Ένα blog με διάθεση εξερεύνησης σε γνωστές και άγνωστες πτυχές της Γης και της ανυπότακτης Ιστορίας των Ευρυτάνων
Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016
Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016
Μην πάω ξαρματωμένος...
Ο μπάρμπα-Τσεκούρας, ο γηραιότερος αντάρτης του ΕΛΑΣ, στα βουνά της Λεύτερης Ελλάδας! (φωτο: Σπύρος Μελετζής)
Τα γερατειά κι αν μου
‘κοψαν τη μέση, μα θ’ απλώσω
το χέρι μου γερό,
την ασημιά τη δόξα σου
κορμί να σ’ αρματώσω,
σαν τον παλιό καιρό.
Μπαίγνιο του χάρου,
σκιάζουμαι, μην πάω ξαρματωμένος,
και κρίμα μού σταθεί,
Στο κάστρο εγώ πως
ήμουνα μονάχα ο ντροπιασμένος
κι είχα ξαρματωθεί.
[Ποίημα που γράφτηκε στα 1921 από τον ποιητή μας Θανάση Κυριαζή (1887-1950) ο οποίος έλκει την καταγωγή του από τον Προυσό Ευρυτανίας] ΥΓ: Αφιερωμένο στους παππούδες και τους πατεράδες μας που δεν λύγισαν ποτέ! |
Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016
Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016
Έτσι ξαπόστειλαν οι Τοπολιανίσιοι τον... Μαυρογιαλούρο!
Tα Τοπόλιανα της Ευρυτανίας είναι πασίγνωστα για το ευρηματικό χιούμορ των κατοίκων τους. Τούτοι οι ορεσίβιοι… αριστοφανικοί διαόλοι άφησαν εποχή με τις φάρσες και τα χουνέρια που, ανέκαθεν, σκάρωναν στους ανυποψίαστους επισκέπτες. Ιδιαίτερη “αδυναμία” είχαν όμως οι Τοπολιανίσιοι στους εκπροσώπους του Κράτους και των Θεσμών! Πολιτικάντηδες, δεσποτάδες, χωροφύλακες και φοροεισπράκτορες βρήκαν το μάστορά τους (βλ. και εδώ!).
Το περιστατικό που θα
σας διηγηθεί σήμερα ο "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" δεν είναι μυθοπλασία, αλλά αληθινό
γεγονός που συνέβη πολύ παλιότερα στα Τοπόλιανα. Μάλιστα θυμόμαστε ότι το είχε
καταγράψει, με το δικό του τρόπο, και ο αλησμόνητος Ευρυτάνας αγωνιστής Γεωργούλας
Μπέικος, ο εμπνευστής του περίφημου “Κώδικα Ποσειδώνα” της Αντίστασης (βλ. εδώ).
Πάμε, λοιπόν, να ξετυλίξουμε
το νήμα της διήγησής μας πολλά-πολλά χρόνια πριν (πιθανώς προπολεμικά): Τότε,
που λέτε, περιόδευαν στην περιοχή τα περιβόητα “κολάρα”! Έτσι αποκαλούσαν περιπαιχτικά
τους παλαιοκομματικούς καθεστωτικούς πολιτικάντηδες που γυρνοβολούσαν στα ξεχασμένα
ορεινά χωριά προς άγραν ψήφων και μετά τις εκλογές έλαμπαν δια… της απουσίας
τους. Ένας από αυτούς, πρώην εισαγγελέας και νυν υποψήφιος, έκανε το λάθος να
περάσει με την κουστωδία του από αυτό το χωριό που, βυθισμένο όπως κι όλα τ’
άλλα στη φτώχια και την αναπαραδιά, δεν καλοέβλεπε τους “Μαυρογιαλούρους” της εποχής!
