Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021

Η Φανέλλα του Στρατιώτη


Ένα διαλεχτό αφιέρωμα από την Κρικελλιώτισσα "Ακευσώ" 

για τους αναγνώστες του blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"


-Άστην στην κασέλα! Εκεί που αναπαύεται τόσα χρόνια, θηλυκιασμένη με προσευχές, ραντισμένη με δάκρυα, τραγουδισμένη με προσδοκίες.

Στοίχειωσε η κάμαρη με τη φωνή της θειας- Ρίνας της δασκαλοπλέχτρας.

Απίθωσα τη φανέλλα στη θέση της κι αποξεχάστηκα να τη θωρώ και να ιχνηλατώ στις στράτες της ζωής της γερόντισσας.

Δεκαεφτά χρονώ νιοβλάσταρο την παντρεύτηκε ο Γιωργής τραγουδώντας:

«Ρίνα και Κατερίνα μη βαλαντώνεσαι,

την Κυριακή σε παίρνω και λευτερώνεσαι…»

Δεν πρόκαναν να μαραθούν οι λεμονανθοί στα στέφανα κι ο πόλεμος τής άρπαξε τον λεβέντη της και τον ξόριασε στα βουνά της Πίνδου να μάχεται τον φασισμό και τον βαρύ χειμώνα. Να βολοδέρνει με τα μάτια κόκκινα απ’ την αγρύπνια, τα πόδια πρησμένα και πληγιασμένα, την καρδιά μπαρουτοκαπνισμένη απ’ το θανατικό, το μολύβι να ζωγραφίζει λίγα κολλυβογράμματα στο στρατσόχαρτο :

«Χριστούγενα 1940

Αγαπιμένη μου

Γλύτοσα και σήμερα. Έπεξα κριφτούλι με το χάρο και τον ξεγέλασα. Οι ψείρες τσαρμακολιμένες στο κορμί μου δε μ’ αφίνουν να λιγαδιάσω. Κρυόνω. Έφχομε να στε καλά.

Σας φιλώ

Γιωργής

Να προσευχόσαστε για μας που πολεμάμε τους φασίστες….»

Η Ρίνα ανασκουμπώθηκε. Καθάριζε τον πίνο απ’ το προβατόμαλλο, το λανάριζε, το ‘γνεθε,  το ‘πλεκε τσουράπια, φανέλλες, γάντια….Τα ‘δινε  στον πρόεδρο του χωριού για να τα στείλει στο « Ίδρυμα για τη Φανέλλα του Στρατιώτου». 

Τα χέρια της νιόνυφης παίρνανε φωτιά, ως εκείνη τη μαύρη Τετάρτη του Φλεβάρη του 1941. Είχε ετοιμάσει δυό σακιά με μάλλινα πλεχτά, κάστανα, κοκόσιες, κράνα, τσίπουρο από ντόπιο βρωμοστάφυλο που τόσο άρεσε στον άντρα της, ζαλιγκώθηκε και την ελπίδα και κίνησε για την πλατεία.

Είδε το φτερούγισμα το σκοτεινό στα μάτια του παπα-Δυσσέα, σαν της έδωσε το γράμμα:

«Σας συλλυπούμεθα. Ο Γ.Π.Χ. έπεσεν υπέρ της Πατρίδος, μαχόμενος στο όρος Τόμορο. Η μεταφορά της σορού μη εφικτή…»

Μαύρισε ο τόπος.

Τα συλλοϊκά της ξεστράτισαν, αλαλιασμένες Μαινάδες, σύρθηκαν στο λασπωμένο δρόμο, ύψωσαν μοιρολόϊ στον ουρανό να ‘βρει ανάπαυση η ψυχή του Γιωργή, να μη διαβεί άκλαυτη στον Άδη.

Από τότε η Ρίνα έγινε ένα με τις βελόνες.

Πρωτοστατούσε στους Εράνους. Στον Εμφύλιο χάριζε τα πλεχτά της και στους φαντάρους του Κυβερνητικού Στρατού και στους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού. Παλιότερα, στον Άρη Βελουχιώτη έδωκε ό,τι είχε, σαν τον συνάντησε αρχές του Ιούνη του 1942, στο καλύβι του Δασκάλου της, του Βασίλη Παπανικολάου, στο Τσουγκρί.

Κι όταν ζήτησαν τις εισφορές σε χρήμα, πρόσφερε όλη την πενιχρή σύνταξή της λέγοντας  «σε καλή μεριά». Ποτέ δεν την άκουσε κάποιος να βαρυγκωμάει ή ν’ αμφισβητεί τον σκοπό του Εράνου. Ακούγονταν πολλά τότε και αρνιόταν να τα πιστέψει. Συμμετείχε στις Επιτροπές, γιατί όλοι την σέβονταν και την εμπιστεύονταν. 

