο καθένας που έπαιρνε το γράμμα από τον δικό του άνθρωπο, το κρατούσε σφιχτά στα χέρια του, με την επόμενη κίνηση... να το φέρνει κοντά στα χείλη του και να το φιλάει. Έτσι  είχαν την μάταιη αίσθηση ότι φιλούσαν τον δικό τους άνθρωπο. Όσοι λάβαιναν το γράμμα που περίμεναν, έπαιρναν μαζί τους και τα γράμματα για αυτούς που ήταν ανήμποροι να μετακινηθούν, όπως η γριά Κωνστάντω, με κάποια καθυστέρηση βέβαια που είχε να κάνει με το γεγονός πως οι περισσότεροι από την λαχτάρα τους να μάθουν νέα από τα παιδιά τους τα άνοιγαν πριν φτάσουν στο  σπίτι, όσοι ήξεραν γράμματα βέβαια και μπορούσαν να διαβάσουν. Έβλεπες λοιπόν στην σειρά όλοι οι χωριανοί να κάθονται στο μονοπάτι και να διαβάζουν!

Ο Κυρ-Κώστας ο ταχυδρόμος πριν πάρει το δρόμο για το επόμενο χωριό καθόταν με αυτούς που για άλλη μια φορά δεν είχαν πάρει γράμμα προσπαθώντας μέσα από μια καλή κουβέντα, μέσα από μια ιστορία που τους έλεγε να τους κάνει να γελάσουν λίγο να διώξουν την πίκρα που τους κατέκλυζε. Ήταν μάστορας σε αυτό, άλλωστε κάθε Κυριακή με το σχόλασμα της εκκλησίας κι αφού πρώτα είχε κάνει το καθήκον του ως ψάλτης, κατόπιν, εκεί στο καφενείο του χωριού, βοηθούντος βέβαια και του τσίπουρου αφηγούταν απίστευτα περιστατικά που έφτιαχναν το κέφι στην ομήγυρη και έτσι ξεχώριζε μ' έναν ευχάριστο τρόπο και η κυριακάτικη αργία. 

Εκείνη τη μέρα η ανήμπορη γριά Κωνστάντω πήρε από τον γείτονά της τον κυρ Γιώργη το γράμμα που περίμενε από τα παιδιά της. Με τι λαχτάρα το πήρε στα χέρια της και πόσο σφιχτά το έσφιξε στον κόρφο της! Ο κυρ Γιώργης έκατσε κατάχαμα δίπλα της και άρχισε να της διαβάζει. Σταματούσε και την κοίταζε ....πόσο έλαμπε το πρόσωπό της, πόση γλύκα εξέπεμπαν τα μάτια της στο άκουσμα ότι τα παιδιά της είναι όλα καλά ότι την αγαπάνε και ότι ο μεγαλύτερος γιος της σκέφτεται να έρθει το καλοκαίρι, όλα μα όλα ότι της διάβαζε την έκαναν να ξανανιώνει, ευχαριστώντας το Θεό για την ξεχωριστή μέρα. Δύναμη, κουράγιο και ανάταση ψυχής ήταν αυτά τα γράμματα που κατά καιρούς έπαιρνε από τα ξενιτεμένα παιδιά της αυτή η γυναίκα, αλλά και όλοι οι κάτοικοι του χωριού... 

Όλα τα παραπάνω ήταν ο λόγος που αναφέρθηκα σε τούτο το μονοπάτι της μνήμης που χωμένο μέσα στα δένδρα, σαν μια φυσική αψίδα, υπάρχει ακόμη σε αυτό το χωριό που αναφέρεται η ιστορία μας. Είναι ακόμη εκεί αν και εγκαταλελειμμένο και με έντονα τα σημάδια του χρόνου, για να μας θυμίζει πόσο σημαντικό και κοινωνικά χρήσιμο ήταν το επάγγελμα του ταχυδρόμου τότε που δεν υπήρχαν ίντερνετ, e -mail,  τηλεόραση,  ραδιόφωνο. Είναι εκεί πολύτιμοθυμητάρι και για εμάς τους μεγαλύτερους που είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε τον Κυρ-Κώστα και να θυμόμαστε ιστορίες που μας έλεγε, πάντα στο καφενείο.