Παρήγγειλε ο
πολιτικάντης να μαζευτούν οι ντόπιοι στην πλατεία «δια να ομιλήσει εις τους
χωρικούς», όπως και έγινε. Πρόθυμοι οι Τοπολιανίσιοι, αλλά και συνεννοημένοι όπως
πάντα, παρατάχτηκαν ενώπιον του “σωτήρος” σχηματίζοντας ένα
μισοφέγγαρο-ημικύκλιο μπροστά από τον αγορητή. Έτσι στέκονταν, κάπως γυρτοί και
με τα πόδια… μισάνοιχτα, φορώντας ανάρριχτα τις κάπες τους και ακουμπώντας
ράθυμα πάνω στις γκλίτσες τους! Μπροστά-μπροστά πρώτος και καλύτερος ο αρχιδιάολος
του χωριού ο Κώτσος ο Νταβαρίνος.
Ξεκίνησε ο ψηφοθήρας ρήτορας
με… τους απαραίτητους ξερόβηχες και τις καθιερωμένες γαλιφιές: «είμεθα ευτυχείς
που επισκεπτόμεθα το ιστορικόν χωρίον σας» κλπ, κλπ και συνέχισε το λογίδριό
του αραδιάζοντας υποσχέσεις επί υποσχέσεων στους χωρικούς οι οποίοι
παρακολουθούσαν ανέκφραστοι σκαλίζοντας, τάχα αμήχανα τάχα αφελώς, το χώμα με τις
μύτες από τις γκλίτσες τους.
(Σε αυτό το σημείο της
διήγησής μας θα κάνουμε μια μικρή παρένθεση για να σας εξηγήσουμε ότι, σύμφωνα με
την ορεσίβια συνήθεια, όταν κατά τη διάρκεια της ομιλίας ενός μουσαφίρη η
γκλίτσα του νοικοκύρη σκαλίζει διακριτικά το χώμα με κατεύθυνση “προς τα μέσα” αυτό
σημαίνει αποδοχή των λεγομένων του επισκέπτη, ενώ αντίθετα όταν η γκλίτσα
σέρνεται “προς τα έξω” υπονοεί απόρριψη. Οι δε Σαρακατσάνοι είχαν σκαρφιστεί κι
ένα άλλο παρόμοιο “κόλπο” όταν έρχονταν οι ζωέμποροι για να διαπραγματευτούν
τις τιμές για τα ζωντανά τους. Όσο ο τσέλιγκας συνομιλούσε με τον έμπορα, οι
άλλοι από κάτω πελέκαγαν, τάχα αδιάφορα, με τα σουγιαδάκια τους κάποιο
λιανόξυλο. Αν το πελέκαγαν προς τη μέσα μεριά έδιναν “το σήμα” ότι συμφωνούσαν
με την προτεινόμενη τιμή, αν όμως το πελέκαγαν προς τα έξω σήμαινε «πάρε πόδι»!
Οπότε και ο επικεφαλής τους έδινε την ανάλογη απάντηση).
Δώστου λοιπόν να λέει
και να ξαναλέει με στόμφο ο κουτοπόνηρος γραβατάκιας, να βγάζει πύρινους λόγους
και να τάζει λαγούς με πετραχήλια. Τι πρατήρια θα σας φτιάξουμε, τι γιοφύρια,
τι σχολεία μέχρι και… παιδιά θα σας κάνουμε!!! Οι Τοπολιανίσιοι όμως εκεί, αμίλητοι
κι ασάλευτοι σαν το παγωμένο χιόνι, μήτε χειροκρότημα κέρναγαν τον ομιλητή,
μήτε ζητωκραυγές. Τίποτα… σφήγκες! Μονάχα που και που ο Κώτσος, ο επικεφαλής,
έξυνε, δήθεν τυχαία, τα… αχαμνά του.
Ανοιχτομάτης όμως κι ο πολιτικάντης
αντιλήφθηκε τι συμβαίνει κι άναψε και κόρωσε. Έσιαξε τη γραβάτα του, έβγαλε και
το μαντήλι να σκουπίσει τον ιδρώτα του, αλλά και τι να κάνει; η ανάγκη βλέπετε,
οπότε ξανάπιασε το ποίημα. Μόνο που τώρα από τις υποσχέσεις πέρασε σιγά-σιγά
και στις φοβέρες: «Άμα δεν ψηφίσετε θα υπάρξουν συνέπειες εις τον τόπον σας», «φερθείτε
ώριμα, ειδάλλως… πρατήριο γιοκ». Και συνέχιζε στο ίδιο τροπάρι: «γιοκ γιοφύρι»,
«γιοκ σχολείο», γιοκ το ένα, γιοκ το άλλο!