Το 1950 οι Κρικελλιώτες έστειλαν 456.000 δραχμές για «τη Φανέλλα του Στρατιώτου», κι ο Νομάρχης τους τίμησε στο Καρπενήσι με αναμνηστικό μετάλλιο. Το 1952 κατέθεσαν 115.000 δραχμές. Τον Απρίλιο του 1953 η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπάγου ευχαρίστησε όλους τους Ευρυτάνες, γιατί μάζεψαν 30 εκατομμύρια δραχμές για τους φαντάρους. Τον Δεκέμβριο του 1955 στο έγγραφο της Νομαρχίας οι Κρικελλιώτες συμμετείχαν στον Πανελλήνιο Έρανο με 275 δραχμές. Το 1957 απέστειλαν οι κυβερνώντες κάλεσμα με βαρύγδουπες εκφράσεις, εις άκραν καθαρεύουσαν, τις οποίες οι κάτοικοι ουδόλως εγνώριζαν, αλλά οι λέξεις «χειμώνας», «στρατιώτης με το όπλον παρά πόδα εις τα σύνορα», «το Ίδρυμα -η Φανέλλα του Στρατιώτου- υπό την επίτιμον Προεδρίαν της Α.Μ. Βασιλίσσης Φρειδερίκης»,  ήσαν αρκετές  για να δώσουν απ’ το υστέρημά τους, ακόμα κι αν τα παιδιά τους περπάταγαν ξυπόλητα!!

Μέχρι το 1970, που σταμάτησε η λειτουργία του Ιδρύματος, μπροστάρισσα  σ’ όλα η Ρίνα. Κράτησε για να θυμάται μια φανέλλα του αγαπημένου της, μισοτελειωμένη, τα λιγοστά γράμματα απ’ το Μέτωπο και κάποια έγγραφα που αποδεικνύουν την αλληλεγγύη των φτωχών ανθρώπων στις δύσκολες στιγμές. 

Το όνομα του Γιωργή της χαράχτηκε στο Ηρώο. Ακουγόταν το όνομά του κάθε 28η Οκτωβρίου. Σιγά-σιγά ξεχάστηκαν οι Μαχητές της Λευτεριάς. Πνίγηκαν οι ιστορίες τους στης Λήθης τ’ απονέρια, παραχαράχτηκαν τα γεγονότα, δηλητηριάστηκαν οι ψυχές με τον σπόρο του διχασμού, του εύκολου πλουτισμού, του χαφιεδισμού. 

Οι θηρευτές της εξουσίας καταθέτουν ένα στεφάνι σε κάθε επέτειο, ακκίζονται με τον φωτογραφικό φακό, και αναχωρούν με ρουσφετοψευτοχειραψίες, χαϊδεύοντας τη συνείδησή τους πως έπραξαν εις το ακέραιον το καθήκον τους. 

Τα νιάτα της Ρίνας, τα περπατημένα στις σάρες και στις κορφές της Οξυάς και της Σαράνταινας, τα πλεγμένα με της Ανάγκης τ’ αδράχτι, τ’ αργασμένα στα πετράλωνα της Προσφοράς, κλειδαμπαρώθηκαν στο νυφιάτικο μπαούλο της.

Στα γεράματά της, μισότυφλη, έπλεκε  και χάριζε:  

-Κεράκι φυτιλοπλεγμένο στη Μνήμη των Παλληκαριών μας, που φτερούγισαν πάρωρα για τους λειμώνες με τ’ ασφοδέλια.

Τις Κυριακές, ανηφόριζε πότε για τον Κόσμο της Σιωπής ν’ ανάψει όλα τα καντήλια, πότε για την Κουφόβρυση να πλέξει κουβεντολόϊ με τον πρώτο νεκρό της Αντίστασης κατά του Ναζισμού, τον Δάσκαλο Δημήτρη Σαξώνη απ’ τα Μάρμαρα Φθιώτιδας. 

Αυτόν τον Αντάρτη που πήρε τα βουνά αψηφώντας τον θάνατο. Τον θυμότανε, λίγο πριν σκοτωθεί, κουρνιασμένο σ’  έναν έλατο,  στην Αρέντα.

-Κρυώνεις; Να σου φέρω καμιά φανέλλα; 

Κι εκείνος της αντιγύρισε φιλώντας της τα χέρια:

-Άχ! Ρίνα. Ξέχασες; Πέντε φανέλλες μου ‘πλεξες για να κλείσω τον χιονιά όξω απ’ τα στήθια μου.

Κορυφαία τραγωδός ενός αιωνίου δράματος, στον ρόλο της Μάνας, της Συντρόφου, της Θυγατέρας, της Αδερφής, που δεν νεκροφίλησαν τους Λεβέντες τους, που δεν έμαθαν ποτέ πού κείτονται. 

Και σαν στέρευε εκείνος ο κόμπος στο λαιμό, έπλεκε τ’ ανάθεμα σ’  αυτούς που σχεδίαζαν τους πολέμους, εξόπλιζαν τους λαούς, τους φανάτιζαν, τους έδιναν και κάποια λάβαρα «υπέρ βωμών και εστιών» και τους έριχναν στα κρεματόρια της φρίκης, του ξολοθρεμού, της προσφυγιάς.

