Ένα μοσχοβολιστό κείμενο από την Κρικελλιώτισσα "Ακευσώ"
για τους αναγνώστες του blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"
Μεσούντος του Οκτώβρη, του Τρυγομηνά, του Μπρουμάρη
Κορφολογημένες οι κληματαριές.
Μάννα εξ ουρανού η βροχή ξεδιψάει την άνυδρη γη.
Τα τσάμπουρα στο κατώι βράζουν.
Προκάναμε!!!!!«Να μαζέψουμε ό,τι έδωσε ο Θεός στην ώρα του! Μια νεροποντή ή ένα χαλάζι, μπορεί να ξεράνει από τη μια ώρα ως την άλλη τ’ αμπέλι….», γράφει στα 1964 ο Παιδαγωγός, ο Αντάρτης, ο Λογοτέχνης Ευρυτάνας, Γιάννης Βράχας.
Τότε, οι αγρότες εύχονταν ν’ αργήσει ο τρύγος για να ευχαριστηθούν οι φτωχοί τα σταφύλια και να χορτάσουν την πείνα τους τα κουτσουβέλια.
Κι όταν η φύση βάραγε το δικό της προσκλητήριο, όλες οι φαμελιές με καλάθια και κασόνια δεμένα στα φορτιάρικα, πήγαιναν κατά τ’ αμπέλια.
«- Καλ’μέρα μπαρμπαγιώργου! Καλά μπιρικέτια κι τ’ χρόν’ μι τα πιδιά σ’, μι τ’ αγγόνια σ’!
-Νάσι καλά κι ένα αϊτέρ! Έλα να φας σταφύλια!
![]() |
| Τσιακατήρα ή Τσιακατούρα |
-Αν δεν εβάναμι δυο-τρεις τσακατήρις (μηχανήματα απλά που φτιάνουν στο χωριό με ντενεκέδες. Γυρίζουν με το φύσημα του αέρα ή με νερό και κάνουν κρότο που διώχνει τα πουλιά και τ’ αγρίμια), αν δεν σκοίνιαζα (ζώσιμο του χωραφιού με σχοινί, που φοβίζει τ’ αγριοπούλια), ούλου του χωράφ’, αν δεν έβανα τα σκιαζούρια, σαλώματα, αν δεν κρέμαγα τούτα τα παλιοσκούτια κι αν δεν είχα κι τουν παπούλ’ ιδώ ν’ ανάβ’ φουτιές του βράδ’ για τ’ ασβούδια κι για τ’ς αλ’πές, δε μάζουνα τίπουτα, θειακούλα μου. Γλέπ’ς τ’ απαράτ’σανι κι οι άλλ’ γυρ’βουλιά τα χουράφια τ’ς κι ούλα μαζώνουντι ιδώ στου δ’κόμ’ .»
Στου κύκλου τα γυρίσματα αποξεχάστηκε σιγά-σιγά του Οκτώβρη το προσωνύμι: «Νειαστής!»
Θρονιάστηκε το Κακό στη χώρα του Ευρύτου.
Άχνουδα τα παιδιά ροβόλαγαν κατά τον κάμπο. Με το δισάκι, της μάνας γνοιάξιμο, γεμάτο μπομπότα, καρύδια, κάστανα και δυο-τρία σταφύλια να τα τρώνε στο δρόμο για την ξενιτειά και να θυμούνται το σπιτικό τους.
Σκούριασαν τα τσαπιά και οι κοσιές.
Σαράκιασαν τα κασόνια.
Ορφάνεψαν τα στενορρύμια.
Κλείσανε οι εμπατιές.
Θέριεψαν τα βάτα.
Αράχνιασαν οι χαμοκέλες.
Κρύφτηκαν οι κοτρώνες-σημαδούρες στα σύνορα των χωραφιών.
Τα καταδιωγμένα χελιδονάκια της φτωχολογιάς δεν «κρύβουν πια σταφύλια στον αχυρώνα, δεν τα κρεμάνε στο ταβάνι του σπιτιού για να τρώνε σαν δεν θα υπάρχουν κλήματα».
Ίσως, κάποιο θα ξεγελαστεί στου αυγουστιάτικου πανηγυριού το χορό:
«μπαίνω μες τ’ αμπέλι σα νοικοκυρά.
Να κι ο νοικοκύρης, πόρχιτι κουντά.
Έλα νοικοκύρη μ’ να τρυγήσουμε
κόκκινα σταφύλια να πατήσουμε.»
Μα δε θα γευτεί το ντόπιο βρωμοστάφυλο. Θα προτιμήσει ν’ αγοράσει απ’ το σουπερμάρκετ τουμπανιασμένες ρόγες, βατσινωμένες με φυτοφάρμακα καρκινογόνα, ψευδεπίγραφες λάμιες ενός άγευστου, θανατηφόρου καταναλωτικού συστήματος.
Διάγουμε μέρες άνυδρες, κυοφορούσες τρισάθλια διατάγματα, αλλοσούσουμες συμπεριφορές.
«Το μέλλον μας θα ‘χει πολλή ξηρασία», κραυγάζει ο αναρχικός ποιητής Μιχάλης Κατσαρός.