Ώσπου κατέληξε και στο δια ταύτα
όπως όλοι οι όμοιοι του:
-«Τι λέτε συμπατριώται
θα ψηφίσετε ή όχι, να το ηξεύρωμεν, άλλως… »!
Οι Τοπολιανίσιοι
τσιμουδιά, εκεί σκυφτοί βάλθηκαν να… παιδεύουν το χώμα με τις γκλίτσες τους!
Τότε παίρνει το λόγο κι
ο Νταβαρίνος που γυρνώντας τα οπίσθιά του στους καλεσμένους απευθύνθηκε στους
συντοπίτες του :
-«Τον άκσατε ουρέ χουργιανοί,
κινδινεύετι να πάθετι πουλλά, τι θα κάμετι;» έκανε πονηρά.
-«Ότι πεις ισύ Κώτσιου»
αποκρίθηκαν ομόφωνα οι άλλοι σπρώχνοντας με τρόπο τις γκλίτσες τους “προς τα έξω”!
Κι ο Κώτσος, αφού
λοξοκοίταξε “τα σήματα” από τα γκλιτσόξυλα, έδωσε την απάντηση ατάκα και επί
τόπου:
-«Ιγώ κυρ’ πολιτικέ μ’,
σ’ λέου ότι είσι κι συ σαν τ’ν χολέρα. Άμα κουλλήσει στουν κουσμάκη οι
μισοί πάνε απ’ τ’ν αρρώστια κι οι άλλοι μισοί διαβαίνε απ’ του φόβο τς’».
Χλόμιασε ο “Μαυρογιαλούρος”, στέγνωσε το σάλιο του…
Αλλά ο Κώτσος απτόητος:
-«Γι’ αφτό για ούλα όσα έταξις και για όσα φουβερίζ'ς, ιγώ λέου… στ’ αρχι@@@ μ’»!!!
-«Κι μείς στα θ’κά μας
και μι του συμπάθειου αρχουντάδες» είπαν κι οι υπόλοιποι και προχώρησαν μεγαλόπρεπα
στη χαρακτηριστική κίνηση σηκώνοντας ψηλά το ένα χέρι το οποίο εν συνεχεία διέγραψε
εναέρια την καμπύλη από… την κατσούλα της κάπας μέχρι… τα ανοιχτά σκέλια τους!
Κι έμειναν εκεί με την
τεντωμένη παλάμη να δείχνει τα… προπατορικά τους, ώσπου ο χαρτογιακάς “Μαυρογιαλούρος” και οι παρατρεχάμενοί του τα μάζεψαν και γίνηκαν καπνός!
Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016
Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016
FIDEL VIVE !
«Ανεξαρτησία σημαίνει να έχεις το κεφάλι σου μέσα
στο στόμα του λύκου και να του λες άντε γαμήσου»
Fidel Castro
Fidel Castro
Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016
Βροντάει στο Γοργοπόταμο τ’ αντάρτικο τουφέκι!
Στις 25 Νοεμβρίου 1942, οι αντάρτες ανατινάζουν την στρατηγικής σημασίας γέφυρα του Γοργοπόταμου, μετά από σφοδρή μάχη με τη φασιστική ιταλική φρουρά. Σημειωτέον ότι οι αντάρτες είχαν ξεκινήσει για το ραντεβού με την Ιστορία από τη Βίνιανη της Ευρυτανίας, την καρδιά του απελευθερωτικού αγώνα (βλ. εδώ!), όπου και καταστρώθηκε, λίγες μέρες πρωτύτερα, το σχέδιο του σαμποτάζ!
Το σπουδαίο αντιστασιακό κατόρθωμα έγινε θρύλος και τραγούδι στα χείλη του λαού και τραγουδιέται μέχρι σήμερα στα βουνίσια λημέρια, εκεί που μεγαλούργησε η λαϊκή αντίσταση για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά!
Βροντάει,
μάνα μ’, βροντάει στο Γοργοπόταμο
βροντάει
στο Γοργοπόταμο τ’ αντάρτικο τουφέκι
τ’
αντάρτικο τουφέκι!