Ποτέ της δεν κατάλαβε, γιατί το Κράτος προκειμένου να τιμήσει τους Αγωνιστές στη Μάχη της Κουφόβρυσης έστησε κάτι άχαρες τσιμεντοκολώνες, μια ακαλαίσθητη πλαστικοποιημένη πινακίδα…. 

Έκλεισε η θεια-Ρίνα τα πορτοπαράθυρα  της θύμησης, μου φόρεσε μια ομορφοπλεγμένη απ’ τα γεροντοκομποθιασμένα της χέρια ζακέτα και με ξεπροβόδισε γεμίζοντας το διάβα μου μ’ ευχές:

-Ποτέ πια φασισμός, κόρη μου! Ο καθένας στο δικό του σπιτικό κι ο Θεός σε όλα.

----------------------

Λέξεις ντοπιολαλιάς

Λιγαδιάζω: κοιμάμαι ελαφρά, ηρεμώ

Τσαρμακολιέμαι: αρπάζομαι κι ανεβαίνω 

Πίνος : η λίγδα του μαλλιού στα πρόβατα

Λαναρίζω: κατεργάζομαι το μαλλί με το λανάρι

Τσουράπια: χοντρές μάλλινες κάλτσες

Κοκόσιες:  τα καρύδια

Ζαλιγκώνομαι: κουβαλώ στην πλάτη 


Ήταν ένα ξεχωριστό άρθρο της "Ακευσούς" από το Κρίκελλο

(για το "blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" )






Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2021

Συνοπτική συμβολή στην ιστορία των Ευρυτάνων Μεταναστών στην Κωνσταντινούπολη


Μία πολύτιμη ιστορική μελέτη του Κυριάκου Χήνα

διατελέσαντα καθηγητή Ιστορίας στο Ευρωπαϊκό Σχολείο της Καρλσρούης στη Γερμανία

(για τους αναγνώστες του blog "Ευρυτάνας Ιχνηλάτης" )


"Έλληνες από τους αγνοτάτους την ψυχήν και το αίμα οι Ευρυτάνες. Και έφθασαν εις το να μας δώσουν τον αρτιότερον Ελληνικόν τύπον του σώματος και την καλλιτέραν μορφήν της Ελληνικής ψυχής. Υπήρξεν ανέκαθεν ο ευγενέστερος από την μεγάλην Ελληνικήν οικογένειαν πολίτης και πατριώτης. Όπου επήγε και όπου έστησε την έδραν του μόνον υπόδειγμα τάξεως και επιχειρηματικότητος και γενναιοφροσύνης ανεδείχθη". 

Ο ακριβοδίκαιος κάλαμος του Κωνσταντίνου Σπανούδη (Κωνσταντινουπολίτη διευθυντή της εφημερίδας "Πρόοδος", χωρίς βιολογικούς δεσμούς με την Ευρυτανία) αποτυπώνει το ποιοτικό μέγεθος του ευρυτανικού χαρακτήρα. Και είναι άδικο να εξηγούμε αυτά τα προτερήματα με την απλο'ι'κή ερμηνεία ότι είναι χάρισμα της φύσης ή ότι είναι μια συνηθισμένη συμπεριφορά σε ορεινούς πληθυσμούς. Σφυρηλατήθηκαν μέσα στην "αρμονική συμφωνία των βουνών" από ανθρώπους που τροφοδότησαν το δυναμισμό και την κοινωνική αλληλεγγύη μέσα από την πάλη με την πενία, τη δύσβατη γη και την πάλη για το Αυτεξούσιο.

Γνωστές διαχρονικά οι οικονομικές-κοινωνικές-προσωπικές αιτίες κάθε μετανάστευσης, που συμπληρώνονται στην περίπτωση των Ευρυτάνων με την αφόρητη καταπίεση και διώξεις από τους κατακτητές κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και του Αλή-πασά.

Κατά τον ρέκτη ερευνητή Κωνσταντίνο Μπαλωμένο (ομιλία του στις 12-10-2019, στην παρουσίαση του τόμου των Πρακτικών του Συνεδρίου του 2012) η πρώτη περίοδος μετανάστευσης στην Πόλη διαρκεί  από την Άλωση μέχρι την Επανάσταση και η δεύτερη από τα μέσα του 19ου αι. μέχρι τις αρχές του 20ου.

Γιατί όμως οι μετανάστες κατευθύνονταν στην Πόλη; Αξίζει να υπομνησθεί ότι στην πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1908 κατοικούσαν 364.451 Έλληνες, δηλαδή περισσότεροι από αυτούς της Αθήνας, ενώ το 50% των ιατρών, των φαρμακοποιών και των ιδιοκτητών βιομηχανιών και βιοτεχνιών ήταν Έλληνες. Η πνευματική ζωή ήταν εξαιρετικά ποιοτική στην ανθούσα ομογένεια και οι κοινωνικές σχέσεις εγγυώνταν καλόπιστες αφετηρίες αλληλεγγύης και συνεργασίας.