Το "μονοπάτι του ταχυδρόμου" συνιστά μια ξεχωριστή εμπειρία για εκείνον που θα αξιωθεί να κάνει αυτή την απόπειρα γνωριμίας. Θα τον πλανέψει το τοπίο, η διαδρομή, θα νοιώσει εκείνη την δύσκολη εποχή μέσα του, θα αφουγκραστεί τους ήχους του χωριού. Θα ακούσει τον νερόμυλο να αλέθει στο ρέμα, τα αηδόνια να κελαηδούν, τους ήχους από τις γκλίτσες των χωρικών πάνω στις πέτρες πηγαίνοντας για την συνάντηση με τον ταχυδρόμο. Αν είναι τυχερός, που ξέρεις, μπορεί ν' ακούσει και τη ''σάλπιγγα'' του Κυρ-Κώστα να αντιλαλεί στα πέρατα του κόσμου.

ΥΓ "Το μονοπάτι του ταχυδρόμου" βρίσκεται στο Καλεσμένο Ευρυτανίας! Η φωτογραφία του αφιερώματος επελέγη από το διαδίκτυο.

Ένα κείμενο θύμησης από τον συμπατριώτη Σεραφείμ Τσιουγκρή


19 σχόλια:

kapetandiamantis είπε...

ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΠΑΛΙΟΥΣ ΚΑΙ ΜΑΛΛΟΝ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΥΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥΣ.
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΚΥΡΙΕ ΤΣΙΟΥΓΚΡΗ.

Giannis Pit. είπε...

Λαϊκοί αγωνιστές και αυτοί Ευρυτάνα. Με μεγάλη προσφορά στο λαϊκό κίνημα. Την καλησπέρα μου αγαπητέ φίλε.

Aris είπε...

Πω πω τι κειμενο.!!
Ευγε στον συμπατριωτη!!

PHOTO ΤΙΤΛΟΙ είπε...

Ο ήχος της σάλπιγγας του ταχυδρόμου κατάφερε να διαπεράσει το χρόνο χάρις στο καταπληκτικό άρθρο του Σεραφείμ. Πολλά πολλά μπράβο αγαπημένε φίλε μας.

Ελένη Φλογερά είπε...

Ωραίο αφιέρωμα!

doctor είπε...

ΗΡΘΑΝ ΨΙΧΑΛΕΣ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ
ΚΑΙ ΔΕΝ ΦΤΑΙΕΙ Η ΒΡΟΧΕΡΗ ΜΕΡΑ.
ΤΑ ΘΕΡΜΟΤΕΡΑ ΤΩΝ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΩΝ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΟΣ.

zeidoron dtsoukas είπε...

Καλησπέρα φίλε Ευρυτάνα!
Εξαιρετικό κείμενο,μπράβο στο συγγραφέα,με πολλές θύμησες για όσους ζήσαμε εκείνες τις εποχές που δεν υπήρχε καν τηλέφωνο....Συνδετικός και συναισθηματικός κρίκος ο ταχυδρόμος,ασκούσε λειτούργημα τότε ενώ σήμερα είναι απλά μεταφορέας λογαριασμών....
Το κείμενο είναι επίσης διδακτικό για τις γενιές της τεχνολογίας που μ' ένα κλικ σε ελάχιστα δευτερόλεπτα επικοινωνούν με την άλλη άκρη της γης έχοντας και οπτική επαφή!!!

Άιναφετς είπε...

Εξαιρετικό αφιέρωμα, ας είναι καλά όσοι ταχυδρόμοι εξακολουθούν και φέρνουν γράμματα σε απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας, γιατί υπάρχουν ακόμα, αλλά για πόσο, άγνωστο!

Φυσιολάτρης! είπε...

Τι να πω......ορισμένες φορές τα λόγια είναι φτωχά.....ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Σερ. Τσιουγρή για αυτή την γραπτή υμνωδία στον ανώνυμο ταχυδρόμο..... γιατί περί αυτού πρόκειται!!!!!Διδάσκετε πολιτισμό!!!!!ΜΠΡΑΒΟ!!!!!!!!!

Mia είπε...

Υπέροχο! Ευχαριστούμε, Ευρυτάνα μου.

Μαρία Γ. είπε...

Ένας μικρός θησαυρός!!!
Με συγκίνησε βαθιά!
Σ'ευχαριστούμε που τον μοιράστηκες μαζί μας.
Να είσαι καλά Ευρυτάνα.

Διονύσης Μάνεσης είπε...