Βροντάει
μιά βροντάει δυό
τον Άρη
έχουν αρχηγό!
Ο Άρης,
μάνα μ’, ο Άρης κάνει πόλεμο
ο Άρης
κάνει πόλεμο μ’ αντάρτες παλικάρια
μ’
αντάρτες παλικάρια!
Βροντάει
μιά βροντάει δυό
ορέ τον Άρη
έχουν αρχηγό!
Κι
αντι, μάνα μ’, κι αντιλαλήσαν τα βουνά
κι
αντιλαλήσαν τα βουνά κι οι κάμποι πέρα ως πέρα
κι οι
κάμποι πέρα ως πέρα!
Βροντάει
μιά βροντάει δυό
να ζήσει
το Ανταρτικό!
Στα
άρματα κι οι σκλάβοι όλοι πήρανε
κι οι
σκλάβοι όλοι πήρανε της Λευτεριάς σημαία
της
Λευτεριάς σημαία!
Βροντάει
μιά βροντάει δυό
ορέ να
ζήσει το Ανταρτικό!Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2016
Σαν να μην ξεστράτισε ποτέ...
Το Επάνω Γεφύρι στην Κόκκινη Στράτα της ιστορικής Χρύσως - φωτo : "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"
Η
επίγνωση αναβλύζει μέσα από τις σιωπηλές μνήμες όσο κι αν αλλάζουν τα χρόνια. Με
τον αργόσυρτο χορό της αέρινης νεράιδας η ιερή θύμηση δρασκελίζει νοσταλγικά τα
μονοπάτια της ψυχής που υφαίνουν την ιστορία αυτού του τόπου αντάμα με παλιά παράπονα και στοιχειωμένα όνειρα. Γλυκόπνοη
ροή ζωής και η λαϊκή τέχνη, κυοφορεί στην αιωνιότητα την αρμονία, γεφυρώνοντας την
ανάγκη με την αποφασιστικότητα, τη στέρηση με τη δημιουργία, τον αγώνα της
επιβίωσης με την υπέρβαση. Εδώ ο άφθαρτος χρόνος ως επουράνια σκιά μοιάζει σαν
να μην ξεστράτισε ποτέ…
"Ευρυτάνας ιχνηλάτης" |
Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016
ΕΑΜ ΕΛΑΣ ΔΣΕ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ!
Οι
παραπάνω ΠΑΝΤΟΣ ΚΑΙΡΟΥ ΣΤΙΧΟΙ ανήκουν στον αξέχαστο Βασίλη Ρώτα, αυτόν τον σπουδαίο πνευματικό άνθρωπο που συν τοις άλλοις υπήρξε και ένας από τους πρωτοπόρους οργανωτές του «Θεάτρου του Βουνού» κατά τη διάρκεια της ηρωϊκής Αντίστασης του Λαού μας για την οποία έχουμε την τιμή να υπερηφανευόμαστε, και εμείς ως Ευρυτάνες, αφού η λαϊκή επαναστατική δράση πρωτάνθισε και ανδρώθηκε στα αδούλωτα βουνά μας, πρώτα με τον Άρη και τον ΕΛΑΣ και κατόπιν με τον ΔΣΕ, ενάντια πάντα στους ξένους δυνάστες και τους ντόπιους υποτελείς τους.
Ο συγγραφέας Γεράσιμος Σταύρου θυμόταν τον Β. Ρώτα όταν ανέβηκε στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας για να προσφέρει στον αγώνα : «… Στη Ρούμελη βρισκόταν από μερικούς μήνες ο ποιητής Βασίλης Ρώτας, ο
αδάμαστος μπάρμπα Βασίλης. Ήρθε εδώ με την γκλίτσα, τις αρβύλες, το μπερεδάκι
και τη λεβεντιά του για ν’ αγωνιστεί πιο ελεύθερα απ’ όσο αγωνιζόταν μυστικά,
μα πάντα μπρος, στην κατεχόμενη Αθήνα. Τον θυμάμαι στητό, πάνω στ’ αγριοβούνια,
καθώς έτσι δα είναι και σήμερα, με περηφάνια παλικαριού, πότε ν’ αστραποβολά
χαρούμενος για τα θαύματα του μεγάλου αγώνα, πότε να στοχάζεται το τραγούδι της
Ευρυτανίας χαϊδεύοντας απλά τα γκρίζα γένια του, αντάρτης του νου και της καρδιάς
θρεμμένος κι από τους Κολοκοτρωναίους του Μοριά»!