Από τον 16ο ήδη αιώνα καταγράφεται στην Πόλη η παρουσία ενός Αγραφιώτη, του Σκαρλάτου, ο οποίος έγινε προμηθευτής των σουλτανικών στρατευμάτων, έκτισε με έξοδά του το μοναστήρι της Τατάρνας και το προίκισε με μεγάλες εκτάσεις στην περιοχή της Πόλης. Εκεί δημιουργήθηκαν δύο χωριά, το Μεγάλο και το Μικρό Μπακαλοχώρι, όπου έφτασαν πολλοί Καρπενησιώτες για να καλλιεργήσουν τη γη ή να ασχοληθούν με την μπακαλική (τα στοιχεία από τη μελέτη του Αρχιμ.Δοσίθεου Κανέλλου " Οι Άγιοί μας: Βίος και Μαρτύριον του Αγίου Νεομάρτυρος Νικολάου του παντοπώλου").

Kατά τον Νίκο Τζηρά ("Το Έβδομον του Βυζαντίου και η Ελληνική κοινότητα Μακροχωρίου" εκδ. Ομίλου Μακροχωριτών, Αθήνα 1992) λιγοστές οικογένειες από το Καρπενήσι και τα Άγραφα μετανάστευσαν γύρω από τα ερείπια της Βυζαντινής Μονής του Αγίου Παντελεήμονα, γύρω στα 1780, και αγόρασαν χωράφια από την τουρκική κυβέρνηση. Μόχθησαν και δημιούργησαν καταπράσινα περιβόλια και απέραντους λαχανόκηπους.

Στο έργο της Αθηνάς Γ. Γιαννιού "Το πνευματικό Μακροχώρι του καιρού μου" 1951, αναφέρονται ως πρώτοι οικιστές του νέου προαστείου ο Σαράντης Γιάντσογλου, ο γιος του Πέτρος και οι εξάδελφοί του. Παράλληλα, εκεί πήγαν "Οι Καρπενησιώτες, με γενάρχη από τα Άγραφα τον Κωνσταντή Σπύρο Μαλλινόπουλο, με πρωτογιό του τον Γιάγκο τσορμπατζή Μαλλινόπουλο, πατέρα 14 παιδιών".

Σύμφωνα με τον Λίνο Υφαντή (West Αιτωλοακαρνανία 22-1-2021, με πληροφορίες από το βιβλίο του Μάρκου Γκόλια "Ο συγγραφέας Σταύρος Βουτυράς και η Αδελφότης Ευρυτάνων της Κωνσταντινούπολης") η Αδελφότητα των Ευρυτάνων, που είχε στενή σχέση με την τότε ελληνική αστική τάξη της Ρωσίας, σιγά-σιγά μετατρέπεται σε χώρο στρατολόγησης επίλεκτων στελεχών για τη Φιλική Εταιρεία. Πολλοί από αυτούς καταφθάνουν στην περιοχή των Αγράφων και συνεχίζουν εκεί το έργο της Φιλικής. Πρόσωπα σημαντικά, όπως ο Ζαχαρόπουλος, ο Καρανίκας και ο Παλαιόπουλος, ο οποίος αποτελεί σύνδεσμο με τον Τσάρο Νικόλαο, στρατολογούνται στη Φιλική Εταιρεία. Πολλοί από αυτούς φθάνουν στις Παραδουνάβιες  Ηγεμονίες και κατατάσσονται στο Κίνημα του Υψηλάντη. Το ότι πολλοί οπλαρχηγοί της ορεινής ενδοχώρας μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία οφείλεται στην Αδελφότητα των Ευρυτάνων της Πόλης.

Στη φιλόξενη ιστοσελίδα του "Ευρυτάνα Ιχνηλάτη" υπάρχει άρθρο (20-9-2019, βλ. εδώ) βασισμένο στο βιβλίο του Χαρίλαου Μηχιώτη "Τυμφρηστός και Τυμφρησταίοι", εκδ. Κασταλία, στο οποίο αναφέρεται ότι στο Χάρτη του Πουκεβίλ (Παρίσι 1827) μερικά χωριά της περιοχής του Καρπενησίου ονομάζονται Πολιτοχώρια, επειδή πολλοί από τους κατοίκους μετανάστευαν στην Πόλη. Αυτοί επιδίδονταν αρχικά κυρίως στο μικρεμπόριο, αργότερα έγιναν αξιόλογοι επιχειρηματίες και βοηθούσαν τους συγγενείς στη γενέτειρα γη με χρηματαποστολές, τρόφιμα, ρούχα και είδη οικιακής χρήσης ενισχύοντας την οικονομία της περιοχής.

Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν το Μεγάλο Χωριό, ενδεικτική είναι η σχετική δημοσίευση της ιστοσελίδας της Αδελφότητας Μακροχωριτών: "Μετά την Επανάσταση αρχίζει η πρώτη μετανάστευση προς Μολδαβία, Πόλη, Αίγυπτο και από τα μέσα του 1800 γίνεται  αισθητή η συμβολή τους στη γενέτειρα). Αξιόλογη είναι και η μελέτη της Αιμιλίας Παπαδημητρίου-Κουτσούκη: "Το Μικρό Χωριό Ευρυτανίας. Περιήγηση στο χρόνο και το χώρο". Στον ίδιο άξονα, η ιστοσελίδα xriso-eyrytanias.gr αναφέρει ότι "πριν από τις αρχές του 20ου αιώνα υπήρξε μια κίνηση μεταναστών προς την Κωνσταντινούπολη και αυτό βεβαιώνεται από τις επώνυμες προσφορές τους με προέλευση την Πόλη,σε εκκλησίες της Χρύσως". Παράλληλα,στα Πολιτοχώρια καταχωρείται και η περιοχή της Ανατολικής Φραγκίστας, η οποία εξελίχθηκε οικονομικά με την καθοριστική αρωγή των μεταναστών της στην Πόλη. Στην ιστοσελίδα του Συλλόγου Ανατολικής Φραγκίστας (Αθηνών) "Οι Δώδεκα Απόστολοι", αναφέρεται ότι μετά την κατάκτηση του Καρπενησίου από τους Τούρκους (1393) τα χωριά της Ανατολικής Φραγκίστας εντάχθηκαν στο Δήμο Πολιτοχωρίων του Καζά Καρπενησίου.

Με την αναστήλωση της εικόνας του  Άγιου Ιερομάρτυρα Σεραφείμ (μαρτύρησε το 1601) στην εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου στο Πέραν, στις 14 Μαρτίου 1812, άρχισε η εύδρομη συγκινητική διαδρομή εθελοθυσίας και προσφοράς του Αδελφάτου των Ευρυτάνων στην Κωνσταντινούπολη. Με άξονες δημιουργικότητας τους εργαζόμενους στα πλούσια μοναστηριακά κτήματα και γαίες, που διατηρούσαν ευρυτανικές μονές στην Πόλη (ιδίως η Μονή της Τατάρνας), αλλά και τους ευάριθμους παντοπώλες, η Αδελφότητα ως αγαθοεργό και αλληλοβοηθητικό Σωματείο προσπόρισε αξιοσήμαντη βοήθεια στους χειμαζόμενους Ευρυτάνες.

Με την ίδρυση του Ελληνικού Βασιλείου (1831) οι Μονές έχασαν την περιουσία τους, αφού κρατικοποιήθηκαν τα κτήματα, με άμεση παρενέργεια τη δυσχέρεια επιβίωσης των Ευρυτάνων της Πόλης και την αποδιοργάνωση του Αδελφάτου. Το 1863 επιχειρήθηκε η στοιχειώδης επανασύσταση του Αδελφάτου με πενιχρά αποτελέσματα. Τότε όμως σημειώθηκε μια κορυφαία εθνική προσφορά του: διέθεσε από το ισχνό βαλάντιό του 3.500 λίρες για την ευόδωση του Κρητικού αγώνα ανεξαρτησίας. Ήταν μια ακόμη πειστική απόδειξη της αντίληψης που κυριάρχησε στην πρακτική του Σωματείου ότι ο Ελληνισμός χρειάζεται ενιαία ομοιογενή λειτουργικότητα με την αλληλοβοήθεια όλων των επιμέρους περιοχών.

Προοπτική για ελπιδοφόρο προσανατολισμό δόθηκε με τη Διακήρυξη του Χάτι Χουμαγιούν και του Χάτι Σερίφ, οπότε έγιναν κάποια δειλά βήματα για να υιοθετηθούν φιλελεύθερες ευρωπα'ι'κές δομές στο οθωμανικό κράτος. Έτσι τον Ιανουάριο του 1887 αποφασίζεται η λειτουργική επανασύσταση του Αδελφάτου, με ουσιαστική βοήθεια στον εθνικό αγώνα της Μακεδονίας, την αρωγή σε σχολεία, νοσοκομεία, πτωχοκομεία κ.α. εκτός βέβαια από τη μέριμνα για τους πενόμενους.

Η ζοφερή πραγματικότητα στην Πόλη, με την επικράτηση των Νεότουρκων από το 1908 και την απαγόρευση λειτουργίας Συλλόγων με εθνική απόχρωση και ταυτότητα, ανάγκασε την Αδελφότητα να αναστείλει τη δράση της το Μάιο του 1910 και να προβαίνει σε ελάχιστες πλέον παρεμβάσεις βοήθειας σε άπορους. Η ίδια κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι το Νοέμβριο του 1918, όταν οι Σύμμαχοι (νικητές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου) ποδηγέτησαν τις εξελίξεις και ανέλαβαν την εξουσία στην Κωνσταντινούπολη. 

Το Μάιο του 1919 ο ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη, οι ομογενείς αναθάρρησαν και οι Ευρυτάνες διοργάνωσαν μια πανηγυρική Γενική Συνέλευση (20 Ιανουαρίου 1920), όπου αποφασίστηκε η επαναλειτουργία του Αδελφάτου," υπό τοιούτους οιωνούς εθνικού μέλλοντος ανταξίου της Μεγάλης μας Φυλής", όπως είπε ο ιατρός και ζείδωρος πρόεδρος Δημήτριος Βαρσάμης.