Κάποιοι, όμως, Ευρυτάνες, βαφτίζονται με της αυγής το φως στις ορμήνιες της μανιάς τους. Εξηντάρηδες πια στρατολογούν στις μέρες τους να τρυγήσουν, γιατί «το κρασί το γέροντα τον κάνει παλληκάρι!». Οι μεγαλύτεροι παραδομένοι στη σκληράδα των γηρατειών τους, τους παρακαλάνε να μαζέψουν και τα δικά τους σταφύλια, που καρπίζουν, ακόμη, στα στοιχειωμένα σωκήπια των παππούδων τους.
Ψες το βράδυ, για πρώτη μου φορά, στα 70 μου, είπα να δοκιμάσω να πιω μούστο και να φτιάξω μουσταλευριά με τις συμβουλές της κουνιάδας μου, της Λίτσας.
Τι έχασα τόσα χρόνια!!! Στήσανε χορό γεύσεις γλυκόδροσες στ’ ουρανίσκου μου τον ουρανό. Σιχτίρισα τις πρωτευουσιάνικες γκουρμεδιές με τις αμφιβόλου προέλευσης γητειές. Γέμισα και πέντε μπουκάλια με μούστο για να ‘χω όλο τον χρόνο, απιθωμένα στην αγκαλιά του καταψύκτη.
«Αλλοίμονο σ’ εκείνον που δε θα πιει ξυνόγαλο το Μάη και μούστο τον Άη-Δημήτρη», τσιμπολογάει τις μνήμες του ο Βράχας.
Χαϊδεύω το ιερό του εγκόλπιο και σκέφτομαι να το ταχυδρομήσω, «ιεραρχικώς!», στην καρπενησιοκεντρική, ανάλγητη και χελωνοπερπατούσα εξουσία να το μελετήσει. Ν’ απαρνηθεί τα εγκληματικά της σχέδια, τα εναγκαλισμένα με το Κεφάλαιο. Να φέρει πίσω τους νέους που θ’ αναστήσουν τα πεθαμένα χωριά, όπου πάλι «οι τρανές φωτιές τη νύχτα, τα τραγούδια και τα γέλια, η μουσική απ’ τα κουδούνια, τα κύπρια και τα τσοκάνια, της φλογέρας ο σκοπός, οι φωνές των παιδιών, τα βελάσματα των ζώων, το μουρμούρισμα του ελατιού, ο ξάστερος ουρανός, το ασημένιο φεγγάρι, κάνουν τον τόπο αληθινό παράδεισο».
Λέξεις ντοπιολαλιάς:
Αϊτέρι: το ταίρι, σύντροφος, γυναίκα
Κοσιές: εργαλεία για κόψιμο του χορταριού
Κουτσουβέλια: μικρά παιδιά
Κύπρια: κουδούνια για γιδοπρόβατα κλπ
Μπιρικέτια: καλή σοδειά
Μπρουμάρης: ομιχλώδης
Νειαστής : απ’ το νεάω-ώ , οργώνω τη χέρσα γη
Σαλώματα: τα καλάμια του σιταριού
Σωκήπια: μικροί κήποι σε απόκρυφο σημείο
Τσοκάνια: μεγάλα κουδούνια για αγελάδες κλπ
Άρθρο της "Ακευσούς" από το Κρίκελλο
(στο blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" )



18 σχόλια:
Υπέροχο το κείμενο με τη ντοπιολαλιά μαζί!
Διαμάντι λαμπερό και μοσχοβολιστό!!!
Ακευσώ , μου θύμισες το χωριό μου και σε ευχαριστώ πολύ για αυτό.
Tι όμορφο κείμενο και πόσο όμορφη η ντοπιολαλιά!
Ευχαριστούμε!
Έναν πλούτο λέξεων, εικόνων και "γεύσεων" μας χαρίζετε κάθε φορά! Σας ευχαριστώ πάρα πολύ!!
Ξενιτεύτηκαν τα παιδιά, θέριεψαν τα βάτα, χέρσωσαν τα χωράφια και λίγοι μόνο ηλικιωμένοι κρατούν αυτό τον ευλογημένο τόπο. Αχ ρε Ευρυτανία ποιοι σε σταύρωσαν....
Όπως πάντα εξαίρετα τα κείμενα, που ξεχειλίζουν από τη λογοτεχνία του λαού μας. Σε αυτά πραγματικά απολαμβάνει κανείς τους ιδιωματισμούς της ντοπολαλιάς.
Να είστε καλά εκεί στο μπλογκ, φίλε Ευρυτάνα. Καλή βδομάδα.
Όταν το παρόν μας πληγώνει αφάνταστα, για να αντέξουμε και να ονειρευτούμε το μέλλον στρεφομαστε στις γλυκές αναμνήσεις του παρελθόντος.
Η Ακευσω,σπουδαία ,αισθαντική αρχιτέκτονας του λόγου, βαθιά γνώστης των μυστικών μονοπατιών αυτής της διαδρομής, μας ταξιδεύει ευχάριστα.