Ο Αμερικανός στρατηγός Βαν Φλιτ στο Γράμμο ποζάρει μπροστά σε νεκρούς μαχητές του ΔΣΕ |
ΥΓ: Το διαχρονικά αντιπροσωπευτικό ποίημα, αφιερώνεται στη μνήμη των νεκρών αγωνιστών της εξέγερσης του Πολυτεχνείου -και όχι μόνο- αφού άλλωστε: «αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός!»
blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"
Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016
Το Στοιχειό!
Ας
ταξιδέψουμε, λοιπόν, με τη φαντασία μας στον παραμυθένιο κόσμο των Αγράφων
-στις αρχές του προηγούμενου αιώνα - με τη χαρισματική γραφή του σπουδαίου
Ευρυτάνα λογοτέχνη Στέφανου Γρανίτσα (1880-1915), μέσω του περίφημου βιβλίου
του υπό τον τίτλο "Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου"
(Βιβλιοπωλείον της Εστίας) που κοσμεί και την προσωπική μας βιβλιοθήκη...
ΤΟ
«ΣΤΟΙΧΕΙΟ»
Έπειτα από χρόνια πολλά
εφανερώθη προχθές το Στοιχειό. Ο μηχανικός κ. Παπαϊωάννου, εποπτεύων την
κατασκευήν του δρόμου μεταξύ Κεράσοβου- Αγράφων-Βραγγιανών, ετρόμαξε να
συγκρατήση τους εργάτας, οι οποίοι είδαν με τα μάτια των το Στοιχειό. Εις τα
«Άσπρα Λιθάρια», όπου έτυχε να ευρίσκωμαι προχθές ήλθεν η είδησις, ότι το
Στοιχειό ήτο ένα πελώριον φίδι με ουράν δύο πήχεων, με κεφαλήν αλόγου, με μάτια
«σαν τάληρα», με αυγά «σαν χήνας».
Όταν εφύγαμεν απ’ εκεί
και επήραμε τα προς την Νιάλαν βουνά, κάθε στάνη, κάθε διαβάτης, κάθε χανιτζής,
προσέθετε και ένα πήχυν εις την ουράν, ολίγα μέτρα εις την περιφέρειαν της
κεφαλής και των ματιών και τ’ αυγά επλησίαζον να γίνουν ίσα με το Πανόραμα του
Σταδίου. Επί τέλους εφθάσαμε με τον Δήμαρχον Αγράφων κ. Χρηστίδην και με
ολίγους χωρικούς εις το μέρος, όπου ειργάζοντο διά τον δρόμον περί τους 20-30
εργάται. Ο μηχανικός κ. Παπαϊωάννου ήτο εκεί, ώστε να μας δώση ο ίδιος πληροφορίας
περί του Στοιχειού. Ήτο πραγματικώς, κατ’ αυτόν, ένα πελώριον φίδι, με μάτια
«σαν τάληρα» και με ουράν άγνωστον πόσην, διότι κανείς δεν την είδεν. Άμα η
δυναμίτις έσπασε τον βράχον, εκείνο επετάχθη εις μίαν στιγμήν ανάμεσα από την
ρωγμήν και έπειτα εχάθη εις άλλην σπηλιάν. Αυτά τουλάχιστον λέγει ο μηχανικός.
Άλλος όμως λέγει, ότι δεν εκρύβη αμέσως το Στοιχειό, αλλ’ εκρύβησαν οι εργάται,
οι οποίοι έφυγαν εις απόστασιν μιας ώρας, φωνάζοντες και ζητούντες βοήθειαν.