Με αφορμή την περιφανή εκδήλωση για την Εκατονταετηρίδα του Αδελφάτου, που έγινε στον Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο Κωνσταντινουπόλεως (15-3-1920), έγραψε ο Αλέξανδρος Στ. Βουτυράς, ευρυτανικής καταγωγής, στην εφημερίδα της Πόλης "Νεολόγος": Οι σημερινοί Ευρυτάνες έπαυσαν πλέον αποτελούντες παροικίας ξένας, είναι μόνιμοι κάτοικοι των πόλεων και των χωρών εις τας οποίας κατοικούν, είναι πολύτιμοι παράγοντες της κοινωνικής και της εκπολιτιστικής δράσεως της Ανατολής. Ο μικρός παντοπώλης, ο μικρός βιομήχανος, ο μικρός εργοστασιάρχης, ο μικρέμπορος ήτο σχεδόν πανταχού Ευρυτάν". 

Ο πατέρας του Αλέξανδρου, Σταύρος Βουτυράς (1841-1923), το επώνυμο του οποίου υποδηλώνει την εμπορική ενασχόληση των Ευρυτάνων, θεωρούνταν ο πρύτανης της δημοσιογραφίας στην ακμάζουσα ελληνική ομογένεια της Πόλης. Αρχικά δάσκαλος και μετέπειτα ιδρυτής (1867) και διευθυντής της σημαντικής καθημερινής εφημερίδας "Νεολόγος", με πλειάδα κορυφαίων συντακτών, προσανατολιζόταν στην εθνοκεντρική κατεύθυνση. Σκληρός πολέμιος του Πατριάρχη Ιωακείμ Γ', είχε αργότερα ισχυρή επιρροή στο Πατριαρχείο μέχρι το 1922, οπότε κατέφυγε στην Αθήνα. Συμμετείχε ενεργά σε πολιτικούς-πολιτισμικούς-κοινωνικούς φορείς της Πόλης, ενώ παράλληλα είχε σπουδαίο συγγραφικό και μεταφραστικό έργο

Την εκδήλωση για την Εκατονταετηρίδα του Αδελφάτου τίμησαν, μεταξύ άλλων, ο Τοποτηρητής του Πατριαρχείου Δωρόθεος και πέντε Μητροπολίτες, ο Ύπατος Αρμοστής Κανελλόπουλος και ο αρχηγός της ελληνικής στρατιωτικής αποστολής συνταγματάρχης Κατεχάκης. Εξαιρετικά στοιχεία για την εκδήλωση αυτή αντλούμε από την ειδική έκδοση της Αδελφότητας, που ανευρίσκεται στα αρχεία της Βιβλιοθήκης του Σισμανογλείου Μεγάρου του Ελληνικού Γενικού Προξενείου της Κωνσταντινούπολης. Εκεί αναφέρονται το Καταστατικό, οι ευεργέτες και οι δωρητές του Συλλόγου.

Σε μια Γενική Συνέλευση του Αδελφάτου (30 Οκτωβρίου 1920) αποφασίζεται παμψηφεί να ανακηρυχθεί ο Ελευθέριος Βενιζέλος ως Επίτιμος ισόβιος Πρόεδρος, χαρακτηρίζοντάς τον ως Ελληνονίκη, Μέγα Αρχηγό της Φυλής, Εθνικό ήρωα και Ελευθερωτή του Γένους. Ήταν πασίδηλη η σταθερή υποστήριξη του Βενιζέλου από τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ασφαλώς δεν είναι τυχαία η χρονική αυτή στιγμή, γιατί συμπίπτει με τις κρισιμότατες βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα και την πτώση των Φιλελεύθερων.

Σημαντική φυσιογνωμία συνιστά και ο Άγιος Γεράσιμος ο εκ Μεγάλου Χωρίου, όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Καρπενησίου (1-7-2018). 'Οταν ήταν 11 ετών στα τέλη του 18ου αι., πήγε στην Πόλη και εκεί παρασυρμένος εξισλαμίστηκε. Αργότερα συναισθάνθηκε το βαρύτατο αμάρτημα, επέστρεψε στη γενέθλια γη, πήγε στο Άγιο Όρος και ζήτησε να μαρτυρήσει για να εξαγνιστεί. Μετέβη στην Πόλη, ομολόγησε τη μεταστροφή του στον αγά και στον δικαστή και θανατώθηκε με αποκεφαλισμό τον Ιούλιο του 1815.

Από την Κωνσταντινούπολη πέρασε για λίγο διάστημα σε ηλικία 11 ή 12 ετών και ο ήρωας Αθανάσιος Καρπενησιώτης, που γεννήθηκε το 1780 στον Άγιο Ανδρέα Καρπενησίου. Εκεί εργάστηκε ως τουφεκτσής, δηλαδή επιδιόρθωνε όπλα, προτού μεταβεί στο Ιάσιο και ενταχθεί στο στρατιωτικό σώμα του Αλέξανδρου Υψηλάντη για να περάσει στις δέλτους της αθανασίας τον Ιούνιο του 1821 στο Σκουλένι.