Σεραφείμ και Ευρυτάνα,

Μια ακόμα ψηφίδα ευρυτανικής γης, μια ακόμη ψηφίδα ανθρώπινης ζωής. Απ' αυτές που τόσο έχουμε ανάγκη να θυμόμαστε αλλά και να κάνουμε τροφή προβληματισμού, σκέψη και δράσης για να κρατηθεί κάτι.

Ευχαριστούμε.

Άρης Άλμπης είπε...

Δεν ήταν μόνο η ιδιότητα του ταχυδρόμου που έφερνε τη συγκίνηση του γράμματος από τα ξένα. Ήταν και ο αίτιος να συγκεντρώνονται γύρω του οι κάτοικοι και να ανανεώνεται η βεβαιότητα της συμπόρευσης στα δύσκολα της ζωής στο χωριό. Και το μοίρασμα των καημών και των πόθων τους με αφορμή ένα γράμμα!
Εξαιρετικό κείμενο.

Woman in Blogs είπε...

Πολύ ωραίο, συγκινητικό. Μες σε λίγες αράδες περιγράφει μια ολόκληρη εποχή.
Ευχαριστούμε!

magda είπε...

Εξαιρετικό, ανθρώπινο, γλαφυρό!
Ευχαριστούμε τον κειμενογράφο και πάντα εσένα Ευρυτάνα, που φιλοξενείς μικρά αριστουργήματα στο blog σου!

Αστοριανή είπε...

... μου έφερες κρυμμένα δάκρυα στα μάτια,
Ευρυτάνα μου!

Ο πατέρας μου, από την ερημωμένη πλεον ορεινή Βαλιμή -παλαιά με 10.000 κόσμο-, δυο ώρες από την επάνω Ακράτα, Αιγιαλείας και Καλαβρύτων, νομού Αχαϊας, νεαρός, πάνω στο άλογο, έκανε καθε μέρα την παρόμοια διαδρομή ... τραγουδώντας ή σφυρίζοντας για να ακούν κυρίως οι κοπελιές ...

Κάμποσα χρόνια αργότερα, οι πιο ευκατάστατοι, κατέβηκαν στην εύφορη πεδιάδα με την θάλασσα να τους μαγεύει, τα Βαλιμήτικα, μέρος του Αιγιώτικου κόλπου της Αιγιαλείας...

Μακρινά, πολύ μακρινά, όλα αυτά, ακόμη και για μένα τώρα...

Σε συγχαίρω για τα θέματα που διαλέγεις... για να μας συγκινείς.

Εύγε σου.

"αστοριανή"

ΝΥ

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...


Ευχαριστούμε εγκάρδια τον συμπατριώτη μας Σεραφείμ Τσιουγκρή γι' αυτό το τόσο ξεχωριστό αφιέρωμα που χάρισε στο blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" και στους αναγνώστες μας.

Επίσης όλους εσάς, για τις επισκέψεις και τα εξαιρετικά σας σχόλια.

άγριο κυκλάμινο είπε...

Από τα ωραιότερα αφιερώματα που έχω διαβάσει. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Συγχαρητήρια.

Μάκης είπε...

Σ' αυτόν που έλιωσε τη ζωή του στους δρόμους, που άντεξε λιοβόρια κι ανεμοσούρια, που τα χέρια του γίναν γεφύρια ελπίδας κι ανασασμού, που αδέλφωσε στα τρίστρατα έγνοιες και καρτερέματα, που βαφτίστηκε "αγγελιοφόρος των λέξεων", σ ένα αέναο δράμα του ανθρώπου που ξενιτεύεται κυνηγώντας τα χελιδόνια της ψυχής κι αυτού που μένει πίσω να παγώνει το βλέμμα στο έμπα του δρόμου,
ΑΦΙΕΡΩΝΩ:
"- Γράμμα είπες; Απ'την Αμέρικα; Ο Γιάννης; Ο Γιάννης με θυμήθηκε;
Άφατος ήτο η χαρά της Αχτίτσας, λαβούσης μετά τόσα έτη ειδήσεις περί του υιού της. Ως υπο τέφραν κοιμώμενος από τόσων ετών, ο σπινθήρ της μητρικής στοργής ανέθορεν εκ των σπλάχνων εις το πρόσωπόν της και η γεροντική, ρικνή και ερριτυδωμένη όψις της ηγλαΐσθη με ακτίνα νεότητος και καλλονής" (Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη). Ακευσώ