Εξ αφορμής της
εμφανίσεως του Στοιχειού εξύπνησεν η τερατολόγος λαϊκή παράδοσις, διά να
διηγηθή ατελειώτους ιστορίας. Προ ετών είχεν εμφανισθή εις τα ίδια σχεδόν μέρη,
τα οποία είναι τ’ αγριώτερα ρέματα της Ευρυτανίας, άλλο Στοιχειό, το οποίον
κατά την δύναμιν που δίδει η παράδοσις, «εμαύλιζε» ζώα και τα κατέπινεν. Επί
τέλους μίαν ημέραν έπεσεν επάνω του κάποιος βοσκός ονομαζόμενος Τσάλης. Μόλις
το είδεν, ησθάνθη τον εαυτόν του μαυλιζόμενον από το Στοιχειό. Επρόφθασε μεν
και έσυρε την κουμπούραν του αλλά δεν εύρισκε δύναμιν να πυροβολήση. Το
Στοιχειό τον «εμαύλιζε» και αυτός εσύρετο άθελα προς το στόμα του.
Επί τέλους έφθασεν εις τα
χείλη του Στοιχειού, και τότε έδωκεν ο Θεός και εξεπυρσοκρότησεν η κουμπούρα.
Και το μεν Στοιχειό σχεδόν διερράγη, αλλά ο ατυχής Τσάλης έπεσεν αναίσθητος και
με δυσκολίαν κατώρθωσαν να τον επαναφέρουν εις την ζωήν οι συγχωριανοί του
Βελιζδονίται. Άμα τον επήραν απ’ εκεί και τον έφεραν στο χωριό, κάποιος γέρος,
γνωρίζων την παράδοσιν, ότι κάθε Στοιχειό έχει στα σπλάγχνα του πολύτιμα
πράγματα, επήγε κρυφά και το ηρεύνησε. Διηγούνται δε αξιόπιστοι άνθρωποι ότι ο
γέρος έγινε πλούσιος. Τα μόνον βέβαιον είναι ότι μέχρις εσχάτων είχε χρυσαφικά,
τα οποία επώλει κρυφά εις τους διερχόμενους τα χωριά χρυσικούς.
Η παράδοσις βεβαιοί,
ότι τα σπλάγχνα των Στοιχειών είναι ολόκληρα χρυσωρυχεία· και έχει διαφόρους
ερμηνείας του φαινομένου αυτού. Πρώτον υπάρχει η ποιητική ιδέα, ότι τα
Στοιχειά, ως περιερχόμενα τα σπήλαια, ευρίσκουν χρυσαφικά θαμμένα εκεί από
διαφόρους ληστάς ή και περιπλανωμένους Έλληνας κατά διαφόρους εποχάς εθνικών
χαλασμών. Ειδικώς μάλιστα εις τα μέρη αυτά, ως απρόσιτα, κατέφυγον χιλιάδες καταδιωκομένων
Ελλήνων, ιδίως κατά την πτώσιν της Κωνσταντινουπόλεως.
Ολίγες άλλως τε ώρες
επάνω από το ανήλιον αυτό ρέμα είναι τα Μεγάλα Βραγγιανά, εις τα οποία
κατέφυγαν αρκετοί φυγάδες λόγιοι της Κωνσταντινουπόλεως και έκτισαν μίαν
περίφημον εκκλησίαν υπό το συμβολικώτατον όνομα Αγία Παρασκευή, και όπου
εξηκολούθησαν την καλλιέργειαν των γραμμάτων, συνέγραψαν, εδίδαξαν,
εδημιούργησαν σοφούς μαθητάς, όπως τον Ευγένιον, τον Γόρδιον και απείρους
άλλους, οι οποίοι μετά ταύτα ίδρυσαν Σχολάς εις τα Ιωάννινα, την Σμύρνην, την Θεσσαλίαν
και εις άλλα μέρη παρασκευάσαντες το Εικοσιένα.
Προ ημερών επεσκέφθημεν
μία ομάς το μέρος αυτό το άγριον, ως άλλοι Δελφοί, και οπόθεν, κατά τον Σάθαν
θαρρώ, έρρεε φως ανά πάντα τον Ελληνισμόν.