Κατά τον Κωνσταντίνο Μπαλωμένο, στους αξιοσήμαντους μετανάστες συγκαταλέγονταν οι νεομάρτυρες Μιχαήλ Μαυρουδής από τη Γρανίτσα-Νικόλαος-Κυπριανός-Ρωμανός-Γεράσιμος, οι Πατριάρχες Καλλίνικος και Σεραφείμ Α' από την Καστανιά, ο μητροπολίτης Χαλκηδόνας Μελίτων από το Κεράσοβο, ο Μητροπολίτης Κεντρώας Αφρικής Τιμόθεος, αρκετοί Διευθυντές της Μεγάλης του Γένους Σχολής και πνευματικοί ταγοί.

Στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Λάρισας (24-2-2019) μνημονεύεται και η λαμπρή δημιουργικότητα του Χρήστου Τσιτσόπουλου (γεννήθηκε το 1839 στο Καρπενήσι), ο οποίος το 1884 ήταν ιδιοκτήτης τριών μεγάλων κοσμηματοπωλείων στην Πόλη και διατέλεσε πρόεδρος της Αδελφότητας των Ευρυτάνων.

Επίσης, στην ιστοσελίδα της Αδελφότητας Μικροχωριτών αναφέρεται ότι το 1885 ιδρύθηκε στην Πόλη η Αδελφότητα "Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος" και ότι ξεχώρισαν ο Ιωάννης Σιδέρης, ο Σπυρίδων Σιδερίδης (μέγας ευεργέτης) και ο αδελφός του Ξενοφών, βυζαντινολόγος.

Σπουδαίες επιστημονικές πληροφορίες μπορεί ο ρέκτης αναγνώστης να αντλήσει από τα πρακτικά δύο Συνεδρίων: το πρώτο τιτλοφορήθηκε "Των Αποδήμων Ευρυτάνων Έργα...", που διοργανώθηκε στο Καρπενήσι και στο Κερασοχώρι τον Οκτώβριο του 2012, ενώ το δεύτερο διοργανώθηκε τον Οκτώβριο του 2017 στο Καρπενήσι με θέμα "Το Καρπενήσι στη διαχρονική του πορεία", όπου ξεχωρίζει η εισήγηση της Σούλας Μπόζη για τους Καρπενησιώτες Μετανάστες στην Πόλη κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα.

Δεν έχουν ανευρεθεί αξιόπιστες πηγές για να μάθουμε τη στάση των Ευρυτάνων μεταναστών στην Πόλη στο σοβαρό διακύβευμα που είχε προκύψει μεταξύ των εκεί Ελλήνων ομογενών μετά τις οθωμανικές μεταρρυθμίσεις: άλλοι επέμεναν να παγιώσει η ομογένεια την οικονομική-πνευματική ισχύ της μέσα στα πλαίσια του ανανεωμένου πολυεθνικού κράτους και άλλοι ξιφούλκησαν υπέρ της Μεγάλης Ιδέας με ελληνικές διεκδικήσεις σε περιοχές όπου ήταν ιστορικά ριζωμένο το ελληνικό στοιχείο.

Aπουσιάζει επίσης μια τεκμηριωμένη πληροφόρηση για την τύχη των Ευρυτάνων της Πόλης μετά την Καταστροφή. Ο καθηγητής Νικόλαος Ουζούνογλου, πρόεδρος της Οικουμενικής Ομοσπονδίας Κωνσταντινουπολιτών, αναφέρει ότι όσοι ήσαν μόνιμοι κάτοικοι της Πόλης πριν από τις 30 Οκτωβρίου 1918, ανεξάρτητα από την υπηκοότητά τους, εξαιρούνταν της Συμφωνίας της Ανταλλαγής, η οποία ήταν μέρος της Συνθήκης της Λωζάνης. Δε γνωρίζουμε όμως πόσοι Ευρυτάνες παρέμειναν στην Πόλη και πόσοι μετεγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα ή στην Αμερική και την Αυστραλία υπό το φόβο διώξεων.

Εγκάρδια συγχαρητήρια στον "Ευρυτάνα Ιχνηλάτη", που δεν περιορίζεται σε ένα σπασμωδικό ακτιβισμό της ρητορείας, αλλά εφοδιάζει τον πολίτη με τη βεβαιότητα ότι ο καθένας είναι μια αυτοθέτουσα οντότητα που μπορεί να αντισταθεί στην πραγμοποίηση της ζωής μας.