Υπέροχο κείμενο! Ευχαριστούμε!
Μοσχοβόλησε ο τόπος από το όμορφο γραπτό της Κρικκελιώτισσας Ακευσώς. Γλυκόπιοτο να είναι το αγνό σας κρασάκι.
Εύγε στην καλή μας Ακευσώ που μέσα από το κείμενό της μας μεταφέρει την ντοπολαλιά! Οι λαοί δεν πρέπει να ξεχνάνε την ιστορία τους και τις ιδιαιτερότητες τού κάθε τόπου!!
Μα δε θα γευτεί το ντόπιο βρωμοστάφυλο. Θα προτιμήσει ν’ αγοράσει απ’ το σουπερμάρκετ τουμπανιασμένες ρόγες, βατσινωμένες με φυτοφάρμακα καρκινογόνα, ψευδεπίγραφες λάμιες ενός άγευστου, θανατηφόρου καταναλωτικού συστήματος.
1000% ΣΥΜΦΩΝΩ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ.
Αυτη ειναι αυθεντικη ΛΑΟγραφια.!!
Τελικά φίλε Ευρυτάνα Ιχνηλάτη δεν υπάρχουν μόνο οι παλιοί λογοτέχνες αλλά και οι σύγχρονοι σαν εσένα, σαν την "Ακευσώ" και άλλους ακόμη που έχω διαβάσει εδώ μέσα και ευτυχώς που υπάρχει αυτό το σάιτ και τους γνωρίζουμε μέσα από τα γραπτά τους.
Η φύση μας δίνει τα δώρα της όταν τη σεβόμαστε και την αξιοποιούμε με σύνεση.
Να που γράφονται και σήμερα κείμενα εφάμιλλα ή ανώτερα από την παλιά κλασική λογοτεχνία μας.
Αριστοτεχνικά ζωγραφισμένη με γλωσσικά χρώματα αυτή η ζωή που προλάβαμε εμείς οι παλιότεροι. Και πόσο γλαφυρές οι ιδιωματικές αποχρώσεις!
Απολαυστική η ανάγνωση, αν και ένας κόμπος ανεβαίνει στο λαιμό για την απώλεια αυτών των εικόνων που μας έθρεψαν και μας μπόλιασαν μ’ έναν πηγαίο ανόθευτο πολιτισμό.
Και γίνεται ο κόμπος ασφυκτικός, καθώς οι καυτερές λέξεις περιγράφουν την έκπτωση μέσα στην πλαστική ευμάρεια της καταναλωτικής μας κατάντιας.
Η Ακευσώ μεγαλούργησε και πάλι, αγαπητέ μου Ευρυτάνα. Ευχαριστούμε!
Ευχαριστούμε ολόψυχα την αγαπημένη μας "Ακευσώ" για το όμορφο κείμενο που μας δώρισε.
Ευχαριστούμε και όλους εσάς για τις επισκέψεις και τα εξαιρετικά σας σχόλια!
Ακευσώ και Οικοδεσπότη Ευρυτάνα,
Τον νέο εφιάλτη της Ευρυτανίας, που τα διεστραμμένα μυαλά βαφτίσαν και ..."Εύρυτο" τον είδατε; Το είδα σήμερα πρωϊ και μου σηκώθηκε η τρίχα!
Θα αποστραγγίσουν την Ευρυτανία (κι όλη την υπόλοιπη Ελλάδα, να "καλομελετάμε"....) για να συντηρήσουν αυτό το τέρας, που φτιάξαν στην κάποτε όμορφη και ειδυλλιακή Αττική Γη, με την τόσο βαρειά Ιστορία! Για να συντηρήσουν και να επεκτείνουν την Τουριστική Πορνεία και τον Εξανδραποδισμό της χώρας μας με τα εξαμβλώματα τύπου "Μύκονος" και τις ..."Ριβιέρες"(!) του ληγούρικου Ραγιαδισμού τους.
Να γίνουν οι Ευρυτανία, η Πίνδος, το Μαίναλο, ο Μαλεβός κλπ., "κρανίου τόποι", για να μπορεί να συνεχίζεται απρόσκοπτο και να επεκτείνεται το φαγοπότι του Χρηματιστικού Κεφαλαίου στην ταυτόχρονη "κατανάλωση" των κάποτε γραφικών ακτών και νησιών, την εξαθλίωση των ανθρώπων σε γκαρσόνια, ντελιβεράδες και "ρουμσ-του-λετ-άκηδες", και ό,τι άλλου είδους αθλιότητα συνεπάγεται το ..."όραμα" της μεταπολεμικής "ανάπτυξης" (διάβαζε: ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ) των γραικύλων του Σχεδίου Μάρσαλ, των "Βαρβαρέσσων" και λοιπής ξενόδουλης συμμορίας, που γι αυτό έπρεπε πρώτα να περάσει πάνω από τα πτώματα των Μπάση, Μπελογιάννη, Αργυριάδη, Καστανάκη, και μυριάδων άλλων αγωνιστών πατριωτών, οραματιστών μιας άλλης Ελλάδας....
Δημοσίευση σχολίου