Εις την είσοδον της
Αγίας Παρασκευής, όπου εμαθήτευσαν δεκάδες γνωστών Αρματολών και Κλεφτών,
μεταξύ των οποίων και ο περίφημος Δίπλας, υπάρχει ο τάφος του Γορδίου και εντός
του ναού η κάρα του ανθρώπου αυτού, ο οποίος προ διακοσίων ετών προέβλεπε την
σύστασιν ενός σπιθαμιαίου Ελληνικού Κράτους, απελπιστικώς πνιγομένου μεταξύ του
φεσίου της Ανατολής και του καπέλλου της Δύσεως.
Ολίγον παρακάτω είναι
το μοσχοβριθές χωριό Μύριση, με μίαν παλαιοτάτην πολύτιμον εκκλησίαν και με
παραδόσεις ότι την έκτισαν κάποιοι άρχοντες αποσυρθέντες εκεί με τους θησαυρούς
των, και τας οποίας παραδόσεις βοηθούν τα ερείπια κάποιου μεγάλου σπιτιού με
υπόγεια και λαγούμια, οδηγούντα προς τα ποτάμια. Ο συγχωριανός μου κ.
Οικονόμου, πολύτιμος συνεργάτης του κ. Πολίτου εις τας λαογραφικάς ερεύνας του,
μου έλεγεν, ότι η εκκλησία αυτή εκτίσθη από Χριστιανούς, κατά τους χρόνους της
Εικονομαχίας φυγόντας την καταστροφήν των εικονοκλαστών.
Αρκετόν λοιπόν μέρος
των θησαυρών αυτών ετοποθέτησεν η λαϊκή παράδοσις εις τα σπλάγχνα των
Στοιχειών, τα οποία περιφέρονται εις τα μέρη εκείνα υπό τα ερείπια και τα
σπήλαια που εστέγασαν άρχοντας και κλέφτας Τουρκομάχους, όπως τον Λιακατάν, τον
Κατσαντώνην, τον Τσιόγκαν, τον Μπουκουβάλαν κλπ.
Κατ’ άλλην όμως
ερμηνείαν της παραδόσεως, οι θησαυροί ευρίσκονται εις τα σπλάγχνα των
Στοιχειών, διότι τρώγουν χώμα που περιέχει τον χρυσόν, ο οποίος «λαμπικάρεται
και δένεται με τον καιρό» στα σπλάχνα των, κατά την φράσιν ενός γέρου εργάτου
του δρόμου «που ήκουσεν αυτήν την ιστορίαν από χρυσικούς της Βενετιάς»...
Αλλά διά ποίον λόγον το
Στοιχειό τρώγει χώμα ; Η παράδοσις λέγει, ότι άμα το φίδι εγέλασε την Εύαν ο Θεός
το κατεδίωκε και αυτό κρύβεται υπό την γην, και τρώγει σπυρί-σπυρί το χώμα,
φοβούμενον μήπως σωθή και δεν έχη πού να κρυβή.
Κατ’ άλλην παράδοσιν,
κρύβεται εις την γην και τρώγει φιλάργυρα το χώμα, διότι φοβείται τον
Ιανουάριον διά τον εξής λόγον : Άμα ο Θεός έπλασε τον κόσμον τον παρέδωκεν εις
δώδεκα βασιλείς, τους Ιανουάριον, Φεβρουάριον, Μάρτιον, Απρίλιον και λοιπούς
μήνας. Αλλ’ αυτοί διοικούσαν όλοι μαζί, και ενώ δεν επρόφθαναν να φυτρώσουν τα
λουλούδια ήρχετο ο Ιανουάριος με τους πάγους του και τα έψηνε. Τότε τα πλάσματα
του Θεού εφώναξαν, ο Πλάστης ήκουσε τας κραυγάς των και ήλθεν ανάμεσα των, όπου
ενήργησε δημοψήφισμα, του οποίου το αποτέλεσμα υπήρξεν υπέρ του Μαΐου.