Ήταν μια ξεχωριστή ιστορική έρευνα του Κυριάκου Χήνα 

διατελέσαντα καθηγητή Ιστορίας στο Ευρωπαϊκό Σχολείο της Καρλσρούης στη Γερμανία 

(για τους αναγνώστες του blog "Ευρυτάνας Ιχνηλάτης" )

Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2021

Άγγιγμα αγάπης


"Ακόμα και τα βράχια που μοιάζουν άφωνα και νεκρά, ιδρώνουν κατά μήκος της σιωπηλής όχθης και ριγούν στην ανάμνηση σημαντικών συμβάντων δεμένων με τη ζωή των δικών μου. Η γη δέχεται πιο ερωτικά τα δικά μας από τα δικά σας βήματα γιατί είναι πλούσια από τη σκόνη των προγόνων μας και τα γυμνά μας πόδια το νιώθουν αυτό το άγγιγμα της αγάπης."

(Ινδιάνικο)

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2021

Παράνομη τσιπουροποσία (με άρωμα μιας άλλης εποχής)


"Το πίνουν για θερμαντικό, για την όρεξη, για να κρατιούνται στα πόδια τους όταν παίρνουν δρόμο, όταν συναντάνε φίλο, όταν πρόκειται να γιορτάσουν οποιοδήποτε ευχάριστο γεγονός κι όταν πρέπει να παρηγορήσουν όσους έχασαν αγαπημένα πρόσωπα. Πίνουν όταν οι δουλειές πηγαίνουν καλά κι όταν δεν πηγαίνουν. Δεν είναι λοιπόν υπερβολή να πω πως όλος ο τόπος μυρίζει οινόπνευμα." (...)

Στα χρόνια της... παρανομίας και της αυτάρκειας!

(Αποσπάσματα, με χιούμορ και... αιχμές κατά της εξουσίας, από ένα παλιό λαογραφικό κείμενο του αείμνηστου Ευρυτάνα συγγραφέα Δημοσθένη Γ. Γούλα (1916-1990) υπό τον τίτλο "ο γλεντζές"! Εμπεριέχεται στο σπάνιο βιβλίο του "Οι χωριανοί μου" -εκδ. Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 1978 - ανατύπωση της πρώτης έκδοσης του 1953- που κοσμεί την προσωπική μας βιβλιοθήκη).

Ιδού:

"...Συνήθως αυτά τα γλέντια γίνονται το Φθινόπωρο. Τότε βγαίνει άφθονο και το τσίπουρο απ' τα διάφορα φρούτα. Σταφύλια, κούμαρα, σύκα, αχλάδια, κορόμηλα, όλα αυτά η ντόπια παράνομη "βιομηχανία" τα μετατρέπει σε τσίπουρο με την κλασική πρωτόγονη συσκευή: Ένα καζάνι με κάλυμμα θολωτό που συνδέεται με το "λουλά", ένα σωλήνα χάλκινο μήκους δύο, πάνω - κάτω, μέτρα.

Κάπου απόμερα στη ρεματιά, που έχει νερό, στήνεται η θαυματοποιά συσκευή, με κάθε προφύλαξη, απ' το φόβο της αστυνομίας. Μεταφέρονται τ' απαραίτητα κι αρχινάει η εργασία.

Οπωσδήποτε, πρέπει νάναι παρόντες και οι εμπειρογνώμονες, οι γλεντζέδες του χωριού. Αδιάφορο αν είναι νύχτα, μεσάνυχτα ή χαράματα. Αυτοί πρέπει νάναι εκεί. 

Θα δοκιμάσουν το πρώτο, το δεύτερο, ύστερα από λίγο το τρίτο και συνέχεια τα ποτήρια αδειάζουν στο λαρύγγι, τα μάτια κλείνουν, λες και οραματίζονται καμιά υπέργεια οπτασία και σε λίγο βγαίνει η απόφαση: Πολύ δυνατό, σαν καλό είναι, τάχει τα γράδα του.. Και βέβαια είναι δυνατό, αφού το τσίπουρο έχει τρεις φορές περισσότερο οινόπνευμα απ' το ούζο και το κονιάκ.

Από κει θα φύγουν το πρωί για τις δουλειές τους, αν βέβαια τα καταφέρουν. Άλλος για τα χωράφια, κι άλλος για να πάει τα ζώα στη βοσκή, χωρίς ν' αφήσουν κανένα σημάδι της ολονύχτιας τσιπουρουποσίας. 

Όλα γίνονται μυστικά, απόμερα, για να μη πάρει είδηση ο αστυνόμος. Αυτός πια θέλει άδειες με σφραγίδες, χαρτόσημα και τα τέτια. 

Πολλοί είχαν άλλοτε τη δική τους αποσταχτική συσκευή. Παλιά χρόνια και καιροί που για να λογίζεται νοικοκύρης κανένας στον τόπο του, έπρεπε νάχει το κάθε τι δικό του. Τίποτα να μην αγοράζεται απ' έξω, εκτός απ' τα αποικιακά. 

Τσίπουρο μπόλικο ξαναψημένο με γλυκάνισο και καντιοζάχαρη, μυρωδάτο, σε νταμιτζάνες ή  μποτίλιες, ήταν αραδιασμένο στο κελάρι..."

blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"