Ετοποθέτησε λοιπόν ο
Θεός τον Μάιον ισόβιον βασιλέα, η γη εγέμισε χορτάρια, λουλούδια και γεννήματα,
ο κόσμος εστοίχειωσεν από ευδαιμονίαν και το φίδι επαλάβωσεν, ώστε να ζητήση
εις γάμον την κόρην του Μαΐου, απειλήσαν ότι διαφορετικά θα τσιμπήση τον
βασιλέα και θα τον φαρμακώση. Ο Μάιος περιέπεσεν εις συλλογήν μεγάλην και δεν
εύρισκε διέξοδον. Τότε επαρουσιάσθη σωτήριος ο Ιανουάριος, ο οποίος τον
συνεβούλευσε να ορίση την ημέραν του γάμου και τα περαιτέρω τα αναλαμβάνει
αυτός. Πραγματικώς έγιναν όσα είπε και, άμα ενεφανίσθη το φίδι, που έγινε
Στοιχειό από την πολλήν ευτυχίαν, επήρε το σκήπτρον ο Ιανουάριος και αμέσως
εξαπελύθησαν παγετοί και βροχαί, ώστε το φίδι να τρυπώνη ακόμη άμα μυρίζεται
τον μήνα των πάγων. Διότι έκτοτε, κατά την παράδοσιν, απεφασίσθη να διοικούν εκ
περιτροπής όλοι οι μήνες, επειδή η απόλυτος ευτυχία, την οποίαν είδον τα
πλάσματα του Θεού επί της βασιλείας του Μαΐου, είναι κακός σύμβουλος των
ανθρώπων και των ζώων, όπως απέδειξεν η διαγωγή του Στοιχειού.
Αφήνω τώρα τους μύθους
και έρχομαι εις ένα γεγονός. Τα Στοιχειά είναι περιζήτητα διά μίαν ωοειδή
πέτραν, την οποίαν, ως επί το πλείστον, φέρουν εις τον λαιμόν και η οποία
λέγεται παντζέχρι. Πίνουν απ’ αυτό ολίγα θρύμματα οι δηλητηριαζόμενοι από φίδια
και θεραπεύονται. Είναι πράγματι αποτελεσματικώτατον το φάρμακον. Ακόμη προχθές
το είδαμεν όλοι στο Μοναστηράκι των Αγράφων, όπου εσώθη ένας άνθρωπος.
Εις τον
κατασκευαζόμενον δρόμον Αγράφων κάθε εργάτης φέρει μαζί του παντζέχρι, διότι τα
φίδια είναι άφθονα, απαντώμενα υπό κάθε μεγάλην πέτραν. Διήλθομεν τον δρόμον
ανάμεσα από σκοτωμένα φίδια, τα οποία οι εργάται αναρτούν δεξιά και αριστερά
επάνω εις τα δένδρα, ως ένδοξα τρόπαια της διαβάσεώς των ή μάλλον της
δυναμίτιδος, βοηθεία της όποιας ανοίγεται η βραχώδης πλευρά του ποταμού
Αγραφιώτη.
Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016
Στα ψηλά μονοπάτια του χρόνου!
Σε
θυμάμαι τώρα
που
τα χιόνια σκέπασαν
τα
ψηλά μονοπάτια του Χρόνου.
Τότε
που η Μανιά η Γιαγιά μας
με
τη λουλουδάτη μαλλίνα της
ανακάτωνε
φτώχεια
και καλωσύνη
τα
λιγοστά κούτσουρα
στο
παραγώνι της εφηβείας μας.
Σε
θυμάμαι τότε
που
πυρπολούσα τα σύννεφα
κι
έτρωγα πηχτό γάλα
στις
ζεστές φιλόξενες στρούγγες σου .
Βελούχι
μου
ψηλό,
ανάερο
κορφή
των ονείρων μας
νεραϊδοσπηλιά
της
χαμένης μας νιότης
κρατάς
ακόμα
αδούλωτη
στα
πράσινα μονοπάτια
της
αισιοδοξίας σου
ολόκληρη
τη μελλούμενη
άνοιξη
της Ευρυτανίας
στα
μεγάλα
ονειροπόλα
μάτια
των
μικρών μας αδελφών.
[Ποίημα του Τάκη Ανθήλη (Δημήτρη Πλιάτσικα) με τίτλο «Βελούχι μου»]
ΥΓ. Η συνοδευτική φωτογραφία είναι του "Ευρυτάνα ιχνηλάτη"
Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)